Για τον ορυκτό πλούτο της Ελλάδας και την εκμετάλλευσή του-Μια επίκαιρη ομιλία από το 2002!
Ως στρατηγικά υλικά του ελληνικού υπεδάφους θεωρούνται τα υλικά εκείνα που είναι ζωτικής σημασίας για την ασφάλεια μιας χώρας. Η έννοια του στρατηγικού ορυκτού ή υλικού ποικίλλει από χώρα σε χώρα και από εποχή σε εποχή. Η λεγόμενη βιομηχανική επανάσταση στηρίχθηκε σε ορισμένα στρατηγικά υλικά της εποχής εκείνης, όπως ο άνθρακας, τα σιδηρομεταλλεύματα κ.ά. Στη μεταπολεμική τεχνολογία προστέθηκαν νέες ορυκτές πρώτες ύλες στον κατάλογο των στρατηγικών ορυκτών υλών, όπως το πετρέλαιο, το φυσικό αέριο, το τιτάνιο, το ουράνιο κ.ά. Είναι πολλοί οι παράγοντες που συμβάλλουν, προκειμένου μια ορυκτή πρώτη ύλη να θεωρηθεί ως στρατηγικό ορυκτό. Οπως π.χ. η χρησιμοποίησή του για στρατιωτικούς σκοπούς, η σπανιότητά του, η έλλειψη υποκατάστατων κ.ά.
Ενώ οι ΗΠΑ στερούνται πολλών από τα ορυκτά και μέταλλα που καταναλώνουν, η πρώην Σοβιετική Ενωση και η Νότια Αφρική ελέγχουν τις πηγές αυτών των αναγκαίων ορυκτών πρώτων υλών. Ορισμένα από αυτά, τα οποία είναι πολυδιάστατα τόσο στα γεωλογικά τους χαρακτηριστικά όσο και στις χρήσεις τους (διαμάντια, χρωμίτης, βωξίτης, μαγγάνιο, νικέλιο), δείχνουν πως η γεωλογία επηρεάζει τη διεθνή πολιτική, μετατρέποντας κοινά ορυκτά σε στρατηγικά.
Με εξαίρεση τα διαμάντια, αυτές οι πρώτες ύλες υπάρχουν σε επαρκείς ποσότητες και στη χώρα μας, η οποία μάλιστα είναι η μοναδική παραγωγός χώρα στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα όσον αφορά ορισμένες από αυτές. Ειδικότερα, για τα κοιτάσματα χρωμίτη, η Ελλάδα είναι η μοναδική χώρα της Ευρωπαϊκής Ενωσης που έχει στο υπέδαφός της σημαντικά εκμεταλλεύσιμα κοιτάσματα χρωμίτη και η μεγαλύτερη βωξιτοπαραγωγός χώρα της Ευρωπαϊκής Ενωσης, μετά τη σταδιακή μείωση της παραγωγής της Γαλλίας.
Οσον αφορά τα κοιτάσματα μαγγανίου και νικελίου, η Ελλάδα είναι η μοναδική χώρα της Ευρωπαϊκής Ενωσης με σημαντικά κοιτάσματα των στρατηγικών αυτών υλικών στο υπέδαφος της. Υπενθυμίζεται ότι η ΛΑΡΚΟ είναι το μεγαλύτερο συγκρότημα παραγωγής νικελίου στην Ευρωπαϊκή Ενωση.
Επίσης, η Ελλάδα είναι η δεύτερη χώρα στον κόσμο στην εξόρυξη σμηκτιτικών αργίλων μετά τις Ηνωμένες Πολιτείες. Ενα μεγάλο μέρος των σμηκτιτικών αργίλων που εξορύσσεται στην Ελλάδα εξάγεται στο εξωτερικό ακόμη σε ημικατεργασμένη ή ακατέργαστη μορφή και επανεισάγεται με τη μορφή προϊόντων υψηλής προστιθέμενης αξίας.
Αναφορικά με το εξαιρετικού τεχνολογικού ενδιαφέροντος μαγνήσιο λόγω των πολλαπλών χρήσεων ως βασικό υλικό για την αυτοκινητοβιομηχανία, τους σιδηρόδρομους, την αεροπλοΐα και κυρίως τη διαστημική τεχνολογία, η Ελλάδα εξάγει μαγνησίτη, που αποτελεί την ορυκτή μορφή μαγνησίου και καλύπτει το 46% της συνολικής παραγωγής της Δυτικής Ευρώπης.
Ιδιαίτερη αναφορά λόγω της σημασίας τους πρέπει να γίνει και για τα κοιτάσματα του ουρανίου. Η πιστοποίηση ύπαρξης κοιτασμάτων ουρανίου στον ελλαδικό χώρο είναι αδιαμφισβήτητη. Τα ουρανιούχα μεταλλεύματα εμφανίζονται στην Κεντρική και Ανατολική Μακεδονία και στη Θράκη. Το ερώτημα είναι κατά πόσον είναι εκμεταλλεύσιμα και βέβαια ποιο είναι το μέγεθος των αποθεμάτων.
Στο ερώτημα αυτό θα επιχειρήσουμε να απαντήσουμε έμμεσα, διότι οι σχετικές μελέτες, που έχουν γίνει στην περίοδο 1970-76 από τον Smith, παραμένουν μέχρι σήμερα εμπιστευτικές. Ας μην ξεχνάμε ότι, από γεωλογική άποψη, όλος ο ελληνικός χώρος αποτελεί ευνοϊκό περιβάλλον για την ανάπτυξη ουρανιούχων μεταλλευμάτων. Ιδιαίτερα η γεωτεκτονική ζώνη της Ροδόπης με τα κρυσταλλοσχιστώδη πετρώματα έρχεται αναμφισβήτητα πρώτη μεταξύ όλων των γεωτεκτονικών ζωνών της Ελλάδος.
Σύμφωνα με συμπεράσματα πολλών ερευνητών, οι ουρανιούχες εμφανίσεις στην Κεντρική και Ανατολική Μακεδονία και στη Θράκη, σε συνδυασμό με τις μεγάλες εμφανίσεις στη Γιουγκοσλαβία, τη Βουλγαρία και την Τουρκία, πείθουν ότι η περιοχή της Μακεδονίας και της Θράκης βρίσκεται περίπου στο κέντρο μιας μεταλλογενετικής επαρχίας ουρανίου.
Στο σημείο αυτό είναι σκόπιμο να θυμηθούμε ότι οι έρευνες για ουράνιο και πετρέλαιο στην Ελλάδα άρχισαν και τελείωσαν κατά τη διάρκεια της δικτατορικής διακυβέρνησης της Ελλάδος και συγκεκριμένα την περίοδο 1969 - 1974.
Αλλη μια πρωτιά διεκδικεί η πατρίδα μας στον τομέα της εξόρυξης και απόληψης χρυσού. Ο χώρος της Βόρειας Ελλάδας είναι ιδιαίτερα υποσχόμενος για την παρουσία πολύ σημαντικών κοιτασμάτων χρυσού. Ιδιαίτερα στην περιοχή του επιθερμικού πεδίου Αισύμης - Σαπών - Πετρωτών, κυριαρχούν μεγάλες οικογένειες θειούχων και θειικών χρυσοφόρων πετρωμάτων. Δε θα ήταν υπερβολή να ισχυριστεί κανείς ότι τα μισά βουνά της Ελλάδας αποτελούν στόχο εκμετάλλευσης κοιτασμάτων χρυσού.
Αντλώντας στοιχεία από τη μεταλλευτική έρευνα που πραγματοποίησε η καναδικών συμφερόντων TVX HELLAS στο μεταλλείο της Ολυμπιάδας Χαλκιδικής, προσδιόρισε αποθέματα της τάξης των 11,52 εκατ. τόνων με μέση περιεκτικότητα χρυσού 8,97 gr/τόνο μεταλλεύματος, ενώ η ίδια εταιρεία για το κοίτασμα Σκουριών προσδιόρισε αποθέματα 130 εκατ. τόνων με περιεκτικότητα χρυσού 8,79 g/τόνο μεταλλεύματος. Η εκμετάλλευση αυτή διακόπηκε με απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας ως άκρως αντι-οικολογική, διότι χρησιμοποιεί ως μέθοδο την κυάνωση του εδάφους!
Αλλες εταιρείες έχουν ανακαλύψει κοιτάσματα χρυσού στη Θράκη, στη Μήλο, στη Λέσβο και στη Λήμνο. Μόνον η εταιρεία Χρυσωρυχεία Θράκης έχει ανακαλύψει κοίτασμα επιθερμικού χρυσού στη Θράκη (στο Λόφο Περάματος) 11,2 εκατ. τόνων με μέση περιεκτικότητα χρυσού 3,78 g/τόνο μεταλλεύματος. Στη Θράκη σημειώθηκε σύσσωμη λαϊκή αντίδραση εναντίον αυτής της «επένδυσης».
Συμπερασματικά, μόνον τα αποθέματα του κοιτάσματος της Ολυμπιάδας είναι ικανά να αναδείξουν την Ελλάδα ως τη σημαντικότερη παραγωγό χρυσού στην Ευρώπη.
Το 1974 υπήρξε μια ιστορική χρονιά για την αναζήτηση πετρελαίου στον ελλαδικό χώρο. Η εταιρεία Oceanic, με δύο γεωτρήσεις που έκανε κατευθείαν στον υποθαλάσσιο χώρο της Θάσου, βρήκε το γνωστό κοίτασμα πετρελαίου «ΠΡΙΝΟΣ». Τον Ιούλη του 1981 ως γνωστό, άρχισε η άντληση πετρελαίου στη Θάσο, η οποία συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Το πετρέλαιο της Θάσου είναι ουσιαστικά το πρώτο ελληνικό πετρέλαιο.
Οι έρευνες για το πετρέλαιο ουσιαστικά συνεχίστηκαν καθ' όλη τη διάρκεια των δεκαετιών '70 και '80. Το 1978 πραγματοποιήθηκε νέα μελέτη και διαπιστώθηκε ότι σε απόσταση 10 ναυτικών μιλίων από το ακρωτήριο Μπάμπουρας της Θάσου υπάρχει ένα τεράστιο κοίτασμα πετρελαίου μικρού βάθους, αρίστης ποιότητας, άμεσα αξιοποιήσιμο, με προσδοκώμενη παραγωγή περίπου 200.000 βαρέλια πετρελαίου ημερησίως.
Το 1984-85 η ελληνική κυβέρνηση προχώρησε σε νέες έρευνες και δειγματοληψίες, οι οποίες επιβεβαίωσαν τις προηγούμενες μελέτες. Η άντληση όμως πετρελαίου από το κοίτασμα αυτό δεν κατέστη μέχρι σήμερα δυνατή, εξαιτίας των γνωστών τουρκικών διεκδικήσεων, με αποκορύφωση την κρίση του Μάρτη 1987.
Πριν από μερικές βδομάδες, το ωκεανογραφικό σκάφος «Ουράνια», έφερνε με τους δειγματοσυλλέκτες του στο κατάστρωμα του πλοίου μια μεγάλη ποσότητα αργού πετρελαίου. Οι Ελληνες επιστήμονες είχαν για πρώτη φορά ακουμπήσει ένα μεγάλο κοίτασμα πετρελαίου, που κρυβόταν 3.500 μέτρα κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας, στα δυτικά της Κρήτης. Το κοίτασμα αυτό ασφαλώς δεν είναι το μοναδικό στο Νότιο Αιγαίο. Είναι γνωστό ότι από το 1996 οι Τούρκοι έχουν στρέψει την προσοχή τους στην αναζήτηση πετρελαίου στην περιοχή της Δωδεκανήσου, όπου αμερικανικοί δορυφόροι έχουν εντοπίσει κοιτάσματα πετρελαίου.
Σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν παραπάνω, είναι πλέον αδιαμφισβήτητη η παρουσία κοιτασμάτων πετρελαίου τόσο στο Βόρειο, όσο και στο Νότιο Αιγαίο. Το γεγονός αυτό βρίσκεται σε πλήρη συμφωνία με τη θεωρία των λιθοσφαιρικών πλακών, η οποία έφερε επανάσταση στην αναζήτηση πετρελαίου και μεταλλευμάτων. Σύμφωνα με τη θεωρία αυτή, έχει αποδειχθεί διεθνώς ότι τόσο η γένεση πετρελαίου, αλλά και σε μεγάλο βαθμό η μεταλλογένεση, συμβαίνουν στα όρια σύγκρουσης ή απομάκρυνσης δύο παλαιολιθοσφαιρικών πλακών.
Σήμερα υποστηρίζεται από Γεωλόγους ότι τέτοιες ζώνες αποτελούν η περιοχή της Τάφρου του Β. Αιγαίου (κοντά στην οποία βρίσκονται τα κοιτάσματα «ΠΡΙΝΟΣ» και «Μπάμπουρας») και η περιοχή της ελληνικής Τάφρου, που εκτείνεται υπό μορφήν τόξου από το Ιόνιο πέλαγος και την Κρήτη μέχρι τα Δωδεκάνησα.
Οι πρώτες παρατηρήσεις και μελέτες για την ύπαρξη πετρελαίου γύρω από τη Θάσο και τον κόλπο της Καβάλας έγιναν από Γερμανούς γεωλόγους το 1927, για λογαριασμό της γερμανικής εταιρείας Krup, η οποία έδειχνε το ίδιο ενδιαφέρον και για τα μεταλλεία της Θάσου. Το 1945 ο Γερμανός γεωλόγος Γκαιρ (αργότερα εργάστηκε στο Houston ως ειδικός σε θέματα του πετρελαίου) έκανε μεγάλες έρευνες στην ευρύτερη περιοχή της Θάσου. Στα συγγράμματά του, σύμφωνα με δημοσιεύματα, αναφέρει ότι στον κόλπο της Καβάλας μπορούμε να αντλήσουμε 900.000 βαρέλια πετρελαίου ημερησίως. Το πετρέλαιο αυτό είναι πολύ καλύτερης ποιότητας από όλες τις άλλες περιοχές, άφθονο και το κοίτασμα έχει μεγάλη διάρκεια ζωής.
Επίσης, αναφέρει ότι τα πετρέλαια των Ρουμανίας, Λιβύης και Αραβικών χωρών είναι γειτονικά αντίκλινα, που συνδέονται με υπόγεια ρεύματα με το μεγάλο κοίτασμα του Βορείου Αιγαίου. Το γεγονός αυτό επιβεβαιώνεται και από την ανεύρεση, πολύ πρόσφατα, εκτεταμένου κοιτάσματος φυσικού αερίου στη γειτονική Βουλγαρία, που προοιωνίζεται την ύπαρξη σημαντικού κοιτάσματος πετρελαίου στο έδαφος της Βουλγαρίας.
Οι παραπάνω πληροφορίες του Γκαιρ αξιοποιήθηκαν από τις αμερικανικές υπηρεσίες πληροφοριών, που εισήλθαν στην ηττημένη Γερμανία μετά τον πόλεμο. Συγκεκριμένα, ο μετέπειτα Διευθυντής της Oceanic, George Brandley, γνώριζε την ύπαρξη πετρελαίων στην περιοχή της Θάσου από το 1951. Τότε, με έκθεσή του προς τον επικεφαλής της αμερικανικής οικονομικής αποστολής στην Ελλάδα George Hakes, του εγνώριζε όλα τα γεωλογικά στοιχεία της περιοχής.
Η έγκυρη εφημερίδα περί τα πετρελαϊκά «World Oil» έγραφε ακόμη από το 1974: «Η Μεσόγειος είναι ουσιαστικά ανεξερεύνητη ακόμη. Αλλά οι ενδείξεις δηλώνουν ότι στην Αδριατική και το Βόρειο Αιγαίο υπάρχουν μεγάλες μάζες πετρελαίου» και τέλος, το «Bureau of Mines» των ΗΠΑ ανακοίνωνε ότι: Στο Βόρειο Αιγαίο, κοντά στις ακτές, είναι συσσωρευμένα κοιτάσματα πετρελαίου.
Η περίοδος που οριοθετείται από το τέλος της στρατιωτικής δικτατορίας στην Ελλάδα και μέχρι της αντλήσεως του πρώτου ελληνικού πετρελαίου (Ιούλιος 1981) χαρακτηρίζεται ως περίοδος παρασκηνίων γύρω από τα πετρελαϊκά πράγματα του Αιγαίου. Χαρακτηριστικά γνωρίσματα της περιόδου αυτής είναι οι ανακριβείς δηλώσεις της αμερικανικής εταιρείας Oceanic, σχετικά με την ημερήσια παραγωγή πετρελαίου του κοιτάσματος ΠΡΙΝΟΣ και το χρονικό ορίζοντα εκμετάλλευσης του κοιτάσματος. Ηδη τα στοιχεία αυτά επί των οποίων στηρίχθηκε η σύμβαση άντλησης και εκμετάλλευσης του κοιτάσματος του Πρίνου έχουν διαψευσθεί.
Μετά τη λήξη των ερευνών πετρελαίου στην περιοχή του Πρίνου, η Τουρκία θέτει θέμα συνεκμετάλλευσης των πετρελαίων του Αιγαίου. Η κατάσταση αυτή μετά από μια μεγάλη περίοδο ύφεσης φτάνει στην κρίση του 1987, ενώ στο μεταξύ έχουν συμβεί διάφορα άλλα αποτρεπτικά γεγονότα, που θα βοηθούσαν στη διευκρίνιση του πραγματικού μεγέθους του κοιτάσματος πετρελαίου στο Βόρειο Αιγαίο. Ετσι, οι Ρουμάνοι τεχνικοί της ROM-PETROL φαίνεται ότι έλαβαν ανακριβή στοιχεία από την Oceanic κατά τη διενέργεια των γεωτρήσεων στην περιοχή του Νέστου, για λογαριασμό του Ελληνικού Δημοσίου.
Τα τελευταία δέκα χρόνια, το καθεστώς εκμετάλλευσης των κοιτασμάτων πετρελαίου του Αιγαίου εξελίχθηκε σε ένα εξαιρετικά περίπλοκο πολιτικό πρόβλημα, με τα εξής χαρακτηριστικά:
Δεν είναι τυχαίο ότι, όταν οι αμερικανικές κυβερνήσεις καταγγέλλουν τον εθνικισμό, εννοούν τον οικονομικό εθνικισμό, το δικαίωμα δηλαδή της προστασίας του εθνικού πλούτου (κυρίως των φυσικών πόρων) που διαθέτουν μη ισχυρά κράτη. Καθώς ο πληθυσμός της Γης διπλασιάστηκε από τα μέσα του 20ού αιώνα και η οικονομία πενταπλασιάστηκε σε μέγεθος, η ζήτηση των φυσικών πόρων πήρε εκρηκτικές διαστάσεις.
Από το 1950, η χρήση του νερού τριπλασιάστηκε, η καύση ορυκτών καυσίμων αυξήθηκε περίπου τέσσερις φορές, όπως και οι εκπομπές άνθρακα. Η συνεχώς ανερχόμενη ζήτηση φυσικών πόρων αρχίζει να υπερβαίνει την ικανότητα των φυσικών συστημάτων της Γης. Στο βαθμό που διαδραματίζεται αυτή η εξέλιξη, η πλανητική οικονομία πλήττει τα θεμέλια πάνω στα οποία αναπτύσσεται.
Οι λεγόμενες «ειρηνευτικές διαδικασίες», που προωθούν οι Αμερικανοί στις περιοχές με πλούσιες πρώτες ύλες, δεν είναι τίποτα άλλο παρά πράξεις που εξασφαλίζουν τον έλεγχο των πόρων αυτών από τις ΗΠΑ. Οι «ειρηνευτικές διαδικασίες» των ΗΠΑ, με τις οποίες προασπίζονται τα «ζωτικά εθνικά συμφέροντα» της συγκεκριμένης χώρας, στοχεύουν στην αύξηση των κερδών των υπερεθνικών αμερικανικών εταιρειών με προσαρμογή των παλιών μεθόδων εκμετάλλευσης του λεγόμενου τρίτου κόσμου.
Η κυριαρχία επ' αυτού δεν ασκείται πλέον με τις γνωστές αποικιοκρατικές μεθόδους, αλλά μέσω ενός πολυεθνικού στρατού με μισθοφορική φυσιογνωμία (NATO) και τη συνδρομή μιας τοπικής βιτρίνας, που είναι ένα κράμα ντόπιων οικονομικών συμφερόντων, διαπλεκόμενων ισχυρά με τις κυβερνήσεις των κρατών.
Η περιοχή των Βαλκανίων και της Νοτιοανατολικής Ευρώπης, με την ευρύτερη έννοια, αποτελεί συστατικό της στρατηγικής των ΗΠΑ στη μόνιμη επιδίωξή τους να ελέγχουν τους μη ανανεώσιμους φυσικούς πόρους, τα στρατηγικά ορυκτά και κυρίως το πετρέλαιο. Η πετρελαϊκή πολιτική των ΗΠΑ επέδειξε το μέγιστο βαθμό σταθερότητας μέσα στο χρόνο, δηλαδή δεν αποτελεί μόνο μια πολιτική ελέγχου των πρώτων υλών από τις οποίες οι ίδιες έχουν ανάγκη, αλλά ελέγχου και των πηγών τροφοδοσίας των διεθνών ανταγωνιστών τους, και ιδιαιτέρως της Ευρωπαϊκής Ενωσης αλλά και της Ιαπωνίας, της οποίας τις εισαγωγές σε πετρέλαιο τις ελέγχουν αδιάλειπτα από το 1949.
Αν λάβουμε υπόψη ότι από το 1900 ως σήμερα, σε αυτόν τον αιώνα, ο πληθυσμός των Ηνωμένων Πολιτειών αυξήθηκε τέσσερις φορές, αλλά η ανάγκη για χρησιμοποίηση πρώτων υλών αυξήθηκε δεκαεπτά φορές, τότε μπορούμε να καταλάβουμε το ρόλο του διεθνή χωροφύλακα των ΗΠΑ με το μανδύα των δήθεν ειρηνευτικών διαδικασιών.
Να θυμηθούμε μερικές από τις πιο πρόσφατες αυτές «ειρηνευτικές διαδικασίες», όπως: Ο διαμελισμός του Βελγικού Κονγκό χάριν των ουρανιούχων αποθεμάτων του, τα γεγονότα της Περσίας μετά την εθνικοποίηση των πετρελαίων της (Μοσαντέκ), η εγκαθίδρυση της στρατιωτικής δικτατορίας του Πινοσέτ στη Χιλή, όταν η εθνικοποίηση των ορυχείων χαλκού της χώρας αυτής ήταν πλέον ορατή, ο πόλεμος του Κόλπου, χάριν του ελέγχου των πετρελαϊκών κοιτασμάτων των Αραβικών (Αμερικανικών) Εμιράτων, η υποκίνηση και ενίσχυση των Τσετσένων ανταρτών, χάριν των πλούσιων κοιτασμάτων πετρελαίου της Κασπίας Θάλασσας, η σύλληψη και φυλάκιση του Κούρδου ηγέτη Οτσαλάν, προκειμένου να σβήσει κάθε ίχνος κουρδικής αντίστασης, για να περάσει με ασφάλεια ο μεγαλύτερος αγωγός πετρελαίου όλων των εποχών από το Τσεϊχάν.
Οσα αναφέρθηκαν πιο πάνω αποτελούν ένα μικρό δείγμα των περίφημων «ειρηνευτικών διαδικασιών», που επιβάλλονται στους μικρούς ανήμπορους λαούς, με στόχο τη διαρπαγή των φυσικών και άλλων πόρων, για να επαληθευτεί μέχρι τις μέρες μας η ρήση του Σενέκα: «Σε όλους τους πολέμους, από τον Τρωικό ίσαμε σήμερα, το κυριότερο ελατήριο υπήρξε η κλοπή και η διαρπαγή».
Φοβούμαι ότι τα Βαλκάνια θα είναι για αρκετά χρόνια θέατρο επιχειρήσεων «ειρηνευτικών διαδικασιών» των Αμερικανο - ΝΑΤΟικών συμφερόντων, με κύριο στόχο τα μεγάλα πετρελαϊκά κοιτάσματα του Βορείου Ιονίου και των αλβανικών παραλίων της Αδριατικής, καθώς και τα τεράστια υποθαλάσσια κοιτάσματα του Βορείου Αιγαίου.
Τα κύρια μεταλλεύματα της Αλβανίας είναι ο αρίστης ποιότητας χρωμίτης, οι πλουσιότατοι σε νικέλιο σιδηρονικελιούχοι λατερίτες απ' όπου εξάγεται σιδηρονικέλιο και τα διάσπαρτα χαλκούχα κοιτάσματα που αποτελούν την πρώτη ύλη για την παραγωγή χαλκού και χαλκοσυρμάτων. Επίσης, εξορύσσονται βιομηχανικά ορυκτά υψηλής ποιότητας από τάλκη, καολίνη και ορυκτοί άνθρακες (κυρίως λιγνίτες) που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας.
Τέλος, πλούσια κοιτάσματα πετρελαίου βρίσκονται σε εκμετάλλευση εδώ και 70 χρόνια, παράγοντας μέχρι και 60 χιλιάδες βαρέλια ανά ημέρα αργό πετρέλαιο (τη δεκαετία του '60) και παρά την εκμετάλλευση, η απόληψη δεν έχει φθάσει ακόμη ούτε στο 30% των καταγεγραμμένων αποθεμάτων. Βεβαίως, οι προοπτικές για την ανεύρεση νέων κοιτασμάτων ιδιαίτερα στις ακτές του Ιονίου και της Αδριατικής είναι τεράστιες.
(αναδημοσίευση από το ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗ 23/01/2011)