Πολιτική

12/04/2014 - 21:11

Στράτος Γεωργούλας… από πού κρατάει η σκούφια του;

yle="text-align: justify;">Εξαιρετικό κείμενο, εικόνες του χθες, ο αγώνας διαρκείας για μια καλύτερη ζωή, η ιστορική μνήμη και η προσωπική μνήμη, ιστορικά γεγονότα κομμάτι του DNA, φόρος τιμής στους προγόνους και χρέος στις γενιές του αύριο, πορεία με πυξίδα την αξιοπρέπεια και την ιδεολογία, γνωρίζεις το χθες για να χτίσεις το αύριο.

Απλά διαβάστε το...

 

του Στράτου Γεωργούλα*

Πριν κάμποσο καιρό, μαζί με τον πατέρα μου μεταφέραμε τα οστά όλων των προγόνων της οικογένειας μας που είχε ξεκληριστεί, στο οστεοφυλάκιο του Μανταμαδου, «για να με φυλάνε μαζί με τον Ταξιάρχη«, όπως είχε πει ο πατέρας μου, τώρα που είχα γυρίσει να ζήσω πίσω στο χωριό μας.

Η ιστορία της οικογένειας μου δεν διαφέρει από χιλιάδες άλλες βουβές ιστορίες, των πολλών, των κατατρεγμένων, αυτών που πάλεψαν για να γίνει καλύτερος ο κόσμος για όλους και τελικά το πλήρωσαν με τη ζωή τους.

Εργάτες γης ήμασταν, μου διηγήθηκε κάποτε περήφανος ο πατέρας μου, όταν μου μιλούσε για τους προπάτορες μας, τον Μιχάλη και την Αγλαΐα, τον πρωτότοκό τους που σκοτώθηκε στο Σαγγάριο το 1922 και κυρίως το στενό δέσιμο που είχαν τα δυο επόμενα αγόρια, τον παππού μου, Στρατή και τον αδελφό του, Χαράλαμπο.

Ο Χαράλαμπος, καρδιακός φίλος του Νίκου Βαβούδη – οργανωμένοι όλοι στο κόμμα – είχε αποφασίσει να διεκδικήσει θέση στο κοινοτικό συμβούλιο στις δημοτικές εκλογές του 1934, 80 χρόνια ακριβώς πριν, μια εποχή με καταπληκτικές αντιστοιχίες στο σήμερα.

Μια τεράστια οικονομική κρίση, ανεργία, φτώχεια, πείνα, κρατική δανειοδότηση ανεξέλεγκτη αλλά και μια πολιτική αλλαγή. Τα δυο κατεστημένα κόμματα είχαν να αντιμετωπίσουν πια και ένα εργατικό κίνημα που δυνάμωνε με βασικό πολιτικό του εκφραστή το ΚΚΕ. Οι δημοτικές εκλογές πραγματικά αποτύπωσαν αυτή την πολιτική αλλαγή με την εκλογή των πρώτων κομμουνιστών δημάρχων και ο Μπάρμπας μου ο Χαράλαμπος, εκλέχτηκε στο Μανταμάδο.

Η κατεστημένη τάξη είχε συνασπιστεί προ του κινδύνου, χωρίς όμως να μπορέσει να ανατρέψει την καταγραφή της κοινωνικής ανάγκης. Δεν το χάρηκε σχεδόν καθόλου, καθώς αμέσως μετά ξεκίνησαν οι φυλακίσεις και οι εκτοπίσεις σύμφωνα με το ιδιώνυμο του 1929. Ο Χαράλαμπος δεν ξαναγύρισε στο Μανταμαδο. Πήγε στην Ανάφη εξορία, η μεταξική χούντα τον παρέδωσε στην ιταλογερμανική κατοχή, η όποια και τον φυλάκισε στο Χαϊδάρι.

Αντίστοιχη πορεία είχε και ο αδελφός του, ο Στρατής. Αυτός όμως μετά την εξορία στον Αη Στράτη και την Ακροναυπλία, στο νοσοκομείο Σωτηρία, δραπετεύει, εντάσσεται στον λαϊκό στρατό, διοικεί μονάδα στο Παγκράτι και την Καισαριανή, με την όποια πηγαίνει στο Χαϊδάρι και σε μια πορεία καταναγκαστικών έργων, απελευθερώνει τον αδελφό του και άλλους κρατουμένους.

Και τότε ο Χαράλαμπος ζητά από τον αδελφό του να απελευθερώσει τους Γερμανούς στρατιώτες και να φύγει το αντάρτικο απόσπασμα γιατί ήταν γνωστό ότι για κάθε κρατούμενο του Χαϊδαρίου που δραπέτευε, 50 άλλοι θα εκτελούνταν. Θυσίασε τη ζωή του για το συλλογικό καλό και έτσι πρέπει πάντα να γίνεται, μου έλεγε πάντα ο πατέρας μου, όταν πηγαίναμε στο σκοπευτήριο της Καισαριανής να αφήσουμε ένα λουλούδι, εκεί που εκτελέστηκε την άνοιξη του 1944.

Ο παππούς μου από την άλλη έζησε στο κορμί του όλο το συμφερτό του μετεμφυλιακού κράτους. Με εξαίρεση μια μικρή περίοδο, στην απελευθέρωση, όπου και κλίθηκε να δώσει τον κεντρικό λόγο στην πλατεία του Αη Βασίλη στο χωριό, όπως μου είχε διηγηθεί ο Δ. Βέης, έζησε να δει τους συνεργάτες των Γερμανών που πολέμησε, να είναι οι βασανιστές του στη Μακρόνησο, το σημάδι από την πυρωμένη μασιά, στο στομάχι του, μετά να μην απελευθερώνεται αλλά να είναι σε διοικητική εκτόπιση σε ένα χωριό της Κορινθίας, χωρίς πιστοποιητικό κοινωνικών φρονημάτων, άρα και δυνατότητα να δουλέψει στο δημόσιο, όπως και ο πατέρας μου να μπει στη Σχολή Ικάρων, όπως ήθελε.

Το 1964 έρχεται, φεύγει η οικογένεια από τη διοικητική εκτόπιση, αλλά λίγο και το μετά τυχάρπαστοι βουλευτές λαμβάνουν οφίτσια και πολλά χρήματα για να μείνουν στην ιστορία ως αποστάτες και να φέρουν τη δεύτερη χούντα. Ο πατέρας μου, ως γραμματέας τοπικής των Λαμπράκηδων βασανίζεται και ο παππούς μου πεθαίνει σε μια από τις συχνές εφόδους της ασφαλείας στο σπίτι μας.

Στην πορεία αυτή δυο σημαντικές παρακαταθήκες της οικογενειακής μου ιστορίας έχουν γίνει φάρος που με προσανατολίζει. Η πρώτη περιγράφεται πολύ ορθά στο λόγο του Γληνού στο ποιος είναι ο σκοπός του Εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα που συμμετείχε ο παππούς μου. «Η καθημερινή πάλη για να μην τσακιστεί ο λαός κάτω από την πείνα, την αρρώστια και τις υλικές στερήσεις. Όταν αφήσεις το λαό να πεθάνει στους δρόμους, να κουρελιαστεί ψυχικά και σωματικά, και λες έπειτα πως θα κάνεις «στον κατάλληλο καιρό» εθνικοαπελευθερωτικόν αγώνα, είσαι ένας συνειδητός απατεώνας και συνεργάτης του εχθρού. Γιατί είναι το ίδιο σα να λες, πως θα βάλεις ένα κουφάρι να πολεμήσει. Ό εθνικοαπελευθερωτικός αγώνας λοιπόν, αρχίζει, από την καθημερινή πάλη για το ψωμί, για τα συσσίτια, για τα μεροκάματα, για τα φάρμακα, ενάντια στην εξαθλίωση του λαού και τη λιμοκτονία του«.

Ο δεύτερος είναι ο λόγος που κατέβηκε υποψήφιος στις δημοτικές εκλογές ο Χαράλαμπος Γεωργούλας το 1934, συμπληρωματικά με το δημοκρατικό και αγωνιστικό πλαίσιο που περιγράφεται παραπάνω. Είναι το όραμα που απαντά στην ουσία της αυτοδιοίκησης εξαιτίας της πλησιέστερης επαφής της με τον λαό. Το όραμα να προγραμματίζει, να σχεδιάζει και να εκπονήσει μια τοπική πορεία ανάπτυξης που θα απαντά στις ανάγκες των πολλών, των μη εχόντων, να δημιουργήσει τη βάση για την αναδιάρθρωση της τοπικής οικονομίας στο πλαίσιο μιας συνεργατικής παραγωγής και όχι για να συντηρήσει μια εξουσία των «τζακιών» του τόπου.

Αυτή είναι η προσωπική μου οικογενειακή ιστορία, η προσωπική μου περιουσία.

 

-----------------

*Ο Στράτος Γεωργούλας, είναι πανεπιστημιακός, επικεφαλής της δημοτικής κίνησης «ο Αλλος δρόμος» και υποψήφιος δήμαρχος Λέσβου

αρχική δημοσίευση: istoselides.gr

Μοιράσου το άρθρο!