«Πινελιές» από την ιστορία της Λέσβου
Γράφει ο Μίκος (Μιχαήλ) Ν. Πεσματζόγλου *
«Στις μαγεμένες μας ακρογιαλιές
που τις φιλάει το κύμα του Αιγαίου…»
Ένα νησί που η ιστορία του αρχίζει πολλά εκατομμύρια χρόνια πρίν, όταν σεισμικές και γεωλογικές διεργασίες, που ξεκίνησαν κάπου πρίν 23 εκατ χρόνια, έκαναν μια ολόκληρη περιοχή να βυθισθεί σταδιακά κάτω από το νερό που εισέβαλε στο κενό. Κάποιο όγκοι κορυφές βουνών ή συνέχεια της ξηράς με την Μικρά Ασία ξεχώρισαν από την επιφάνεια και δημιουργήθηκαν νησιά. Σχηματίστηκε έτσι σταδιακά το Αιγαίο και τα νησιά του.
Η ομορφιά του νησιού, που τουλάχιστον τρείς διαφορετικές μυθολογικές προσεγγίσεις μας λένε γιατί ονομάστηκες Λέσβος, ξεχώρισε μέσα στους αιώνες. Η ζωή στην Λέσβο έδινε σταδιακά το στίγμα της το οποίο δεν πέρασε απαρατήρητο διαχρονικά και η συνεισφορά πολιτική, πολιτισμική, και οικονομική που πρόσθεσε σε ολόκληρο τον κόσμο έχει μείνει.
Στόχος του κειμένου αυτού δεν είναι η παρουσίαση της ιστορίας της Λέσβου. Είναι απλά μέσα από καταθέσεις διαφόρων ιστορικών, περιηγητών και δημοσιευμάτων διαφόρων περιόδων να δούμε κάποιες ίσως άγνωστες ή έστω όχι πολύ γνωστές πτυχές της διαχωροχρονικής ροής της Λέσβου. Οι χρονολογίες των παρακάτω πληροφοριών δεν δείχνουν κάποια συγκεκριμένη ιστορική διαδρομή διότι όπως προανέφερα δεν είναι ιστορική αναδρομή αλλά κείμενα πληροφοριακά.
Η Λέσβος κατοικήθηκε από τα προϊστορικά χρόνια όπως μας δείχνουν ανασκαφές. Πελασγοί, Αχαιοί, Αιολείς μέχρι Γενουάτες, Οθωμανοί και φυσικά οι Έλληνες έδωσαν τα πολιτιστικά τους στοιχεία. Πέρασε από συμμαχίες Δηλιακή σε Σπαρτιάτες, υποδουλώθηκε για λίγο στους Πέρσες, απελευθερώθηκε από τον Μέγα Αλέξανδρο, καταστράφηκε πολλές φορές και ξαναζωντάνεψε.
Διαχρονικά η ναυτοσύνη και το εμπόριο άνθισαν στο νησί. Τα αρχαία χρόνια η Μυτιλήνη ήταν ναυτική στρατιωτική δύναμη με αρκετές τριήρεις και επεμβάσεις σε διάφορες περιοχές. Είναι χαρακτηριστική η συμμετοχή των τριήρων της στην αρμάδα της Ιωνικής συμμαχίας όπου οι Χίοι έδωσαν 100 τριήρεις, οι Μιλήσιοι 80, οι Σάμιοι 60, οι Τήϊοι 17, οι Πριηνείς 12, οι Ερυθραίοι 8, οι Φωκαείς 3, και οι Λέσβιοι 70.
Η Μυτιλήνη καταστράφηκε παραδειγματικά όταν επαναστάτησε εναντίων των Αθηναίων για να υποστηρίξει τους Σπαρτιάτες την περίοδο του Πελοποννησιακού πολέμου. Έγιναν πολλές συζητήσεις για το αν έπρεπε σχεδόν να εξαφανισθεί ή όχι και τελικά επεκράτησε η σχετική σωφροσύνη…
Όπως μας πληροφορεί ο Ηρόδοτος: «…τοὺς δ᾽ ἄλλους ἄνδρας οὓς ὁ Πάχης ἀπέπεμψεν ὡς αἰτιωτάτους ὄντας τῆς ἀποστάσεως Κλέωνος γνώμῃ διέφθειραν οἱ Ἀθηναῖοι (ἦσαν δὲ ὀλίγῳ πλείους χιλίων), καὶ Μυτιληναίων τείχη καθεῖλον καὶ ναῦς παρέλαβον. ὕστερον δὲ φόρον μὲν οὐκ ἔταξαν Λεσβίοις, κλήρους δὲ ποιήσαντες τῆς γῆς πλὴν τῆς Μηθυμναίων τρισχιλίους τριακοσίους μὲν τοῖς θεοῖς ἱεροὺς ἐξεῖλον, ἐπὶ δὲ τοὺς ἄλλους σφῶν αὐτῶν κληρούχους τοὺς λαχόντας ἀπέπεμψαν· οἷς ἀργύριον Λέσβιοι ταξάμενοι τοῦ κλήρου ἑκάστου τοῦ ἐνιαυτοῦ δύο μνᾶς φέρειν αὐτοὶ εἰργάζοντο τὴν γῆν. παρέλαβον δὲ καὶ τὰ ἐν τῇ ἠπείρῳ πολίσματα οἱ Ἀθηναῖοι ὅσων Μυτιληναῖοι ἐκράτουν, καὶ ὑπήκουον ὕστερον Ἀθηναίων. τὰ μὲν κατὰ Λέσβον οὕτως ἐγένετο…» (δηλαδή: Τους πρωταίτιους της αποστασίας που είχε στείλει ο Πάχης στην Αθήνα, τους σκότωσαν οι Αθηναίοι ακολουθώντας κατ’ αυτόν τον τρόπο την συμβουλή του Κλέωνος. Ήταν κάτι παραπάνω από χίλιοι. Κατεδάφισαν τα τείχη της Μυτιλήνης και πήραν τον στόλο της. Δεν επέβαλαν φόρο στην Μυτιλήνη, αλλά χώρισαν όλο το νησί —εκτός από την γη των Μηθυμναίων— σε τρεις χιλιάδες κλήρους. Τους τριακόσιους απ’ αυτούς τους αφιέρωσαν στους θεούς και τους υπόλοιπους τους μοίρασαν σε δικούς τους κληρούχους τους οποίους και διάλεξαν με κλήρο. Αργότερα οι Λέσβιοι ανέλαβαν να πληρώνουν στους κληρούχους αυτούς δύο μνας τον χρόνο για κάθε κλήρο και καλλιέργησαν οι ίδιοι την γη τους. Οι Αθηναίοι απέκτησαν και όλες τις μικρές πολιτείες που ήταν υπό την εξουσία των Μυτιληναίων στην απέναντι ηπειρωτική ακτή κι έτσι έγιναν κι αυτές υποτακτικές της Αθήνας. Αυτά ήταν τα γεγονότα περί της Λέσβου.)
Διαχρονικά σημαντική προτεραιότητα στην καθημερινότητα των κατοίκων της Λέσβου ήταν η μόρφωση, η παιδεία. Από τον Αιλιανό στο βιβλίο του ΠΟΙΚΙΛΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ διαβάζουμε «Τοιαύτη τις είναι η δύναμις της παιδείας εν ανθρώποις, ώστε ο Αιλιανός (εν τη περί ζώων ιδιότητος ιστορίαςΖ 15) λέγει ότι οι Μυτιληναίοι, θαλασσοκράτορες γενόμενοι, τας εφισταμένας της συμμαχίας αυτών πόλεις ετιμώρουν διά της απαιδευσίας: «Ήνίκα της θαλάσσης ήρξαν Μ τοις αφισταμένοις των συμμάχων τιμωρίαν εκείνην επήρτησαν: γράμματα μη μανθάνειν τους παίδας αυτών, μηδέ μουσικήν διδάσκεσθαι πασών κολάσεων ηγησάμενοι βαρυτάτην είναι ταύτην, εν αμουσία και αμαθία καταβιώναι» (δηλαδή: Όταν οι Μυτιληναίοι εξουσίαζαν στη θάλασσα, επέβαλαν στους συμμάχους τους που επαναστατούσαν την ακόλουθη τιμωρία: να μη μαθαίνουν τα παιδιά τους γράμματα, ούτε να διδάσκονται μουσική, επειδή θεώρησαν ότι αυτή είναι η πιο βαριά από όλες τις τιμωρίες, να ζουν δηλαδή άμουσοι και αμαθείς.)!
Την Μυτιλήνη, και γενικά το νησί, κοσμούσαν μαρμάρινες κατασκευές είτε Ελληνικές, είτε Ρωμαϊκές πολλές από τις οποίες στο πέρασμα των χρόνων εξαφανίστηκαν ή κατεστράφησαν.
Στο βιβλίο «A description of the east and some other countries» (του περιηγητή Richard Pococke) του 1745 μας παρουσιάζει ένα καταπληκτικό μαρμάρινο θρόνο που είδε στην Μυτιλήνη
Από τον «ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΤΗΛΕΓΡΑΦΟ» τον Φεβρουάριο του 1815 μαθαίνουμε:
«έμπροσθεν της Μιτυλήνης συνέβη το ακόλουθον θλιβερόν συμβεβηκός. Η τουρκική φρεγάτα, ονομαζόμενη κάμηλος, υπό την διοίκησιν του καπιτάνου Αβδολλά Χαμέδ, εστάλη πρότινος καιρού διά να συνάξη από τους εγκατίκους των νησίων του Αρχιπελάγους τον συνειθισμένον ετήσιον φόρον (χαράτζι). Ένας ραϊάς της Μιτυλήνης, όστις δεν ημπόρει ή δεν ήθελε να πλρώση το χαράτζι, εσύρθη εις το καράβιον, και αφού εδάρθη εις τον φάλαγγαν, εφοβερίσθη και με χειροτέρους βασάνους, κι επειδή την ακόλουθον ημέραν έμενε πάντοτε εις την απόφασίν του, επρόσταξεν ο Οθωμανικός καπιτάνος και πρώτον μεν ατίμασαν την γυναίκα και θυγατέρα του ραϊά ενώπιον αυτού, είτα δε τας απεκεφάλισαν. Τότε ο ραϊάς εθυμώθη τόσον ώστε ώμοσε τον θάνατον του πρωταιτίου της δυστυχίας του, και εν ώ την νύκτα εκοιμώντο όλοι, κατέβει κρυφίως εις την αποθήκην του μπαρουτίου και την άναψεν, εκ του οποίου160 μεν από τους επιβάτας εφονεύθησαν, οι δε λοιποί, και αυτός ο Οθωμανός καπιτάνος απέμειναν θέαμα ελεεινόν»
Το συμβάν αυτό προκάλεσε διεθνές ενδιαφέρον σε βαθμό που ακόμα και αμερικανικές εφημερίδες, όπως η «The Enquirer» (Richmond Virginia) τον Απρίλιο του 1815, έκαναν αναφορά στο θέμα αυτό.
Αξιομνημόνευτο είναι το πώς μαζευόντουσαν οι φόροι επί τουρκοκρατίας, (όπως μας το περιγράφει ο Σταυράκης Αναγνώστου το 1850). Κατά την διάρκεια των χρόνων της σκλαβιάς ναι μεν θεωρητικά το νησί διοικείτο από τον σουλτάνο, αλλά ουσιαστικά ήταν υπό την διοίκηση των διοριζομένων από την Κωνσταντινούπολη διοικητών που στελνόντουσαν στο νησί και είχαν τον τίτλο «Ναζίρης». … «Οθωμανός τις, προσφέρων εις την Κυβέρνησιν ποσότητα τινά ιδίων χρημάτων, ή δι εγγυήσεως Αρμενίου τινός τραπεζίτου, ενοικίαζεν ή ηγόραζεν επί δύω συνήθως έτη, τον λεγόμενον «Μουκατά», ή το όφελος των προσόδων της νήσου και μετέβαινεν εις αυτήν απόλυτος εξουσιαστής ζωής και θανάτου των κατοίκων της, διά της συνάξεως δε της αποδεκατώσεως της επικαρπίας των δύω ετών, ήτις επληρώνετο επί είκοσι τοις εκατόν, αντί δέκα, και διά τους αέρος, ή των λεγομένων τυχηρών ωφελημάτων (τζερεμέδων) επλήρωνεν την ανωτέρω ποσότητα, κερδίζων και τα διπλάσια. Συνέπεσε δε πολλάκις να αγορασθε ή τούτο το Ναζηράτον και από εντόπιους πλούσιους Οθωμανούς, ισχυρούς γενομένους, οποίοι φερ’ ειπείν υπήρξαν οι εκ Καλλονής Μπεκίρ αγά και Ουμέρ αγάς…».
(Η διαδικασία αυτή δεν υπήρχε βέβαια μόνο στην Λέσβο, αλλά σχεδόν σε όλες τις σκλαβωμένες περιοχές, και ιδιαίτερα στην Πελοπόννησο πολλές φορές οι εισπράξεις δεν γινόντουσαν από Οθωμανούς μόνο αλλά κι από Έλληνες κοτσαμπάσηδες, κάτι που και μετεπανασταστικά δημιούργησε θέματα στην οικονομική διαχείριση επί Καποδίστρια.)
Έξω από το λιμάνι της Μυτιλήνης το 1826 έγινε μια από τις σημαντικότερες ναυμαχίες της επαναστάσεως. Ήταν Σεπτέμβριος του 1826 όταν μοίρα του τουρκικού στόλου αποτελούμενη από 24 μεγάλα πολεμικά είχε αγκυροβολήσει μέσα και γύρω από το λιμάνι της Μυτιλήνης έχοντας σαν στήριγμά της τα κανόνια του κάστρου. Τις μέρες εκείνες ο Ελληνικός στόλος έπλεε στα νερά της Σάμου. Διοικητής του τουρκικού στόλου ήταν ο Ταχήρ Αμπά. Οι τούρκοι έχοντας πληροφορηθεί την ύπαρξη του Ελληνικού στόλου στην Σάμο, είχαν στείλει μεταξύ Μυτιλήνης και απέναντι ακτής επτά σκάφη για περιπολία. Εκεί συναντήθηκαν όμως οι δύο στόλοι. Η εμφάνιση όμως του Ελληνικού στόλου έφερε σε αμηχανία τον τούρκικο. Ο καιρός δεν ήταν ιδιαίτερα βροχερός έτσι οι εχθροπραξίες αναλώθηκαν σε κανονιοβολισμούς κι από τις δύο πλευρές. Ο σαματάς όμως και η αντάρα από τα πυροβόλα κινητοποίησε και τον υπόλοιπο τουρκικό στόλο ο οποίος σταδιακά έκανε την εμφάνισή του αλλά έπεσε σκοτάδι. Την επαύριο σηκώθηκε αέρας δυνατός προς βορρά στο στενό της Μυτιλήνης, κάτι που ήλθε βολικό στους τούρκους κι επιτέθηκαν με όλη τους την δύναμη. Ηταν μεγάλη η μάχη που έδιναν τα Ελληνικά πλοία που πολεμούσαν με πολλαπλάσια και καλύτερα εξοπλισμένα πλοία όπως ήταν τα τουρκικά. Τα πυρπολικά που συνόδευαν τον Ελληνικό στόλο δεν μπόρεσαν να δράσουν λόγω της θαλασσοταραχής και κάμποσα καταστράφηκαν ένα δε Υδραϊκό κάηκε. Η ναυμαχία τελείωσε όταν τα τουρκικά πλοία αποσύρθηκαν στον κόλπο της Σμύρνης. Τα Ελληνικά αποσύρθηκαν στα νησιά τους για επισκευές. Στην ναυμαχία από Ελληνικής πλευρά ήταν διοικητές ο Μιαούλης, ο Ψαρριανός Αποστόλης κι ο καπετάν Ανδρούτσος. Ο Μιαούλης μάλιστα αργότερα σε ένδειξη ναυτικής αξιοσύνης παραδέχθηκε ότι το πλήρωμα του διοικητή Ταχήρ πολέμησε πολύ τεχνικά.
Από το αρχείο της παλιγγενεσίας διαβάζουμε:
Στο βιβλίο «ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ ΜΕΘΟΔΙΚΗ» (προβλεπόμενο σχολικό βιβλίο της εποχής) του Πύρρου το 1834 γίνεται μεγάλη αναφορά στο νησί και στον Βενιαμήν τον Λέσβιο. Αναφέρει ενδεικτικά: «Οι κάτοικοι ταύτης της νήσου και το πάλαι ήσαν θαυμαστοί τραγωδισταί, και την σήμερον, επειδή και τα νερά ταύτης της νήσου και ο αήρ είναι κάλλιστα, επαινείται η Λέσβος δια την ευφορίαν του οίνου και διά το κάλλος των γυναικών»
Και πάλι για την μόρφωση, από την εφημερίδα «ΑΣΤΗΡ ΑΝΑΤΟΛΗΣ» της Σμύρνης, τον Ιανουάριο του 1842, πληροφορούμαστε ότι: «Ο Άγιος Μιτυλήνης προ δέκα ημερών εθέσπισεν ότι οι Ιερείς της πόλεως άπαντες χρεωστούν να πηγαίνουν ανά μίαν ώραν την ημέραν εις την σχολήν να ακροώνται την ιεράν κατήχησην κι έν μικρόν Ελληνικόν Μάθημα, συγχρόνως δε και τα της Ιερωσύνης χρέη των. …
Η πράξις αύτη κάμνει μεγίστην τιμήν εις τον Σεβάσμιον Αρχιερέα της Μιτυλήνης, όστις εγνώρισε ότι ούτε αυτοί οι υπηρέται του Υψίστου δεν δύνανται σήμερον να προοδεύωσι ούτε να εκτελώσι ορθώς τα καθήκοντά των άνευ παιδείας…»
Για την πλούσια χλωρίδα και την πανίδα του νησιού υπάρχουν πολλές περιγραφές και παλαιότερες και σύγχρονες. Όμορφα πουλιά μπεκάτσες και ορτύκια είναι αυτό που εντυπωσίασε τους παλαιότερους, καθώς και το πλήθος των ζώων. Αν και υπάρχουν και παλαιοί χάρτες όπου δείχνουν ακόμα και την ύπαρξη αιλουροειδών, καμηλών κλπ στο νησί, χαρακτηριστικός ο χάρτης του Andre Thevet το 1575, θα μείνω στην περιγραφή του Francis Arundell το 1834 στο βιβλίο του «Discoveries in Asia Minor». Περιγράφει ότι στο ταξίδι του στην Μυτιλήνη κάποια στιγμή παρακάθησε σε δείπνο που παρέθεσε ο signor Moyardo, Ισπανός υποπρόξενος στην Μυτιλήνη, και που παρακάθοντο η σύζυγός του, ένας Μυτιληνιός στον οποίο και ανήκε το σπίτι και η αδελφή του μια πολύ ευχάριστη Μυτιληνιά που μίλαγε πολύ καλά Ιταλικά.. Υποστήριξε ότι πριν λίγα χρόνια ο ίδιος, αλλά και άλλοι, είχαν δεί κοντά στο κάστρο της Μυτιλήνης δύο λιοντάρια. Στην ερώτηση μήπως τα μπέρδεψε με αγάλματα λιονταριών, επανέλαβε ότι ήταν ολοζώντανα, και προς επίρρωση των λεγομένων του ανέφερε ότι μια μέρα έχασε μια αγελάδα και μια άλλη ένα άλογο, εκεί κοντά, που προφανώς τα έφαγαν. Βέβαια η παρουσία τους δεν κράτησε καιρό και προφανώς κάποιος τα μετέφερε εκτός του νησιού.
Πολλοί περιηγητές, επαναλαμβάνω, που πέρασαν από το νησί εντυπωσιάστηκαν με την μόρφωση και τον τρόπο εκπαίδευσης των παιδιών. Χαρακτηριστική αναφορά μπορούμε να βρούμε στο βιβλίο του C.T.Newton (Λονδίνο 1865) με τον τίτλο «Travels and discoveries in theLevant», όπου παρακολούθησε τις ετήσιες εξετάσεις των αγοριών που έγιναν με την παρουσία του αρχιεπισκόπου (την πρώτη μέρα) σε πολύ καλά αεριζόμενο κτίριο με εξαιρετικό διευθυντή σχολείου. Οι δάσκαλοι ντόπιοι αλλά που τελείωσαν την εκπαίδευσή τους στην Αθήνα. Ξεκίνησε με ανάλυση αρχαίας φιλοσοφίας από τον διευθυντή και μετά υπήρξε η συμμετοχή των μαθητών. Ποιήματα αναγνώσθηκαν και συνεχίσθηκε η διαδικασία με Πλάτωνα και Όμηρο και συνεχίστηκε…
Στην ΕΘΝΙΚΗ ΑΓΩΓΗ του Νοεμβρίου του 1899 διαβάζουμε μεταφορά περιγραφών του νησιού, του Άγγλου καθηγητή Ράουζ, όπως τις παρουσίασε ο Αργύρης Εφταλιώτης.
«Το νησί αυτό μοιάζει με ψαλιδωτό ποδάρι καβούρου, που το καθένα του σκέλος αγκαλιάζει κι απόνα κόρφο βαθύ…
Γεμάτος ο τόπος χωριά, νοικοκυρεμένα κι ευτυχισμένα, από πεντακόσια σπίτια και κάτω. Η πρωτεύουσα, η Μιτυλήνη, είναι και μεγάλη και πλούσια. Στο λιμένα της όλο μπαινοβγαίνουνε πλοία και βαπόρια με ταξιδιώτες και με πραμάτειες. Οι χωρικοί έχουν ο καθένας τους και δική του γή, και δικό του σπίτι, σε μερικά μέρη όμως, μάλιστα κατά τα δυτικά, πολλοί τους πηγαίνουν αντίκρυ στην Ανατολή και δουλεύουν το καλοκαίρι. Τούρκοι στο νησί πολύ λίγοι.»
Το 1908 σύμφωνα με τον εμπορικό οδηγό «Annuaire Oriental du Commerce 1909» το νησί είχε 150000 κατοίκους (20000 μουσουλμάνους και 130000 Χριστιανούς) και συμβίωναν αρκετά ειρηνικά με τους Χριστιανούς να έχουν ουσιαστικά το πάνω χέρι στην οικονομική και πολιτιστική εξέλιξη του νησιού, και φυσικά περίμεναν την μέρα της απελευθέρωσή τους.
Μια ενδεικτική δημοσίευση του 1912 από την εφημερίδα «ΝΕΑ ΗΜΕΡΑ» της Τεργέστης μας πληροφορεί:
Στην εφημερίδα «ΣΑΛΠΙΓΞ» τον Ιούλιο του 1909 βλέπουμε μια ειδική προτροπή προς την διοίκηση:
«Εν άτοπον συμβαίνον εκάστην Κυριακήν ανάγκη να αρθή. Όταν καθιερωθη η Κυριακή αργία τα εστιατόρια εξηρέθησαν αυτής, διότι ουδείς εφαντάζετο ότι από πρωϊας πολύ πριν απολύσουν αι Εκκλησίαι θα κετέφευγον εις αυτά όσοι αποφεύγουν να εκκλησιασθώσιν, οι περισσότεροι δε των χάριν προγεύματος επισκεπτομένων αυτά την ίδια ώραν θα έθυον αφθόνως τω Βάκχω εν αυτοίς. Κατά έναν ή κατ’ άλλον τρόπον το κακόν πρέπει να διορθωθή και ο καλλίτερος τρόπος είναι να ανοίξη εκ περιτροπής έν μόνον εστιατόριον και τούτο μετά την θείαν λειτουργίαν ή το πολύ δύο, ίνα ούτω και το προμνησθέν άτοπον αρθή και οι υπάλληλοι των εστιατορίων αναπαύωνται και αυτοί»
Στην εφημερίδα «ΣΚΟΡΠΙΟΣ» τον Μάρτιο του 1910 μαθαίνουμε…:
Θα μπορούσαν να παρατεθούν ένα σωρό (γηγμάς από…) τεκμήρια ενδιαφέροντα που να αφορούν συμβάντα και καταστάσεις πάσης φύσεως σχετικά με το νησί και τους κατοίκους του. Όπως προείπα η Μυτιληνιά ιστορία ήταν και είναι σε ζωντανή ροή.
Νομίζω έτσι, καταλήγοντας, πως αξίζει απλά να πούμε ότι από τα πρώτα μέρη της χώρας μας που συνδέθηκαν με την περιοχή της Αθήνας με υδροπλάνα (άσχετα αν για οικονομικούς λογικά λόγους ή και καιρικούς δεν συνεχίστηκε) ήταν η Μυτιλήνη. Το 1930 με σύμφωνη γνώμη του υπουργείου συγκοινωνιών η Μυτιλήνη συνδέθηκε μέσω της εταιρείας «Αεροεσπρέσσο» είτε για μεταφορά επιβατών, είτε για ταχυδρομείο, με κάποιους προορισμούς. Βέβαια έγινε με σύμφωνη γνώμη και των τοπικών παραγόντων, αφού έπρεπε να καταβάλλονται μηνιαίως 3000 δραχμές για συντήρηση του τοπικού σταθμού.
Και κάτι ακόμα, γενικό. Οι «συνομιλίες» του Μιχάλη με τον φίλο του Μουσταφά στην εφημερίδα «ΣΚΟΡΠΙΟΣ» (1909-1910-1911) είναι διαχρονικά «σύγχρονες» και πάντα δεικτικές καθώς καταπιάνονται με θέματα που είναι «πάντα» επίκαιρα…
---
Ο Μίκος (Μιχάλης) Ν. Πεσματζόγλου γεννήθηκε στη Μυτιλήνη τον Δεκέμβριο του 1954 από γονείς τον Νίκο και τη Νέλλη. Φοίτησε στο 6ο Δημοτικό Σχολείο Μυτιλήνης, ενώ ολοκλήρωσε τις τρεις πρώτες τάξεις του γυμνασίου στο 1ο Γυμνάσιο Αρρένων Μυτιλήνης και τις τρεις τελευταίες στο 10ο Γυμνάσιο Αθηνών. Σπούδασε Μαθηματικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και συνέχισε με μεταπτυχιακές σπουδές σε Cybernetics και Industrial Mathematics στο Aston University του Birmingham στην Αγγλία.
Στην Ελλάδα, εργάστηκε αρχικά ως υπεύθυνος προγραμματισμού και κοστολογίου στο εργοστάσιο πυριμάχων της εταιρείας Σκαλιστήρη στο Μαντούδι Ευβοίας. Ακολούθως, απασχολήθηκε για πολλά χρόνια στην Bristol-Myers Squibb, όπου ανέλαβε τη θέση του Director Supply Chain and Logistics, συμμετέχοντας παράλληλα σε πανευρωπαϊκές ομάδες της εταιρείας. Αργότερα, διετέλεσε διευθύνων σύμβουλος σε εταιρεία προηγμένης τεχνολογίας, υλοποιώντας πρωτοποριακές εφαρμογές RFID και GPS στην Ελλάδα. Επιπλέον, ως συνεργάτης και σύμβουλος διαφόρων εταιρειών, καθώς και ως διαπιστευμένος καθηγητής του Derby University, δίδαξε σε σεμινάρια και προγράμματα ιδιωτικών και κρατικών πανεπιστημίων στους τομείς operations και business intelligence.
Συμμετείχε σε διοικητικά συμβούλια ελληνικών και πολυεθνικών εταιρειών (φαρμακευτικές, καλλυντικά, μεταλλευτικές, τεχνολογία) και υπήρξε ομιλητής σε συνέδρια και ημερίδες στην Ελλάδα και το εξωτερικό, με θέματα όπως RFID, προγραμματισμός και διοίκηση. Παράλληλα, ασχολήθηκε ερευνητικά με την ιστορία της Μυτιλήνης, της Σμύρνης (λόγω καταγωγής του πατέρα του) και την Επανάσταση του 1821, δημοσιεύοντας πονήματα και άρθρα. Στην επετειακή έκδοση της Ένωσης Σμυρναίων τον Δεκέμβριο του 2024 συνεισέφερε με δύο κείμενα. Επίσης, έχει έντονο ενδιαφέρον για την αστρονομία, ιδιαίτερα τον ήλιο, και υπήρξε ερευνητής στο Κέντρο Ερευνών Αστρονομίας της Ακαδημίας Αθηνών.
Ο Μίκος Πεσματζόγλου είναι παντρεμένος, με δύο γιους, δύο νύφες και τέσσερα εγγόνια.