Κοινωνία

07/09/2015 - 23:50

«Η Μυτιλήνη κρατά ακόμα»

pan style="font-size: 13.008px; line-height: 1.538em;">Τη Λέσβο της προσφυγιάς, της ανθρωπιάς και της αλληλεγγύης προσπαθούν κάποιοι να σπιλώσουν. Τα ξημερώματα της Κυριακής έγιναν δύο επιθέσεις με βόμβες μολότοφ, εκ των οποίων η μία προκάλεσε τον τραυματισμό ενός Σύρου πρόσφυγα στην πλάτη. Η άλλη βρήκε σε κολόνα.

 
Οι επιθέσεις δεν έγιναν τυχαία, αλλά σε δύο κεντρικά πάρκα της πρωτεύουσας του νησιού, η μία δίπλα στο Δημοτικό Θέατρο Μυτιλήνης και η άλλη στο πάρκο Χατζηδήμου, πίσω από τα καφέ και τα μπαρ της προκυμαίας. Και οι δύο σε χώρους όπου έχουν δημιουργηθεί πρόχειροι καταυλισμοί προσφύγων. Για την επίθεση συνελήφθησαν δύο δράστες, ο ένας εκ των οποίων, σύμφωνα με πληροφορίες, ομολόγησε.
 
Η αύξηση της δύναμης της αστυνομίας με διμοιρίες και η καταστολή δεν φαίνεται ότι στοχεύουν στην επίλυση του προβλήματος. Σταγόνα στον ωκεανό της ταλαιπωρίας είναι και τα δρομολόγια πλοίων που κάνουν αποκλειστικά μεταφορά προσφύγων, όταν σε αυτά επιβιβάζονται περί τους 2.000 και στη Μυτιλήνη παραμένουν γύρω στις 18.000, το 90% των οποίων δεν έχει καταγραφεί.
 
«Η μεγάλη πλειονότητα της κοινωνίας μένει σιωπηλή, κάνοντας υπομονή, συμπάσχοντας με το δράμα των προσφύγων. Είναι σίγουρο ότι σε άλλες περιοχές της Ελλάδας ή της Ευρώπης οι κοινωνίες θα αντιδρούσαν πολύ άσχημα, αλλά η Μυτιλήνη της προσφυγιάς και της βαθιάς δημοκρατικής παράδοσης κρατά ακόμα, περιμένοντας επιτέλους την οργάνωση του κράτους, τη βοήθεια της Ε.Ε. και των διεθνών οργανισμών για τη διαχείριση του ζητήματος», αναφέρει στην «Εφ.Συν.» ο περιφερειακός σύμβουλος του «Οικολογικού Ανέμου» Μιχάλης Μπάκας.
 
Πράγματι, αν αναλογιστεί κανείς ότι στην πρωτεύουσα των 35.000 κατοίκων έχουν προστεθεί τόσες χιλιάδες πρόσφυγες, που, εγκλωβισμένοι, χωρίς τις κατάλληλες συνθήκες, έχουν κατασκηνώσει σε όλους τους υπαίθριους δημόσιους χώρους, είναι εντυπωσιακό που «δεν έχουμε γίνει Κως ακόμα», όπως έλεγε ο εθελοντής της «Αγκαλιάς» στην Καλλονή, Γιώργος Τυρίκος-Εργάς.
 
Λεφτάδες και μπατίρηδες
 
«Xτες το σούρουπο κατά τις επτά και μισή, κατέβαινα με τη μηχανή προς το λιμάνι. Από μακριά ακούγονταν φωνές. Μόλις πλησίασα στο τελωνείο, ο δρόμος ήταν κλεισμένος από καμιά τετρακοσαριά μετανάστες που διαδήλωναν εν χορώ, ενώ χιλιάδες άλλοι τριγυρνούσαν αδιάφοροι μέσα στο λιμάνι. Πλησιάζω και δυο-τρεις σπρώχνουν τους υπόλοιπους για να μου ανοίξουν τον δρόμο. Τελικά βρίσκομαι με τη μηχανή στο κέντρο της διαδήλωσης.
 
Γύρω επικρατεί αλαλούμ, κάποιοι προσπαθούν να μου ανοίξουν δρόμο, αλλά σταματώ και ρωτάω γιατί όλος αυτός ο χαμός. Τότε αρχίζουν καμιά δεκαριά άτομα να προσπαθούν να μου εξηγήσουν. Αυτό που κατάλαβα είναι ότι η φασαρία γινόταν γιατί τους καθυστερούν και τα λεφτά τους δεν θα τους φτάσουν, ότι τους περιμένουν εκτός Ελλάδας και ότι αυτοί που έχουν πιο πολλά λεφτά φεύγουν πρώτοι.
 
»Το εκπληκτικό ήταν ότι μόνο και μόνο επειδή σταμάτησα και τους ρώτησα, άρχισαν να μ’ αγκαλιάζουν και με κρατούσαν απ’ την πλάτη ενώ η μηχανή πήγαινε αργά, μέχρι που με απεγκλώβισαν. Ούτε μία στιγμή δεν ένιωσα απειλή», λέει ο Στρατής Μπ. «Περνούσα απ’ το κιόσκι νύχτα, κάποιος φώναξε “goodnight my friend”, απάντησα “goodnight and good luck”. Και τότε άρχισε να αντηχεί από παντού “thank you, friend, thank you”», λέει ο Κώστας Τζ.
 
Η κίνηση στους δρόμους είναι ανυπόφορη από το αδιαχώρητο, πέριξ του λιμανιού. Χωρίς καμία κάλυψη, ξαπλώνουν οικογένειες στους δρόμους και από θαύμα δεν έχουν σημειωθεί ακόμα ατυχήματα τις νύχτες, όταν περπατούν κατά δεκάδες οικογένειες προσφύγων. Παράλληλα, η θεσμική απουσία γίνεται συνεχώς αισθητή, παρά τις επισκέψεις στελεχών της κυβέρνησης, όπως αυτή του αν. υπουργού Μεταναστευτικής Πολιτικής Γιάννη Μουζάλα, που αναγνώρισε το πρόβλημα.
 
Οι συνθήκες είναι απάνθρωπες. Χημικές τουαλέτες δεν έχουν τοποθετηθεί για τόσες χιλιάδες ανθρώπους, ενώ αυξάνονται τα κρούσματα οικονομικής εκμετάλλευσης.
 
Την ίδια ώρα, αρχίζει και δημιουργείται συντονισμένα, με ρατσιστικές επιθέσεις στο διαδίκτυο, με «αγανακτισμένους πολίτες» που την έπεσαν στον υπουργό μιλώντας για... τζιχαντιστές και Αλ Κάιντα (!), ξενοφοβικό κλίμα. Ολα τα παραπάνω είναι πιθανό να προκαλέσουν –παρά την εντυπωσιακή υπομονή και ανοχή τόσο των προσφύγων όσο και των ντόπιων- κοινωνικό αυτοματισμό.
 
 
Ανθή Παζιάνου / Εφημερίδα των Συντακτών

Μοιράσου το άρθρο!