Άρθρα - Γνώμες

02/07/2013 - 07:41

Το κουτάκι της Σμυρνιάς Πανδώρας…

yle="text-align: justify;">του Στρατή Μπαλάσκα

Σμύρνη. Με τον αγέρα γεμάτο θλίψη από ετούτο το ανείπωτο κακό... Στην Πλατεία Δημοκρατίας, εκεί όπου σήμερα στέκει το θεόρατο άγαλμα του έφιππου Κεμάλ, εκεί όπου τότε χτυπούσε η καρδιά ενός Ρωμαίικου που μεγαλουργούσε.
Ανιστορείς τον Αύγουστο εκείνο που το μέτωπο στα ανατολικά είχε σπάσει. Οι πρώτοι διωγμένοι φτάνανε στην ακτή κουβαλώντας τα πρώτα μαντάτα της καταστροφής του ονείρου. Τα καράβια με τα αρχεία, τους υποχωρούντες στρατιώτες, τους χωροφύλακες (προπάντων ετούτους) που φεύγανε για τα νησιά. Κι εκεί στη σμυρναίικη προκυμαία, έτοιμη να πνιγεί στα νερά του μπροστινού κόλπου του Ερμαίου, έστεκε η Μεγάλη Ιδέα. Τη συμπαρέσυραν λίγες μέρες μετά κι αυτήν, οι χιλιάδες που σπρώχτηκαν σε ετούτη τη στενή λωρίδα γης. Οι πρωταγωνιστές της Εξόδου του Ελληνισμού για την οποία ποτέ και κανένα Πάσχα δε θεσπίστηκε.

Σε εκείνη την Προκυμαία, λοιπόν, όπως και τότε... Ο αγέρας. επιμένεις να το θυμίζεις στον εαυτό σου, γεμάτος από τη μυρωδιά των δακρυγόνων και των φωνών. Λες για τούτο η θάλασσα ετούτη, εδώ μπροστά στα πόδια σου να παίρνει ετούτο το αιμάτινο χρώμα; Λες να ‘ναι αυτός ο λόγος που ο ήλιος, αιμάτινος κι αυτός, βουτά πίσω από τους λόφους του καρσινού Κορδελιού;

Ο ιδρώτας σου, καυτός κι αλμυρός συνάμα, γλιστρά στο μέτωπό σου. Τον νιώθεις, σταγόνα - σταγόνα καθώς προσπερνά τα φρύδια σου, χαϊδεύει το μάγουλό σου, κυλά κατά μήκος της λακκούβας σπάνω από την άκρη των χειλιών σου ίσια στο λαιμό σου. Σφίγγεσαι... «Εν αρχή ην ο λόγος...» σε ετούτη την πολιτεία που λεγόταν Σμύρνα από τους ιδρυτές της. Σμύρνα λες και μοσχοβολά η θάλασσα που είδε τα καράβια των κυνηγημένων Αιολέων από τους Λυδούς του Αλυάττη. Τα καράβια που ξανοίγονταν για να κρυφτούν από το μαχαίρι μα και τη λυδική μεγαλοπρέπεια. Γιατί σε ετούτο τον τόπο ποτές δε λάτρεψαν τη μεγαλοπρέπεια - τι λέει για μεγαλοπρέπεια; -, την ξιπασιά που πατά σε αίματα και σωρούς νεκρωμένες σάρκες.

«Εν αρχή ην ο λόγος» στα σοκάκια του σωσμένου απ’ τη φωτιά μαχαλά των Σμυρνιών Φραγκολεβαντίνων. Σε ένα από τα σπίτια που «γλύτωσε». Γλύτωσε; Μπαρ «Λόγος» με φαρδιά πλατιά γραμμένο το όνομά του, εις αιώνια δόξα του κρεμάμενου στους τοίχους του Ναζίμ Χικμέτ και του αληθούς λόγου που λατρεύεται εις τους αιώνες των αιώνων στη Σμύρνα που ακόμα και σήμερα τη λένε «γκιαούρ Ιζμίρ» (άπιστη Σμύρνη).

«Μα ποιοι νίκησαν;» ρωτάς. Ποιοι νίκησαν; Σηκώνει τους ώμους ο γιος ενός νικημένου. Δεν ξέρει; Δεν ξέρεις; Στους δρόμους του Άλσαντζακ, πίσω απ’ το παλιό Κορδόνι τα σαχνισίνια όρθια ακόμα, εις τους αιώνας των αιώνων κι αυτά, μαρτυρούν τους νικητές. Τους ματωμένους Αιολείς με αρχηγό έναν κάποιο Πέτρο Κόκκινο. Ποιος ξέρει τον Πέτρο Κόκκινο; Κάποιος τον ξέθαψε κι ένας άλλος έτσι χωρίς λόγο ονομάτισε με το όνομά του το σωσμένο σμυρνιό σοκάκι. Να σκάσει από τη ζήλια του ο Τούρκος Λάμαχος που πρότεινε τη μετονομασία της Σμύρνης. Να σκάσουν όλοι οι Λάμαχοι της γειτονιάς που δεν καταλαβαίνουν το διάλογο με το Σουλεϊμάν γύρω από ένα ποτήρι ρακιού.

Το παράπονό του για το ότι δε φυσά ώρες τώρα ο δροσερός αγέρας της Σμύρνης, ο Μπάτης. Ο Μπάτης που όμως ακούει. Και σαν κάποιος φωνάζει: «Φύσα, ρε πατριώτη γερο-Μπάτη», αυτός φυσά. Να δροσίσει το κούτελό του, να φχαριστηθεί το ρακί με το φίλο, να ανασάνει φρέσκο σμυρνιό αγέρα, αυτός ο ηττημένος που γύρισε για λίγο μέσα στο χαμό και τη δοκιμασία των «νικητών».

Στα μάτια σου ακόμα εικονίζεται η πόλη, η πρωτεύουσα στην πατρίδα της ψυχής. Και σαν οι εικόνες από το θανατικό σού πληγώνουν την καρδιά, εσύ θυμάσαι πως οι ηττημένοι συγχωρούν τα πάντα και μαζί με αυτά και τους πάντες. Εσένα... Ένα κόκκινο αυγουστιάτικο δειλινό την ώρα που ο ήλιος έδυε πίσω από το Κορδελιό κι ένα φεγγάρι την ίδια ώρα που ανέτελλε πίσω από το όρος Πάγος φώτιζε τα μάτια σου. Να κατάλαβες, άραγε, ετούτες τις μέρες ποιος νίκησε πριν τόσα χρόνια, ποιος έμεινε ο άρχοντας στη γειτονιά και τι περιλαμβάνει το δικό μας μοναδικό κουτάκι της Πανδώρας;
 

πηγη: εφημερίδα ΕΜΠΡΟΣ

Μοιράσου το άρθρο!