Διευθυντής τράπεζας στη Μυτιλήνη έβαζε «χέρι» σε καταθέσεις πελατών - Υπεξαίρεση δύο εκατομμυρίων ευρώ
Χρόνος ανάγνωσης :
3'του Νίκου Μανάβη / εφημερίδα ΕΜΠΡΟΣ
Μια μεγάλη υπόθεση υπεξαίρεσης χρήματος σε βάρος πολλών Μυτιληνιών έφτασε χθες στις δικαστικές αίθουσες της Μυτιλήνης για πρώτη φορά. Η υπεξαίρεση είχε σημειωθεί σε καταθετικούς και αλληλόχρεους λογαριασμούς πελατών συστημικής τράπεζας.
Η υπόθεση αποκαλύφθηκε κατά τη διάρκεια εσωτερικού ελέγχου που έγινε στο κεντρικό υποκατάστημα της τράπεζας της Μυτιλήνης το 2009, και όπως αποδείχθηκε διευθυντικό στέλεχος του καταστήματος, που λίγο αργότερα έπαψε να εργάζεται στην τράπεζα, ήταν ο άνθρωπος που έκανε την υπεξαίρεση. Το συνολικό ύψος της υπεξαίρεσης μέχρι σήμερα δεν έχει γίνει γνωστό, ωστόσο καλά διασταυρωμένες πληροφορίες αναφέρουν ότι ξεπερνάει το ένα εκατομμύριο ευρώ και ίσως να προσεγγίζει τα δύο εκατομμύρια.
Όπως όλα δείχνουν, το διευθυντικό στέλεχος της τράπεζας χρησιμοποιούσε τα χρήματα αυτά για να καλύψει το κόστος της πολυτελούς διαβίωσης του ίδιου και της οικογένειάς του, αλλά και για την κατασκευή πολυτελούς κατοικίας.
Σύμφωνα με ορισμένες πληροφορίες, ο ίδιος άνθρωπος «έπαιζε» πολλά χρήματα στο Χρηματιστήριο, τόσο για δικό του λογαριασμό, όσο και για λογαριασμό άλλων. Λέγεται πως κάποια στιγμή έχασε πολύ μεγάλα ποσά στο Χρηματιστήριο, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να καλύψει τα «ανοίγματα» που είχε δημιουργήσει.
Τότε φαίνεται ότι ξεκίνησε να παίρνει χρήματα από τους τραπεζικούς λογαριασμούς των πελατών της τράπεζας, για να καλύψει τις υποχρεώσεις του. Κατά διαστήματα δε, συνήθιζε να καλύπτει τα ποσά που υπεξαιρούσε, μεταφέροντας χρήματα από τον ένα λογαριασμό στον άλλον, πιστεύοντας πως η τακτική αυτή θα του έδινε τη δυνατότητα κάποια στιγμή να καλύψει τα «ανοίγματά» του. Όμως η κατάσταση, αντί να βελτιώνεται, γινόταν όλο και χειρότερη.
Το εντυπωσιακό είναι πως έπαιρνε χρήματα από τους τραπεζικούς λογαριασμούς ανθρώπων με τους οποίους είχε συγγενική ή φιλική σχέση.
Όταν αποκαλύφθηκε η υπεξαίρεση, αναφέρουν καλά πληροφορημένες πηγές, εκλιπαρούσε τα θύματά του να δηλώσουν ότι εκείνα είχαν πάρει τα χρήματα, επικαλούμενος τη συγγενική ή τη φιλική σχέση που τους συνέδεε.
Στόχος του ήταν, προφανώς, να αποφύγει την απαγγελία κατηγοριών κακουργηματικού χαρακτήρα σε βάρος του. Φαίνεται ότι τα κατάφερε σε πρώτη φάση. Χρειάστηκε βέβαια να υπογράψει ιδιωτικά συμφωνικά με τα οποία αναγνώριζε ότι εκείνος είχε πάρει τα χρήματα, ενώ σε πολλές περιπτώσεις δήλωνε και ότι τα είχε πάρει χωρίς να το γνωρίζουν τα θύματα.
Τα χρόνια που ακολούθησαν, κάλυψε ένα μικρό μέρος των χρημάτων που είχε υπεξαιρέσει κι έτσι κατάφερε να αποφύγει την κατάθεση αγωγών και μηνύσεων σε βάρος του.
Όμως τα τελευταία χρόνια είχε σταματήσει να αποπληρώνει τα θύματά του, γι’ αυτό και αυτοί απευθύνθηκαν σε δικηγόρους και κατέθεσαν αγωγές διεκδικώντας τα χρήματά τους.
Η τράπεζα
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει ο τρόπος που λειτούργησε η τράπεζα. Όταν διαπίστωσε τι είχε συμβεί, άρχισε να καλεί έναν - έναν τους πελάτες που είχαν πέσει θύματα υπεξαίρεσης και τους ζητούσε να αναγνωρίσουν το χρέος τους στις περιπτώσεις που τα χρήματα είχαν παρθεί από αλληλόχρεους λογαριασμούς και το γνήσιο της υπογραφής τους στα αποδεικτικά των συναλλαγών εάν τα χρήματα είχαν παρθεί από καταθετικούς λογαριασμούς.
Μάλιστα αυτό γινόταν εκτός ωρών λειτουργίας του υποκαταστήματος, προφανώς για να αποφευχθεί η δημοσιότητα που θα οδηγούσε σε δυσφήμηση της τράπεζας.
Οι πελάτες της τράπεζας λίγο νωρίτερα είχαν ακούσει το στέλεχος να τους εκλιπαρεί και να τους υπόσχεται ότι θα τους επέστρεφε τα χρήματα που είχε πάρει. Κανείς από αυτούς δε γνώριζε ότι τα θύματα ήταν πολλά και ήταν αδύνατο αυτός που είχε κάνει την υπεξαίρεση, να τους τα επιστρέψει. Έτσι, πολλοί ήταν αυτοί που δήλωσαν ότι όντως εκείνοι είχαν πάρει τα χρήματα, πιστεύοντας ότι σύντομα το θέμα θα έκλεινε χωρίς προβλήματα.
Πολύ αργότερα διαπίστωσαν την έκταση της υπόθεσης και κατάλαβαν ότι ήταν αδύνατο να πάρουν πίσω τα χρήματά τους.
Ακόμη χειρότερα, ορισμένοι από αυτούς βρέθηκαν να χρωστάνε στην τράπεζα χρήματα που δεν τα είχαν πάρει ποτέ κι η τράπεζα, ενώ γνώριζε τι είχε συμβεί, άρχισε να τους πιέζει ασφυκτικά για να εισπράξει τα χρήματα που προέρχονταν από αλληλόχρεους λογαριασμούς (ανοιχτά δάνεια).
Μη αντέχοντας άλλο την κατάσταση αυτή, τα θύματα της υπεξαίρεσης στράφηκαν κατά της τράπεζας και του στελέχους της με αγωγές και ασφαλιστικά μέτρα, ζητώντας τη δικαίωσή τους.
Χθες επρόκειτο να εκδικαστεί η αίτηση ασφαλιστικών μέτρων ενός εκ των θυμάτων της υπόθεσης αυτής, το οποίο εκπροσωπεί ο δικηγόρος Χάρης Πέτσικος. Ωστόσο η εκδίκασή τους αναβλήθηκε μετά από αίτημα της τράπεζας. Να σημειωθεί πως ο κ. Πέτσικος εκπροσωπεί και άλλα θύματα.
Αγωγή κατά της τράπεζας και του πρώην στελέχους της, για λογαριασμό πελάτη του, έχει καταθέσει και ο δικηγόρος Άρης Ελευθερίου. Το ποσό της υπεξαίρεσης στην περίπτωση αυτή ανέρχεται σε αρκετές εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ.