Frontex: Τα "κόλπα" τους στη Λέσβο και στα σύνορα!
Frontex 1: Αναζητώντας μια μόνιμη κρίση (Αύγουστος 2010)
Λίγα μόνο λεπτά έχουν περάσει από τις 10 μ.μ., όταν ένα επίμονο σημάδι εμφανίζεται στο ραντάρ του φουσκωτού ταχύπλοου της Frontex που περιπολεί δυτικά της Λέσβου, πέντε χιλιόμετρα από τις τουρκικές ακτές.
Οι δύο Φινλανδοί συνοριακοί φρουροί, μέλη της πολυεθνικής δύναμης η οποία έχει αναπτυχθεί στη Λέσβο και σε πολλά άλλα νησιά κατά μήκος των ελληνικών θαλάσσιων συνόρων, θεωρούν ότι πρόκειται για σημαντική ένδειξη. Αφού πλησιάσουν το στόχο τους, σβήνουν τη μηχανή και τα φώτα. Ο ένας σκαρφαλώνει ψηλά και σκανάρει το γύρω χώρο με γυαλιά νυχτερινής οράσεως, ενώ ο άλλος εξηγεί, «είναι πολύ δύσκολο για το ραντάρ να εντοπίσει μικρά φουσκωτά σκάφη. Τις νύχτες χωρίς φεγγάρι μπορεί να περάσεις από δίπλα τους χωρίς να τα παρατηρήσεις. Είναι ουσιαστικά αόρατα».
Το «Frontex» είναι η κωδική ονομασία του «Ευρωπαϊκού Οργανισμού για τη Διαχείριση της Επιχειρησιακής Συνεργασίας στα Εξωτερικά Σύνορα των Κρατών Μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης». Ο οργανισμός πρώτο-εμφανίσθηκε το 2004 και άρχισε να οργανώνει επιχειρήσεις ήδη από το 2005. Από το φθινόπωρο του 2009, όταν όλες οι εισροές μεταναστών προς στην Ευρώπη μετατοπίστηκαν προς το Αιγαίο Πέλαγος, τα πληρώματά του που αποτελούνται από μικτές ομάδες συνοριοφυλάκων και λιμενικών όλων των χωρών μελών της Συνθήκης του Σένγκεν, πραγματοποιούν διαρκώς αυξανόμενες περιπολίες στα ελληνοτουρκικά ναυτικά σύνορα.
Αυτή τη φορά δεν υπάρχει κάποιο περιστατικό, μόνο ένας λάθος συναγερμός. «Από τότε που η Frontex καθιέρωσε την παρουσία της, η κίνηση κατά μήκος του πελάγους έχει μειωθεί σχεδόν κατά 70%» αναφέρει ένας από τους συνοριοφύλακες ο οποίος ζήτησε να παραμείνει ανώνυμος προκειμένου να επιβιβαστούμε στο σκάφος. «Οι διακινητές ώθησαν την κίνηση προς τα βόρεια, τώρα στέλνουν ανθρώπους να διασχίσουν τον Έβρο». Και η Frontex τους ακολούθησε επεκτείνοντας τις επιχειρήσεις της στη ξηρά.
Στην αρχή διακριτικά, από προχθές όμως, έπειτα από έκκληση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη, ετοιμάζεται να αναβαθμίσει την παρουσία της στα χερσαία σύνορα, όπου διαδραματίζεται μια πραγματική ανθρωπιστική κρίση με την άφιξη εκατοντάδων ανθρώπων καθημερινά, αναλαμβάνοντας ουσιαστικά τον πλήρη έλεγχο της αστυνόμευσης των συνόρων στην περιοχή. Έτσι για πρώτη φορά ενεργοποιείται ο κανονισμό της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ν. 863/2007 της 11ης Ιουλίου του 2007, ο οποίος θέσπισε Ομάδες Ταχείας Επέμβασης αποτελούμενες πολυεθνικά ευρωπαϊκά σώματα συνοριοφυλακής, τα οποία έχουν το δικαίωμα να δρουν στην επικράτεια άλλων κρατών μελών σε έκτακτες περιπτώσεις.
Ωστόσο, ο Έβρος είναι επικίνδυνο πέρασμα και επισήμως έχει ήδη κοστίσει τη ζωή τουλάχιστον 50 ατόμων τους πρώτους έξι μήνες του 2010. Ο πραγματικός αριθμός των νεκρών μπορεί να είναι σημαντικά υψηλότερος. Πράγμα που έχει ήδη προκαλέσει επικρίσεις της ελληνικής και ευρωπαϊκής πολιτικής για τα εξωτερικά σύνορα και τη μετανάστευση, η οποία αφορά και τη συμμετοχή της Frontex στη στρατιωτικοποίηση των ευρωπαϊκών εξωτερικών συνόρων.
Η Νατάσα Στραχίνη, μέλος της ευρέως γνωστής «Ομάδας Δικηγόρων για τα Δικαιώματα των Προσφύγων και Μεταναστών», πρόσφατα επέστρεψε από ένα διερευνητικό ταξίδι στον Έβρο. Υποστηρίζει ότι η στρατηγική της Frontex είναι να μεταφέρει την ευθύνη για τον χειρισμό των προσφύγων σε τρίτες χώρες, που συνορεύουν με την ΕΕ. «Η αστυνομία στον Έβρο θέτει υπό κράτηση και επιστρέφει στην Τουρκία ανθρώπους που έρχονται από το Ιράκ, το Ιράν και τη Συρία. Οι Αφγανοί πολίτες αφήνονταν ελεύθεροι μέχρι πρόσφατα, ωστόσο φαίνεται ότι, πλέον, και αυτοί τίθενται υπό κράτηση για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα. Αυτό σημαίνει ότι ίσως σύντομα αρχίσουν και εκείνοι να επαναπροωθούνται».
Με την άφιξη του οργανισμού στην Ελλάδα εντάθηκαν οι προσπάθειες να ξανατεθεί σε ισχύ το πρωτόκολλο επαναπροώθησης, το οποίο είχε υπογραφεί μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας το 2001, αλλά είχε μείνει ανενεργό. Από τότε που ενεπλάκη στην νοτιοανατολική Ευρώπη, η Frontex έχει παίξει ενεργό ρόλο στην προώθηση της διμερούς συνεργασίας για τον έλεγχο της εισροής μεταναστών και την επιστροφή των συλληφθέντων μεταξύ των χωρών που βρίσκονται στα ευρωπαϊκά σύνορα και των γειτόνων τους –κυρίως μεταξύ της Ισπανίας και του Μαρόκου, της Ιταλίας και της Λιβύης.
Εδώ και ενάμιση χρόνο με αυστηρό επαγγελματισμό η Frontex συντονίζει θαλάσσιες περιπολίες, αναγνωριστικές πτήσεις και επιχειρήσεις στις ακτές ή την ξηρά της Ελληνικής περιφέρειας. Επίσης, διατηρεί ένα δίκτυο ειδικών με το καθήκον να προσδιορίζουν την πραγματική χώρα προέλευσης των κρατουμένων μεταναστών, μία διαδικασία στην οποία η Frontex έχει δώσει την κωδική ονομασία «screening».
Ωστόσο, αυτή η πολιτική θέτει σε κίνδυνο τα δικαιώματα πολλών προσφύγων. «Εφόσον η Frontex είναι παρούσα στις περιοχές διακίνησης, αυτό σημαίνει ότι έχει υπόψιν τις παρατυπίες που συμβαίνουν. Υπάρχουν ισχυρές αποδείξεις σχετικά με παράνομες επαναπροωθήσεις και άρνηση θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Τουρκία», λέει η κα Στραχίνη.
Οι άνθρωποι που αποτυγχάνουν να αποδείξουν ότι διαθέτουν τις προϋποθέσεις για διεθνή προστασία κατά τη διάρκεια της διαδικασίας «screening» είναι εκείνοι που επιστρέφονται άμεσα. Ωστόσο, ακτιβιστές της ομάδας «Welcome to Europe» (w2E), που έχουν πραγματοποιήσει πολλές επιτόπιες έρευνες με μετανάστες σε όλη τη χώρα, καθώς και δικηγόροι που προασπίζονται τα δικαιώματα των προσφύγων διατηρούν σοβαρές αμφιβολίες σχετικά με τις μεθόδους ταυτοποίησης. «Κανείς δεν ξέρει ποιοι είναι αυτοί οι διαλογείς και πώς πραγματοποιούν τις συνεντεύξεις. Είναι άτομα χωρίς κοινοποιημένα διαπιστευτήρια, που δρουν σε αδιευκρίνιστο πλαίσιο, το οποίο μέσα σε μία δεκάλεπτη συζήτηση καθορίζει τις ζωές ανθρώπων» επισημαίνει η ανθρωπολόγος και μέλος της w2E, Σαλίνια Στρουξ.
Ωστόσο η Frontex λαμβάνει μέτρα ώστε να μην κατηγορηθεί ότι θέτει κίνδυνο τα ανθρώπινα δικαιώματα όσων υποβάλλονται στη διαδικασία διαλογής ή το πλαίσιο δράσης των ειδικών της.
Τον περασμένο Μάιο, η Frontex υπέγραψε ένα σύμφωνο συνεργασίας με τον Οργανισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τα Θεμελιώδη Δικαιώματα, για να τη βοηθήσει να «ενσωματώσει μία προσέγγιση συμβατή με τα θεμελιώδη δικαιώματα στις δραστηριότητες της». Αξιωματικοί αποσπασμένοι από τις ευρωπαϊκές κρατικές αρχές στο ανθρώπινο δυναμικό της Frontex θα πρέπει να είναι καταρτισμένοι σε βασικά ζητήματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Επιπλέον οι διαδικασίες που προβλέπονται στις επιχειρήσεις δεν εκθέτουν επισήμως τον οργανισμό. Κατά την διάρκεια της έρευνας στη Λέσβο έγινε σαφές ότι οι ειδικοί «προτείνουν» μια χώρα καταγωγής, η οποία στη συνέχεια καταγράφεται επισήμως από τις εθνικές αστυνομικές αρχές. Παρουσία δημοσιογράφου, ο τότε Λεττονός διοικητής του προσωπικού της Frontex στη Λέσβο έλαβε ένα τηλεφώνημα επιβεβαίωσης και στη συνέχεια πληροφόρησε την τοπική αστυνομία για την εθνικότητα των ατόμων που είχαν συλληφθεί την προηγούμενη νύχτα από μία Ρουμανική περίπολο. Αυτό σημαίνει ότι οι ειδικοί του οργανισμού δεν μπορούν να θεωρηθούν υπεύθυνοι σε περίπτωση λάθους που θα οδηγήσει στην επιστροφή ατόμου που διατρέχει κίνδυνο.
Αιτήσεις για συνεντεύξεις με διαλογείς που βρίσκονταν στη Λέσβο κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού απορρίφθηκαν ή αγνοήθηκαν επανειλημμένα από τις Βρετανικές, Δανέζικες και Νορβηγικές συνοριακές αρχές.
Παρομοίως σε κάθε περιπολία ή άλλη επιχείρηση παρίσταται προσωπικό των αρχών του κράτους μέλους που, εκτός από ουσιαστικά θέματα επικοινωνίας, τυπικά φέρει την ευθύνη στη διάρκεια της επιχείρησης.
Όταν η κα Στραχίνη ρωτήθηκε εάν αυτή η προσέγγιση φανερώνει μια προσπάθεια να δημιουργηθεί μία γκρίζα ζώνη όπου η Frontex θα έχει τη δυνατότητα να επηρεάζει απευθείας τη μεταναστευτική πολιτική των ευρωπαϊκών κρατών μελών και να διαμορφώνει τον χαρακτήρα των επιχειρήσεων στο πεδίο, χωρίς επισήμως να επωμίζεται την ευθύνη για τις παρατυπίες που προκύπτουν, απαντά: «Η μεθόριος είναι μια άγρια πραγματικότητα. Αν αυτό το έχεις ζήσει, γνωρίζεις ότι κανένα πλαίσιο δράσης δεν μπορεί να προβλέψει όλες τις πιθανότητες να πάει κάτι λάθος και να καλύψει ένα θεσμό ο οποίος ασκεί εκτελεστική εξουσία εκεί. Επομένως, γενικά μιλώντας, ναι, φαίνεται πως η Frontex διαμορφώνει μία πραγματικότητα πανοπτικού. Θα είναι παρούσα παντού, αλλά εκτεθειμένη πουθενά».
Πριν από λίγες εβδομάδες, η Frontex άνοιξε τα πρώτα περιφερειακά γραφεία της στην Ελλάδα, εδραιώνοντας μόνιμη παρουσία στη χώρα. Τα γραφεία βρίσκονται στον πύργο του κτιρίου της Ελληνικής Ακτοφυλακής στον Πειραιά, στο μεγαλύτερο λιμάνι της χώρας, μέρος το οποίο και αρχιτεκτονικά ταιριάζει απόλυτα στην ιδέα του πανοπτικού.
Όταν ρωτήθηκε για το εάν είναι δυνατόν να καταλογιστούν ευθύνες στη Frontex για τις παρατυπίες που προκύπτουν στην Ελληνική μεθόριο, το φινλανδικό πλήρωμα στη Λέσβο έκανε ξεκάθαρα τη διάκριση μεταξύ μίας επιχείρησης ασφαλείας στη θάλασσα και των διεθνών πολιτικών ασφαλείας. «Αυτό που κάνουμε εδώ είναι να δυσχεραίνουμε το έργο των διακινητών και να προστατεύουμε τους ανθρώπους που βρίσκονται σε κίνδυνο στη θάλασσα. Αυτό είναι σημαντικό και θεμιτό. Υπάρχουν πολλές πολιτικές πτυχές στο ζήτημα της Frontex, όμως η θάλασσα δεν είναι το κατάλληλο μέρος για να λάβει κάποιος αυτές τις απαντήσεις».
Frontex 2 : Φτάνοντας στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος της Ευρωπαϊκής Πολιτικής Ασφάλειας (Σεπτέμβρης 2010)
Η ένταση στη φωνή που ακούγεται από την άλλη άκρη της γραμμής εντείνεται όταν γίνεται ξεκάθαρο ότι αυτό το τηλεφώνημα αφορά τη Frontex. «Δεν έχουμε ξεκάθαρη εικόνα για το ποιος τους ελέγχει» αναφέρει η Φρανσίσκα Κέλερ, μέλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στην ομάδα των Πρασίνων/Ευρωπαϊκή Ελεύθερη Συμμαχία.
«Υπάρχουν πολιτικές δυνάμεις που συνηγορούν υπέρ του να δοθούν επιπλέον πόροι και ισχύς, με το σκεπτικό ότι η Frontex είναι το όργανο που η Ευρώπη πρέπει να χρησιμοποιήσει εναντίον της παράνομης μετανάστευσης. Η ισχύς της μεγεθύνεται, ενώ τα ερωτήματα του ελέγχου των εξουσιών και των ευθυνών της παραμένουν αναπάντητα».
Καθώς όμως ο οργανισμός αναπτύσσεται, προκαλεί διχασμό ακόμα και μεταξύ των ευρωπαϊκών κρατών μελών. Στις 26 Απριλίου του 2010 το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο υπερψήφισε μια συμπληρωματική οδηγία (2010/252/ΕΕ) στον Κώδικα Συνόρων του Σένγκεν, σχετικά με την επιτήρηση των εξωτερικών θαλάσσιων συνόρων, στο πλαίσιο της επιχειρησιακής συνεργασίας που οργανώνει η Frontex. Οι νέοι κανόνες προέβλεπαν ότι τα κράτη μέλη που φιλοξενούν αποστολές υπό την ηγεσία της Frontex θα πρέπει να αναλάβουν την ευθύνη για όλους τους παράνομους μετανάστες που σώζονται στην ανοικτή θάλασσα, γεγονός που συνεπάγεται ότι οι αιτήσεις για άσυλο θα εξετάζονται από εκείνα.
Η Μάλτα και η Ιταλία διαφώνησαν με τους νέους κανόνες θεωρώντας τους ως ακόμα ένα μηχανισμό για την προώθηση του φόρτου των αιτήσεων για άσυλο στα κράτη μέλη που βρίσκονται στα εξωτερικά σύνορα της Ένωσης. Ο Μαλτέζος Ευρωβουλευτής Σάιμον Μπουσούτιλ από το Εθνικιστικό Ευρωπαϊκό Κόμμα, κίνησε νομικές διαδικασίες εναντίον τους στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, υποστηρίζοντας ότι υπερέβησαν τις εξουσίες του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στο πλαίσιο των ευρωπαϊκών συνθηκών.
Τα κράτη μέλη διχάστηκαν ως προς το θέμα και αποφάσισαν να ξεκαθαρίσουν τη θέση τους, όπως αποδεικνύει μια επιστολή του υπουργού Δικαιοσύνης Χιρς Μπάλιν στον Πρόεδρο της Ολλανδικής Γερουσίας στις 3 Σεπτεμβρίου του 2010. Σύμφωνα με το γράμμα, στο οποίο είχε πρόσβαση το TVXS, η θέση της ολλανδικής κυβέρνησης σχετικά με τις αιτήσεις για άσυλο μεταναστών που συλλαμβάνονται στη θάλασσα από τα πληρώματα της κατά τη διάρκεια των επιχειρήσεων της Frontex, είναι η εξής: «Μία αίτηση ασύλου μπορεί να υποβληθεί μόνο στην υπεύθυνη αρχή του κράτους στην επικράτεια του οποίου -συμπεριλαμβανομένων και των χωρικών υδάτων- έγινε η αίτηση».
Η υπόθεση βρίσκεται σε εξέλιξη στα ευρωπαϊκά δικαστήρια, στο μεταξύ, όμως, η Μάλτα αποσύρθηκε από τις επιχειρήσεις της Frontex, και η Frontex σταμάτησε τις επιχειρήσεις στα χωρικά της ύδατα. Ωστόσο η επιστολή του Υπουργού Μπάλιν θέτει κι άλλο ένα ζήτημα, το οποίο δεν έχουν εξετάσει ακόμα τα κράτη μέλη. Ενώ αυτά αποφασίζουν μεταξύ τους για το ποιος επωμίζεται την ευθύνη κατά τη διάρκεια των πολυεθνικών επιχειρήσεων, και άρα την υπευθυνότητα για κάθε λανθασμένη απόφαση σε περίπτωση απόρριψης αιτημάτων ασύλου και ταχέως επαναπατρισμού, η Frontex εξαιρείται από τη διαδικασία.
Αυτό σημαίνει ουσιαστικά ότι το προσωπικό που συμμετέχει στις επιχειρήσεις του οργανισμού έχει την εξουσία να παρεμποδίζει, συλλαμβάνει και να ταυτοποιεί άτομα που είναι πιθανό να σταλούν πίσω, σε ένα πλαίσιο το οποίο απαλλάσσει τη Frontex από οποιαδήποτε ευθύνη για την παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Αυτή θα ανήκει πάντα στο κράτος μέλος που φιλοξενεί τον οργανισμό.
«Θέσαμε αυτό το ζήτημα από το 2007, όταν η Frontex ενεπλάκη σε επαναπροωθήσεις, ενώ στις εντολές της περιγραφόταν ξεκάθαρα ότι δεν είχε τέτοια αρμοδιότητα. Η Κομισιόν και το Συμβούλιο δεν ανταποκρίθηκαν. Επίσης κανένας δεν ερευνά καταγγελίες για παρατυπίες στις οποίες υποπίπτει το προσωπικό που επιχειρεί με τη Frontex. Χωρίς έλεγχο και, εάν χρειαστεί, έρευνες για ποινικές ευθύνες, θα είναι αδύνατο να μάθουμε τη ακριβός συμβαίνει. Θέλουμε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο να αναλάβει τον έλεγχο του οργανισμού ώστε να μπορούμε να ελέγχουμε αυτά τα πράγματα», σχολίασε η Κέλερ.
Ουσιαστικά, τα κράτη μέλη είναι αυτά που φέρουν την ευθύνη από τη στιγμή που παρέχουν ανθρώπινο δυναμικό και εξοπλισμό για τη Frontex, υποστηρίζει η Κέλερ. «Η Frontex φαίνεται να λειτουργεί σε ένα κενό ελέγχου εξουσίας, έχει φοβερές αρμοδιότητες οι οποίες αυξάνονται καθημερινά χωρίς ουσιαστικά να απαντά στο πότε, γιατί και πώς αποφασίζει που θα επιχειρήσει, και πως διαπραγματεύεται και εφαρμόζει τις πολιτικές της».
Frontex 3 : Ένας θεσμός-νάνος με δυνάμεις γίγαντα (Σεπτέμβρης 2010)
Μία μικρή έρευνα σχετικά με το τι περιλαμβάνει σήμερα το πλαίσιο δράσης της Frontex, φανερώνει μία οργάνωση, η οποία μέσα σε πέντε χρόνια έχει αναρχηθεί στην καρδιά της μεταναστευτικής πολιτικής και της ευρωπαϊκής πολιτικής ασφαλείας.
Το επιχειρησιακό πεδίο της Frontex καλύπτει ένα εκτενές δίκτυο περιπολίας σε ολόκληρη τη μεσογειακή μεθοριακή γραμμή της ΕΕ, από τις ακτές της Μαυριτανίας και της Σενεγάλης ως τον ποταμό Έβρο. Η ίδια η Frontex δεν διαθέτει ακόμα τεχνικούς πόρους για συνοριακό έλεγχο, ούτε δικό της πλήρωμα για να τους χρησιμοποιεί: αμφότερα παρέχονται από ξεχωριστά κράτη μέλη σε εθελοντική βάση. Ο εξοπλισμός που χρησιμοποιείται για τις κοινές επιχειρήσεις περιλαμβάνεται στο Κεντρικό Μητρώο Διαθέσιμου Τεχνικού Εξοπλισμού (CRATE) και διατίθεται από τα κράτη μέλη για τις ανάγκες κάθε κοινής επιχείρησης μετά από αίτηση της Frontex. Παρομοίως, τα κράτη μέλη παρέχουν ειδικούς ανάλογα με τις ανάγκες κάθε αποστολής.
Ο οργανισμός επίσης βοηθά ενεργά τα κράτη μέλη στην εκπαίδευση συνοριοφυλάκων, συμπεριλαμβανομένης της εδραίωσης κοινών εκπαιδευτικών προτύπων. Για το λόγο αυτό έχει αναπτύξει ένα δίκτυο Ακαδημιών Συνεργασίας (Σχολές Συνεργασίας Frontex) σε εννέα κράτη μέλη (Ιάσιο – Ρουμανία, Τσεζένα – Ιταλία, Τραϊσκίρχεν – Αυστρία, Έσπο / Ιμάτρα – Φινλανδία, Γκάτγουικ / Ντόβερ – Ηνωμένο Βασίλειο, Άπελντορν – Ολλανδία, Βίλνιους και Μεντινίνκαϊ –Λιθουανία, Μπρατισλάβα – Σλοβακία, Λούμπεκ – Γερμανία). Αυτά τα εκπαιδευτικά κέντρα φιλοξενούν σειρές μαθημάτων οργανωμένων από τη Frontex για μικρές ομάδες (από 10 έως 20 συμμετέχοντες) και οργανώνουν συνέδρια μετεκπαίδευσης.
Η Frontex συνεργάζεται με κέντρα κράτησης και αστυνομικά τμήματα και έρχεται σε επαφή με πρεσβείες τρίτων χωρών, για την έκδοση ταξιδιωτικών εγγράφων για άτομα που πρόκειται να επαναπατριστούν. Επίσης λειτουργεί και σαν πλατφόρμα ανταλλαγής πληροφοριών ανάμεσα στα Ευρωπαϊκά κράτη μέλη. «Εάν υπάρχει συμφωνία μεταξύ της Σουηδίας και της Νιγηρίας για την επιστροφή 30 ανθρώπων, η Frontex μεταφέρει τη πληροφορία σε άλλες χώρες, ρωτώντας εάν έχουν ανθρώπους που πρέπει να επιστρέψουν εκεί και αν θέλουν να συμμετάσχουν στον επαναπατρισμό» επισημαίνει ο Μικάλ Πάρζισζιεκ, εκπρόσωπος τύπου της Frontex. «Μέχρι το τέλος Ιουνίου του τρέχοντος έτους έγιναν 26 τέτοιες πτήσεις επαναπατρισμών , μεταφέροντας περίπου 1.330 άτομα». (Σε: Νιγηρία, Κόσοβο, Καμπότζη, Γεωργία, Αρμενία, Εκουαδόρ, Κολομβία, Μπουρουντί και Ιράκ). Πρόκειται για σημαντική αύξηση των αποστολών σε σχέση με τον προηγούμενο χρόνο, όταν η Frontex, σύμφωνα με δικά της στοιχεία, συντόνισε συνολικά 30 πτήσεις.
Πριν από μερικές ημέρες, η Frontex χρηματοδότησε και οργάνωσε την πρώτη αποκλειστικά δική της ναυλωμένη πτήση. Σύμφωνα με την εφημερίδα «Le Monde» στις 28 Σεπτεμβρίου «σε μία σκόπιμα χαμηλών τόνων επιχείρηση», 56 Γεωργιανοί μετανάστες που είχαν συλληφθεί στην Πολωνία, τη Γαλλία, την Αυστρία και τη Γερμανία μεταφέρθηκαν με πτήση από τη Βαρσοβία στην γεωργιανή πρωτεύουσα, Τιφλίδα. Το 2011, η Frontex, στην οποία έχει χορηγηθεί κονδύλι ύψους 676 εκατομμυρίων ευρώ για την περίοδο 2008-2013, σχεδιάζει να οργανώσει και να χρηματοδοτήσει μόνη της 30 με 40 ναυλωμένες πτήσεις για τον επαναπατρισμό μεταναστών που έχουν εισέλθει παράνομα στην ΕΕ.
Ωστόσο, όλα αυτά φαίνονται μετριοπαθή μπροστά στις υπερεξουσίες που προσφέρονται στη Frontex με την τροποποίηση της ρύθμισης Νο. 2007/2004, η οποία εδραίωσε τον οργανισμό, που οριστικοποιείται αυτές τις μέρες στα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα.
Η νέα ρύθμιση Νο. 2010/0039 αποτελεί επανάσταση για τη στρατιωτικοποίηση της συνοριακής επιτήρησης και τον έλεγχο της μετανάστευσης, δίνοντας στη Frontex τη δυνατότητα να:
-Συλλέγει και να επεξεργάζεται προσωπικά δεδομένα υπόπτων για εμπλοκή σε παράνομες δραστηριότητες στα σύνορα.
-Να αποσπά αξιωματούχους της σε τρίτες χώρες, εκτός ΕΕ.
-Να παίρνει την πρωτοβουλία για κοινές επιχειρήσεις και πιλοτικά σχέδια σε συνεργασία με τα κράτη μέλη.
-Να αγοράζει ή να νοικιάζει η ίδια εξοπλισμό για την επιτήρηση των συνόρων και τις επιχειρήσεις της.
-Να αναπτύσσει δραστηριότητα ώστε να αυξήσει τους οικονομικούς της πόρους.
-Να αξιολογεί τα κράτη μέλη σχετικά με τη διαχείριση των συνόρων τους.
-Να ενσωματώσει έναν κοινό πυρήνα διδακτέας ύλης στην εκπαίδευση των συνοριοφυλάκων κάθε κράτους.
-Να επισημοποιήσει έναν κώδικα επικοινωνίας για τις επιστροφές, ο οποίος θα εφαρμόζεται σε όλες τις περιπτώσεις.
-Να αναλαμβάνει άμεση ευθύνη για τους επαναπατρισμούς μετά την αίτηση κάποιου κράτους μέλους.
-Να αναπτύξει και να διαχειρίζεται ένα σύστημα πληροφόρησης κατάλληλο για την ανταλλαγή απόρρητων πληροφοριών.
Τέλος υπάρχει και το άρθρο 2 παράγραφος 3, που εύκολα προσπερνά κάποιος σαν ασήμαντη λεπτομέρεια, το οποίο προβλέπει «αυξανόμενο ρόλο στην έρευνα και ανάπτυξη τεχνογνωσίας για τον έλεγχο και την επιτήρηση των εξωτερικών ευρωπαϊκών συνόρων». Μια λεπτομέρεια που προάγει τον οργανισμό σε κόμβο ανάμεσα στον ευρωπαϊκό θεσμικό οικοδόμημα και την αναδυόμενη ευρωπαϊκή βιομηχανία εσωτερικής ασφαλείας.
Frontex 4: Πατώντας στους ώμους των γιγάντων (Οκτώβρης 2010)
Στις αρχές του μήνα, εμφανίστηκε στην ιστοσελίδα της Frontex μία πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος για την επίδειξη εξοπλισμού στο σεμινάριο της Μονάδας Έρευνας και Ανάπτυξης του οργανισμού, με τίτλο «Μικρά μη επανδρωμένα εναέρια οχήματα (UAVs) και μόνιμα συστήματα για επιτήρηση χερσαίων συνόρων», το οποίο θα λάμβανε χώρα στη Βουλγαρία στις 19 Οκτωβρίου.
Σύμφωνα με τον εκπρόσωπο τύπου της Frontex Μικάλ Πάρζισζιεκ, η «Μονάδα Έρευνας και Ανάπτυξης» της Frontex ερευνά εκτενώς την πιθανότητα αξιοποίησης εξοπλισμού αυτόματης επιτήρησης των συνόρων, συμπεριλαμβανομένων των UAV.
«Στο πεδίο της επιτήρησης χερσαίων συνόρων, υπάρχει ένα ευρύ φάσμα τεχνικών μέσων που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για να παράσχουν αποτελεσματική επιτήρηση, το οποίο περιλαμβάνει: κάμερες και υπέρυθρες κάμερες, ραντάρ εδάφους, αισθητήρες εδάφους, κινητά αυτοματοποιημένα συστήματα περιπολίας, επανδρωμένα αεροσκάφη και δορυφόρους. Ωστόσο, είναι ξεκάθαρο πως τα UAV θα μπορούσαν να παίξουν σημαντικό ρόλο στην περαιτέρω ενδυνάμωση της συνοριακής επιτήρησης στο μέλλον, αν και αντιμετωπίζουν διάφορες τεχνικές και άλλες προκλήσεις» ανέφερε το κείμενο.
Το ενδιαφέρον της Frontex για το καθεστώς επιτήρησης εξωτερικών συνόρων συντονίζεται με την ισχυρή πολιτική βούληση των Βρυξελλών να προωθήσουν τάχιστα τη στρατιωτικοποίηση των εξωτερικών συνόρων της ΕΕ. Πολιτική που συμπίπτει με την έντονη δραστηριοποίηση μεγάλων μονάδων παραγωγής εξοπλισμών στον αναδυόμενο τομέα της ευρωπαϊκής εσωτερικής ασφαλείας.
Κατά τη διάρκεια των τελευταίων δύο χρόνων, η ανάπτυξη ενός ενσωματωμένου Ευρωπαϊκού Συστήματος Επιτήρησης Συνόρων (EUROSUR), του οποίου οι στόχοι έχουν επηρεαστεί έντονα από την έρευνα της Frontex, έχει προσελκύσει παραγωγούς εξοπλισμών ασφαλείας όπως τα μη επανδρωμένα αεροσκάφη, καθώς και άλλων συστημάτων.
Το πρόγραμμα EUROSUR ξεκίνησε το 2008 από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή με στόχο να ελέγξει την εισροή παράτυπων μεταναστών, να συμβάλλει στην πρόληψη του διασυνοριακού εγκλήματος και να ενισχύσει την ικανότητα έρευνας και διάσωσης στις μεθοριακές περιοχές.
Όπως αποκάλυψε ο Μπεν Χαγες στην πρωτοποριακή του έκθεση «Neoconopticon», η οποία αποτελεί έναν λεπτομερή απολογισμό του αναδυόμενου τομέα ευρωπαϊκής εσωτερικής ασφαλείας και συντάχθηκε για το Statewatch και το Transactional Institute, το EUROSUR υποστηρίζεται από πληθώρα ερευνητικών προγραμμάτων ασφαλείας, τα οποία χρηματοδοτούνται από ευρωπαϊκά κονδύλια και εμπλέκουν πολυεθνικούς παραγωγούς οπλικών συστημάτων.
Ο Χαγες αναφέρει δύο σημαντικά παραδείγματα. Το πρόγραμμα OPERAMAR, το οποίο διοικείται από την Thales Underwater Systems σε συνεργασία με την Selex (μία εταιρεία της Finmeccanica), που προωθεί τη συνδυασμένη δράση ευρωπαϊκών και εθνικών συστημάτων ναυτιλιακής επιτήρησης. Και τη κοινοπραξία STABORSEC, της οποίας ηγείται η Sagem Defence Securite, που πρότεινε 20 τεχνολογίες εντοπισμού, επιτήρησης και βιομέτρησης για τυποποίηση σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
Οι λεπτομέρειες της σχέσης της Frontex, και των ερευνών που διεξάγει, με τα συμφέροντα των πολυεθνικών παραμένουν ασαφείς αλλά έχουν γίνει πιο εμφανείς, μετά την ολοκλήρωση του «Φόρουμ για την Έρευνα και Καινοτομία στην Ευρωπαϊκή Ασφάλεια» (ESRIF), που διήρκεσε από το 2007 μέχρι το 2009, συγκεντρώνοντας άτομα και ομάδες από την ερευνητική κοινότητα, τις ιδιωτικές εταιρείες ασφαλείας και ευρωπαϊκούς θεσμούς, καθώς και εκπροσώπους των κρατών μελών της ΕΕ.
Ενώ το EUROSUR και το ESRIF δεν συνδέονται επισήμως, και τα δύο αποτελούν πρωτοβουλίες της Κομισιόν που προωθούν, μεταξύ άλλων, την πολιτική στρατιωτικοποίησης των συνόρων ενισχύοντας την έρευνα για τους εξοπλισμούς ασφαλείας. Και τα δυο προγράμματα είναι υποπροϊόντα του ευρύτερου Ερευνητικού Προγράμματος για την Ευρωπαϊκή Ασφάλεια στα οποία πρωτοστατούν τα ίδια πολιτικά και επιχειρηματικά συμφέροντα.
Η Frontex προέδρευσε στην τρίτη ομάδα εργασίας του ESRIF (WG3) –του φόρουμ του οποίου ο εισηγητής ήταν η ιταλική επιχείρηση εξοπλισμών Finmeccanica. Το αντικείμενο του ήταν ο έλεγχος των συνόρων και η θαλάσσια επιτήρηση.
Ο Φρανκ Σλίπερ, ερευνητής στο αντικείμενο της επιχειρηματικής δραστηριοποίησης στο τομέα της ασφάλεια στην Ευρώπη και μέλος της αντι-μιλιταριστικής πρωτοβουλίας Kampagne tegen Wapenhandel, πιστεύει ότι το φόρουμ ήταν κάτι παραπάνω από ευκαιρία ανταλλαγής απόψεων πάνω σε θέματα ασφαλείας. «Το ESRIF ήταν ΤΟ μέρος στην Ευρώπη όπου οι φορείς προσφοράς και ζήτησης έρευνας και ανάπτυξης τεχνολογίας ασφαλείας συναντήθηκαν σε ένα δομημένο και επίσημο πλαίσιο».
«Τέτοιες πρωτοβουλίες αποτελούν βήματα που επιτρέπουν τη μετέπειτα στρατιωτικοποίηση των προγραμμάτων. Αρχικά ασχολούνται με την «ήπια» πλευρά της ασφάλειας μέσα στην ΕΕ και στη συνέχεια μέσω των κοινών δεσμών τους, εμπλέκουν ενεργά τον στρατιωτικό τομέα. Παρατηρήστε τον αριθμό των εταιριών όπλων που συμμετείχαν στο ESRIF (Safran/Sagem, Thales, EADS, Finmeccanica κλπ.), οι οποίες μετά την 11η Σεπτεμβρίου έχουν στήσει ειδικά τμήματα (εσωτερικής) ασφαλείας στις εταιρίες τους, καθώς αυτή θεωρείται η αγορά με τις μεγαλύτερες δυνατότητες ανάπτυξης σήμερα».
Πέραν του ESRIF, κατά τη διάρκεια των δύο τελευταίων ετών η Frontex συμμετέχει τακτικά σε συνέδρια και φόρουμ που προωθούν την αύξηση των ελέγχων ασφαλείας στην Ευρώπη, δίπλα σε ομάδες οι οποίες υποστηρίζουν εταιρικά συμφέροντα. Τον περασμένο μήνα παρακολούθησε το Συνέδριο Ερευνών Ασφαλείας μαζί με την CoESS, (μία ομάδα που ιδρύθηκε το 1989 με κοινή πρωτοβουλία διαφόρων εθνικών συλλόγων ιδιωτικών εταιριών ασφαλείας που ανήκουν στα κράτη μέλη της ΕΕ).
Συχνά συμμετέχει σε συνέδρια που προωθούν έρευνες στο τομέα της ασφάλειας μαζί με μεγάλα λόμπι όπως η Ένωση Εναέριου Χώρου και Άμυνας (ASD) (η οποία προωθεί την αεροναυπηγική βιομηχανία ως στρατηγική προτεραιότητα για την Ευρώπη) και η Διάταξη Ασφαλείας και Άμυνας (SDA) (ένα think tank με έδρα τις Βρυξέλλες που παρέχει την πλατφόρμα για τη συνάντηση θεσμικών οργάνων της ΕΕ και του ΝΑΤΟ με κυβερνητικούς αξιωματούχους, βιομηχανίες, διεθνή και ειδικευμένα μέσα ενημέρωσης, την ακαδημαϊκή κοινότητα και μη κυβερνητικές οργανώσεις).
Στη διακήρυξη των θέσεών της, η Ευρωπαϊκή Οργάνωση για την Ασφάλεια, ένα νέο think tank που εκπροσωπεί μεγάλα επιχειρηματικά συμφέροντα στους τομείς ασφαλείας και άμυνας, το οποίο εγκαινιάστηκε το Μάιο του 2008, εντοπίζει το ρόλο της Frontex «όχι μόνο στο να παρέχει μία απλή εκτίμηση των μελλοντικών προκλήσεων, αλλά επιπλέον να υποστηρίζει και να συντονίζει τον προσδιορισμό, έλεγχο και επαλήθευση των στοιχείων μίας κοινής αρχιτεκτονικής, όπως το EUROSUR, και να είναι ένας ουσιώδης συνομιλητής με τον τομέα της βιομηχανίας προμηθειών». Σύντομα θα μπορούσε να μεταμορφωθεί και σε πελάτη, εφόσον η νέα Ευρωπαϊκή ρύθμιση θα προσφέρει στον οργανισμό τη δυνατότητα να αγοράζει τον εξοπλισμό του απευθείας.
Όταν, κατά τη διάρκεια τηλεφωνικής συνέντευξης ρωτήθηκε για τη σχέση του οργανισμού με της βιομηχανίες που δραστηριοποιούνται στο τομέα της ασφαλείας, ο εκπρόσωπος τύπου Μικάλ Πάρζισζιεκ περιέγραψε με παρόμοιο τρόπο τη Frontex, ως «έναν διαμεσολαβητή μεταξύ ερευνητικής κοινότητας, ιδιωτικών επιχειρήσεων και εθνικών συνοριοφυλάκών».
Αναφορικά με την πιθανότητα να προωθείται η Frontex από επιχειρηματικά συμφέροντα, η ευρωβουλευτής Φρανσίσκα Κέλερ απάντησε ότι «δεν μπορούμε να γνωρίζουμε ποιος πάει στη Βαρσοβία, στο αρχηγείο της Frontex, η ποιον συναντάνε τα στελέχη της αλλού». Όταν ρωτήθηκε ποιος μέσα στο Ευρωπαϊκό θεσμικό σύστημα μπορεί να το γνωρίζει αυτό, απάντησε: «Νομίζω πως κανείς δεν το γνωρίζει».