Καλή τύχη παιδιά
Χρόνος ανάγνωσης :
3'του Σπύρου Γκέλη
Όλα άρχισαν το Σεπτέμβρη που ξεκίνησα τη Β’ Λυκείου. Γύρισα μια μέρα από το σχολείο και έλειπε ο υπολογιστής μου. Στη θέση του ήταν η φιλόλογος θεία μου: «Θες στ’ αλήθεια να δώσεις Πανελλήνιες; Αν ναι, ξέχνα το αυτό για δυο χρόνια». Το ξέχασα. Όπως και τις βόλτες, τις εκδρομές, τα κορίτσια, την τηλεόραση, τα «εξωσχολικά» βιβλία, τις συναυλίες. Όλα. Για δύο χρόνια διάβαζα. Ατελείωτα. Μέρες, νύχτες, σαββατοκύριακα, Πάσχα, Χριστούγεννα, γιορτές, γενέθλια. Έκανα υπομονή, ήθελα να περάσω στο Πανεπιστήμιο και ήμουν έτοιμος να θυσιάσω τα πάντα. Και τα θυσίασα. Και ήμουν καλός. «Του δεκαεννιά». Μόνο που το 19 δεν έφτανε για να περάσεις στην Ιατρική. Γιατί για να μπεις στην Ιατρική έπρεπε μεν να βγάλεις «μέσο όρο 19», αλλά στην Έκθεση δεν έπαιρνες 19, οπότε έπρεπε να γράψεις 20 στα άλλα τρία μαθήματα (τόσα ήταν τότε) και να ελπίζεις σε ό,τι καλύτερο. Δυο χρόνια κυνηγούσα το 20, το τέλειο, το αψεγάδιαστο. Έμαθα τα βιβλία απ’ έξω (ακόμα θυμάμαι, σχεδόν 20 χρόνια μετά, σε ποια σελίδα είναι τι στη Βιολογία).
-Πώς έγραψες στο διαγώνισμα στο φροντιστήριο;
-Μέτρια. 19,2.
-Έλα ρε μη στενοχωριέσαι. Την άλλη φορά θα είναι καλύτερα.
Έφτασε ο καιρός. Έδωσα. Έγραψα. Περίμενα. Θυμάμαι ακόμα εκείνη τη στιγμή που έβλεπα στον τοίχο το όνομα μου. Θυμάμαι να παγώνει ο χρόνος, να σταματάνε οι ήχοι γύρω μου, να μπαίνει ένα βουητό στο κεφάλι μου και μια ζάλη. Θυμάμαι να φεύγω από τους δικούς μου και να περπατάω στους δρόμους. Θυμάμαι να αγοράζω μια μπύρα (δεν έπινα μπύρα τότε) και να ανεβαίνω σε μια μπαλαρίνα σε ένα λούνα-παρκ στην Πειραϊκή για να ζαλιστώ. 16,75 μέσο όρο. Όχι δεκαεννιά. 16,75. Ούτε ΤΕΙ δεν περνούσες τότε με 16,75. Κάποια στιγμή γύρισα σπίτι. Άρχισαν τα «δεν πειράζει». Τίποτα δεν με έχει πονέσει περισσότερο από εκείνα τα «δεν πειράζει». Από γνωστούς, φίλους, γείτονες. Όλοι να λένε «δεν πειράζει» ενώ δεν υπήρχε τίποτα που να με πειράζει περισσότερο. Πέρασα ένα καλοκαίρι στην κατάθλιψη. Ήρθε το φθινόπωρο, «έπρεπε να ξαναδώσω». Την πρώτη βδομάδα που ξεκίνησα να λύνω κάτι ασκήσεις Χημείας έπιασα τον εαυτό μου να «θυμάται» αποτελέσματα σε πολύπλοκες υπολογιστικές πράξεις, πριν τις κάνω με το κομπιουτεράκι. Αισθάνθηκα ότι τρελαίνομαι. Πήγα στη μάνα μου, που έβλεπε ανυποψίαστη τηλεόραση. Της είπα «έχουμε δυνατότητα να σπουδάσω στο εξωτερικό»; Μου απάντησε τρομαγμένη «ναι». Παράτησα τις Πανελλήνιες, παρά τις απεγνωσμένες εκκλήσεις όλων. Γράφτηκα Ιταλικά. Για μήνες δεν ασχολούμουν πια με αυτές. Την άνοιξη, η ίδια θεία με έπεισε με πολύ κόπο να ξαναδώσω. Δέχτηκα με δύο όρους: Δεν θα έκανα φροντιστήριο και δεν θα σταματούσα τα Ιταλικά. Το είδα σαν αστείο. Έδωσα χωρίς να με νοιάζει και σχεδόν χωρίς να διαβάσω. Ονειρευόμουνα ήδη τη νέα μου ζωή στην Ιατρική της Πάντοβα, στην Ιταλία. Μια ζωή που δεν έζησα γιατί πέρασα στο Βιολογικό της Θεσσαλονίκης. Και βρέθηκα σε μια πόλη που ερωτεύτηκα. Σε μια επιστήμη που ερωτεύτηκα. Με ανθρώπους που ερωτεύτηκα. Και πήρα πτυχίο, και έκανα μεταπτυχιακό, διδακτορικό, μεταδιδακτορικό. Και τώρα διδάσκω στο Πανεπιστήμιο. Κι ακόμα, 20 χρόνια μετά, δεν κατάλαβα γιατί «δεν έγραψα» εκείνη την πρώτη φορά. Ούτε γιατί έπρεπε να περάσω από εκείνες τις αδιανόητες εισαγωγικές που ζητούσαν από εφήβους αντί να ερωτεύονται και να χαίρονται τη γνώση να είναι «αψεγάδιαστοι», να γίνουν κάτι που δεν υπάρχει. Κατάλαβα όμως ότι όλα αυτά «συνωμότησαν» για να βρω το δρόμο που ήθελα να περπατήσω. Κατάλαβα ότι αυτό το απάνθρωπο, εξευτελιστικό για την παιδεία και την αξιοπρέπεια των μαθητών σύστημα, δεν μπορεί να αλλάξει τίποτα σπουδαίο. Αυτή η «επιτυχία» που ψάχναμε στις Πανελλήνιες ως έφηβοι είναι ίδια με όλες τις άλλες που ψάχνουμε αργότερα: ασήμαντη, αν δεν είναι η ίδια μας η βαθιά επιθυμία. Κι ευτυχώς, οι επιθυμίες μας είναι μέσα μας, ανέγγιχτες (και μάλλον ανεύρετες σε αυτήν την ηλικία). Χρειάζεται μόνο να τις ακούσουμε. Και να βρούμε τη δύναμη να τις ακολουθήσουμε. Και αυτό συνήθως δεν μας το μαθαίνει κανείς.
Υ.Γ. Καλή τύχη παιδιά. Όχι «καλή επιτυχία». Η επιτυχία είναι πάντα καλή και η αποτυχία πάντα διδακτική. Καλή τύχη με τις επιθυμίες σας, είτε περνάνε από το Πανεπιστήμιο είτε από όποιο άλλο δρόμο διαβείτε.
πηγή: www.parallaximag.gr