Βιβλίο

16/10/2014 - 16:25

«Με τον Διωγμό στην ψυχή»

yle="text-align: justify;">Πως περνάει το εθνικό τραύμα της Μικρασιατικής καταστροφής σε τρεις γενιές;

Αυτό πραγματεύεται η ελληνίδα ψυχολόγος Λίμπυ (Ελευθερία) Τατά Αρσέλ, κόρη προσφύγων από το Τσανταρλί Περγάμου, γεννημένη στη Μυτιλήνη, εγκατεστημένη στη Δανία, ομότιμη καθηγήτρια κλινικής ψυχολογίας στην Κοπεγχάγη, στο βιβλίο της «Με το διωγμό στη ψυχή», που θα κυκλοφορήσει αυτή την εβδομάδα από τις εκδόσεις Κέδρος.
Η εξέταση αυτή, που γίνεται για πρώτη φορά -παρά την απέραντη ελληνική βιβλιογραφία για το διωγμό του ’22- βασίστηκε σε βιωματικές συνεντεύξεις της μητέρας της, σε επηρεασμούς δικούς της ως δεύτερη γενιά και σε συναισθηματικές επιπτώσεις των παιδιών της.
Συνολικά, αναφέρει το Αθηναϊκό Πρακτορείο, δέκα άμεσες και έμμεσες μαρτυρίες, σε συνδυασμό με ιστορική τεκμηρίωση, ψυχολογική ερμηνεία και κοινωνική ανάλυση, συγκροτούν το βιβλίο των 526 σελίδων το οποίο –αν και ογκώδες - διαβάζεται ως ελκυστικό αφήγημα.
Η συγγραφέας, έχοντας μελετήσει 159 ξενόγλωσσα βιβλία και 85 ελληνικά γύρω από το ιστορικο – ψυχολογικό πλαίσιο της Μικρασιατικής Εκστρατείας, φωτίζει την προσωπική περιπέτεια της μητέρας της, αναδεικνύοντας το ατομικό δράμα ως συλλογικό τραύμα που επηρεάζει ακόμα και σήμερα την ταυτότητα όχι μόνο των απογόνων Μικρασιατικών προσφύγων αλλά και της ελληνικής κοινωνίας στο σύνολό της.
Μα, είναι δυνατόν στη σημερινή εποχή της αποεθνοποίησης, των υπερεθνικών οικονομικών οντοτήτων και της παγκοσμιοποίησης των αγορών, να επιδρά η εμπειρία του διωγμού της γιαγιάς στην μετέπειτα (τρίτη) γενιά;
Ναι, απαντάει η συγγραφέας, η οποία συμμετείχε στην εξεταστική επιτροπή για τους διωγμούς των πολέμων στην πρώην Γιουγκοσλαβία στην περίοδο 1991-1995 και των βασανιστηρίων στο Ζάγκρεμπ και το Σεράγεβο το 1996-2002, άρα γνωρίζει τα σημερινά τραύματα.
Η νοσταλγία, ο καημός, η θλίψη, ο θυμός, η στέρηση και η χαρά της επιστροφής στην πατρώα γη περνούν μέσα από την προσωπική πορεία της μητέρας της Τασίτσας (Αναστασία) Τατά.
Η ίδια έφυγε έντρομη μαζί με τη μητέρα της από το μικτό οθωμανικό χωριό Τσανταρλί, σε ηλικία 12 ετών, με τον αγρότη πατέρα της να έχει χαθεί λίγο πριν μπουν στο καΐκι για να καταφύγουν στη Μυτιλήνη.
Η Τασίτσα μεγάλωσε σε προσφυγικό συνοικισμό, παντρεύτηκε με έναν ντόπιο αρτεργάτη, έχοντας πάντα το παράπονο ότι τελείωσε μόνο το δημοτικό, αλλά υπήρξε πάντα κοινωνική και φιλοπρόοδη.
Απέκτησε τρεις κόρες και ένα γιο, καμάρωσε εγγόνια στα οποία διηγούνταν συνεχώς πως οι κάτοικοι του χωριού διέφυγαν από τη δολοφονική μανία των Τούρκων δίχως αποσκευές, φορώντας μόνο τα ρούχα τους, αλλά κρατώντας τα εικονίσματα.

Η συγγραφέας άφησε τη Μυτιλήνη σε ηλικία 19 ετών για να σπουδάσει στη Δανία, όπου παντρεύτηκε Δανό, έχοντας όμως πάντα στην καρδιά της τις αφηγήσεις της μητέρας της.
Στα ενδιάμεσα ταξίδια της, μαγνητοφωνούσε συστηματικά, παίρνοντας επίσης εκτενείς συνεντεύξεις από τα άλλα αδέλφια της και από τα πέντε εγγόνια. Αποκορύφωμα της μελέτης συνιστά το οικογενειακό ταξίδι της γιαγιάς τον Ιούλιο του 1986 στο χωριό της όπου εντόπισε το πατρικό της σπίτι .
«Κατά κάποιο τρόπο – τονίζει η συγγραφέας η οποία συνόδευσε τη μητέρα της στο ΄΄νόστιμον ήμαρ΄΄- κληρονόμησα ένα πόνο που εκείνη είχε διεργαστεί και ουδετεροποιήσει (ώστε να μην είναι πια οξύς) ύστερα από 64 χρόνια, αλλά που εγώ χρειάστηκα αρκετά χρόνια μετά να διεργαστώ με διάφορους τρόπους.
Διότι η συνειδητή διεργασία του τραύματος παρουσιάζει δυσκολίες όχι στην αφήγηση του τραυματισμένου, αλλά και σε αυτόν που την ακούει και σε κείνον που την διαβάζει.
Γενικότερα οι τραυματικές εμπειρίες των γονιών μας μεταφέρονται σε εμάς μέσω του ψυχικού μηχανισμού της ταύτισης, δηλαδή τους κατανοούμε ερχόμενοι νοητικά και συναισθηματικά στη θέση τους».
Πρόκειται για μια μελέτη, υπεραναλυτική σε πολλά σημεία χωρίς λόγο, όμως πρωτότυπη, καθώς αγγίζει την ευάλωτη φύση της ανθρώπινης ψυχής που υπέφερε εξ αιτίας γεωπολιτικών ανατροπών…
Είναι η ατομική Ψυχολογία μέσα στην γενική Ιστορία. Είναι ο προσωπικός πόνος μέσα στον εθνικό, που με το χρόνο απομειώνεται. Αλλά τα ακούσματα ποτέ…

ΠΡΟΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΛΟΓΟΥ με την ιστορική επίσκεψη της ηλικιωμένης πια κυρά Τασίτσας στην αυλή του σπιτιού της και τις Τουρκάλες γειτόνισσες να την υποδέχονται με ανυπόκριτη φιλοξενία.

Η γιαγιά πρόσφυγας πέθανε ένα χρόνο μετά την επάνοδό της στο σημερινό Τούρκικο χωριό. Και πέθανε ήρεμη ,γιατί είχε ξαναδεί το σπίτι των παιδικών της χρόνων…

Μοιράσου το άρθρο!