Αφιερώματα

23/09/2016 - 18:30

Οι πρόσφυγες άλλαξαν την όψη της Μυτιλήνης

yle="text-align: justify;">Στον Α' Διωγμό (1914-18) οι εφημερίδες της Μυτιλήνης δημοσίευαν «Δελτίο Θνησιμότητας», σαν το σημερινό Δελτίο Καιρού, στο οποίο επί καθημερινής βάσεως καταγράφονταν οι θάνατοι στην πόλη, προσφύγων ως επί το πλείστον. Στις περίπου 30 χιλιάδες, που μαζί με τους πρόσφυγες έγινε ο πληθυσμός της Μυτιλήνης, οι θάνατοι αυτοί ήταν 3,5 και περισσότεροι κάθε μέρα.

Η πόλη της Μυτιλήνης στη 10ετία του 1920 πολεοδομικά ήταν το 1/3 της σημερινής. Οι πολύτεκνες, κατά κανόνα, οικογένειες των 6 ή και 10 ατόμων βολεύονταν σε ένα «σπ'τέλι», όπως λέμε εμείς οι Μυτιληνιοί, των 30-40 τετραγωνικών μέτρων, κατά τη ρήση «κτήμα, όσο θωρείς και σπίτι, όσο χωρείς». Και χωρούσαν οι συστεγαζόμενες τρεις γενιές (παππούδες, γονείς, παιδιά) μια χαρά στις καμαρούδες των τότε σπιτιών. Αίθουσες «βεράνια» και «γερ εβί», μεγάλες δηλαδή, έβρισκες μόνο στα μέγαρα των αρχοντάδων στον Αρχοντομαχαλά, στον Μακρύ Γιαλό και στη Σουράδα. Κι είχαν αυτά πολλούς «π'καρήδες» (καπνοδόχους) που συχνοκάπνιζαν, σε αντίθεση με τον έναν των φτωχόσπιτων, που πολλές φορές έμενε «ακνίσσωτος».

Για να μπορούν να καπνίζουν και των φτωχών οι καμινάδες ή να 'χουν ένα πιάτο φαΐ οι χιλιάδες πρόσφυγες, που για μήνες έμεναν σε σκηνές, παράγκες, τσαρντάκες, αποθήκες, στα αμπάρια ακόμα των ελαιοτριβείων, οπουδήποτε μπορούσε η δυστυχία κι ανημποριά τους να παραγκιάσει, χρειάστηκε σύντονη προσπάθεια απ' τους ίδιους τους πρόσφυγες, τις κρατικές υπηρεσίες και τη Φιλανθρωπία.

Χρόνο με τον χρόνο οι πρόσφυγες στεγάζονταν ανθρωπινότερα, τρέφονταν καλύτερα, έβρισκαν δουλειά και εντάσσονταν ομαλά και δημιουργικά στην κοινωνία της Μυτιλήνης και των χωριών της Λέσβου. Μέσα σε 5 χρόνια απ' τη Μικρασιαττική τραγωδία είχαν χτιστεί στη Μυτιλήνη 2-3 προσφυγικοί συνοικισμοί, πάνω απ' την Επάνω Σκάλα, στη Λαγκάδα και στη Χρυσομαλλούσα κι άλλοι σε χωριά, στη Σκάλα Λουτρών, στη Σκάλα Καλλονής, στην Αρίσβη και αλλού.

Τη διετία 1928-30 ένας μεγάλος αριθμός προσφύγων είχε στεγασθεί και ομαλοποιήσει την ταραγμένη ζωή του. Αυτό είναι το «θαύμα» της Ελλάδας, η οποία, σαν τη Γερμανία του 1950, ορθοπόδησε μέσα σε μία 10ετία από τη μεγάλη καταστροφή του 1922. Κι όχι μονάχα αυτό.

Αυτή η καθημαγμένη και κουρελιασμένη χώρα μετά 10 χρόνια απ' το 1930 μπόρεσε να δώσει το άλλο, πολεμικό αυτό, «θαύμα». Το έπος του 1940 στα βουνά της Ηπείρου και Αλβανίας.

Τότε, μέσα στο εθνικό και κοινωνικό αμάλγαμα που δημιουργήθηκε με τον Πόλεμο και την Κατοχή, οι πρόσφυγες της Μυτιλήνης αφομοιώθηκαν απ' τον εργασιακό και κοινωνικό περίγυρο και μάλιστα διακρίθηκαν μέσα σ' αυτόν, ώστε στη 10ετία του 1950 να δεσπόζουν μέσα στην αγορά και την εμπορική επιχειρηματικότητα της Λέσβου. Πασίγνωστα ήταν τα ονόματα Σουβατζόγλου, Τζιβόγλου, Τρύφων, Σαλατέλλη κ.λπ.

Μια νέα υγιής και δυναμική αστική τάξη αναδύθηκε απ' αυτή τη δραστηριότητα των προσφύγων, ενώ η παλιά μεγαλοαστική των τσιφλικάδων και «εισοδηματιών», που απάρτιζαν τη μέχρι τη 10ετία του 1960 λεγόμενη αριστοκρατία της Μυτιλήνης, παρήκμασε εντυπωσιακά και πολλοί «πύργοι» και αρχοντικά εγκαταλείφθηκαν και ρήμαξαν δημιουργώντας σήμερα πολεοδομικό πρόβλημα.

Οι δραστηριότητες

Ολ' αυτά έγιναν και με τη συμμετοχή των προσφύγων και άλλαξαν την όψη της Μυτιλήνης, η οποία οικιστικά τριπλασιάσθηκε, ενώ πληθυσμιακά -για πολλούς και ου του παρόντος λόγους- έμεινε σχεδόν η ίδια μ' εκείνη του 1922 με τους 30 χιλιάδες κατοίκους.

Στο βιβλίο «Η Προσφυγιά του Β' Διωγμού στη Λέσβο» εξιστορούνται η περιπέτεια και η κατάληψή της για τους Μικρασιάτες, Κων/πολίτες και Θρακιώτες πρόσφυγες, Ελληνες και Αρμενίους, που κατέφυγαν στην πανάρχαια πόλη μας τη Μυτιλήνη (που υφίσταται απ' το 1054 π.Χ.) και στο μεγαλονήσι μας, μαζί με τα συμπαρομαρτούντα γεγονότα του ευρύτερου Ελληνισμού της δεκαετίας του 1920, σε σχέση με τα τελούμενα πάνω στη Λέσβο.

Πλησιάζει να συμπληρωθεί 100ετία απ' τη δυστυχισμένη χρονιά του 1922. Οι πρόσφυγες της Λέσβου, τώρα ως απόγονοι των διωχθέντων και ταλαιπωρηθέντων, με καμάρι πια διακηρύσσουν τη μικρασιατική καταγωγή τους κι ο «Συνοικισμός» τους έπαψε να 'ναι μειωτική περιοχή διαμονής. «Αυτή είναι απ' τον Συνοικισμό», έλεγαν άλλοτε υποτιμητικά. Σήμερα δεν υπάρχουν τέτοιου είδους υποβαθμισμένες γειτονιές. Ολα λοιπόν καλά και άξια σήμερα. Αρα τι νόημα έχει να θυμόμαστε, να μαθαίνουμε τα τραγικά εκείνα γεγονότα του 1922 και να αναμασάμε την πίκρα και οργή των προσφύγων του;

Εχει, γιατί είναι ιστορία, είναι αλήθεια, έγιναν όλα και πολύ πιότερα, που χώρισαν τους δύο λαούς του Αιγαίου με ποταμό δακρύων αίματος και αδικίας. Αλλ' ώς πότε θα διαρκεί η ανατροφοδότηση των αναπόφευκτα προκαλουμένων αντιπαθητικών συναισθημάτων με την εξιστόρηση των όσων έπαθαν οι Μικρασιάτες Ελληνες;

Τι θα γίνει μετά 10, 20, 50 χρόνια στις σχέσεις μας με τους τότε θανάσιμους εχθρούς μας;

Νομίζω η απάντηση βρίσκεται σ' αυτό που έγινε το 1924, δύο μόλις χρόνια μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, στη Μονή Λειμώνος με πρόταση του Μυριβήλη για τιμή όλων των πεσόντων στην αναμέτρηση εκείνη των δύο λαών (όπως εκτίθεται στο βιβλίο μας) και 8 χρόνια μετά το 1922 με την όποια συμφιλίωση επιτεύχθηκε το 1930 με την ονομασθείσα «ελληνοτουρκική φιλία», όταν οι δύο κορυφαίοι αντίπαλοι και μεγάλοι πολιτικοί άνδρες Βενιζέλος και Κεμάλ έδωσαν τα χέρια για μια θνησιγενή, δυστυχώς, συμφιλίωση.

Ενα νέο ξεκίνημα, μία νέα σχέση πρέπει να ξεκινήσει μεταξύ των δύο γειτονικών λαών. Γιατί να μπορούν Γάλλοι και Γερμανοί, Αγγλοι και Ισπανοί και άλλα έθνη να συνυπάρχουν και να συνεργάζονται και να μη γίνει αυτό και για μας;

Τουλάχιστον στη Λέσβο οι αμοιβαίες επισκέψεις και τουριστικές σχέσεις Τούρκων και Ελλήνων δείχνουν ότι ο ομφάλιος λώρος, που ώς το 1922 συνέδεε το νησί μας με τις απέναντι μικρασιατικές ακτές, μπορεί να επαναλειτουργήσει.

Κι αυτό συμφέρει και τους δύο λαούς.

 

 

Του ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΠΑΡΑΣΚΕΥΑΪΔΗ

*Εκπαιδευτικός, συγγραφέας,  έργο του η μελέτη υπό τον τίτλο: «Η προσφυγιά του β' Διωγμού στη Λέσβο», εκδ. Ταρταρούγα, Μυτιλήνη, 2013.

από  το αρχείο της ΕΛΕΥΕΘΕΡΟΤΥΠΙΑΣ

Μοιράσου το άρθρο!