Άρθρα - Γνώμες

24/10/2018 - 07:27

Μυτιλήνη: Ιστορίες ενοχής, ανοχής και άγνοιας.

Γράφει ο Α Ν Τ Ι Λ Ο Γ Ο Σ
Ιστορίες ενοχής, ανοχής και άγνοιας.

Πρώτη ιστορία.
Μου έλεγε ένας φίλος μου, που έχει μαγαζί με ηλεκτρονικά είδη στην αγορά:
«Ήρθαν στο μαγαζί 3 αλλοδαποί. Αισθάνθηκα ότι δεν ήρθαν να ψωνίσουν.
Άρχισαν να κοιτάνε τα προϊόντα. Κάποια στιγμή  μου ζήτησαν να τους κατεβάσω
κάτι από ένα πίσω ράφι, μετά με χαιρέτησαν και έφυγαν. Τότε διαπίστωσα ότι έλειπε ένα μικρό ηλεκτρονικό εξάρτημα από αυτά που τους είχα δείξει. Δεν ήταν το ποσό που ζημίωσα αλλά  ένοιωσα την κοροϊδία.»


Δεύτερη ιστορία.
Ήμουν σ’ ένα κατάστημα κινητής τηλεφωνίας, ήρθε μια κοπέλα που της
είχαν κλέψει το κινητό της, προκειμένου να αντικαταστήσει την κάρτα SIM.
Δεν ξέρουμε βέβαια ποιός το έκανε, αλλά μάλλον ξέρουμε, η καλύτερα υποπτευόμαστε.O υπεύθυνος του καταστήματος έλεγε ότι τον τελευταίο καιρό έχουν αυξηθεί πολύ τα αιτήματα γιά αντικατάσταση καρτών SIM από κινητά που έχουν χαθεί.
Είναι ιστορίες της καθημερινής μας τρέλας. Η χαμηλής έντασης παραβατικότητα, η πλημμεληματική παραβατικότητα έχει παραγίνει. Θύματα οι καθημερινοί πολίτες όπως ο φίλος μου, όπως η κοπέλα. Απόλυτα ενοχλητικό για όσους το έχουν υποστεί.

Ήρθαν διωγμένοι, βασανισμένοι, φτωχοί.Βρήκαν αγκαλιές να τους περιμένουν. Βρήκαν κι επιφυλακτικότητα. Σίγουρα όμως νοιώθουν ασφαλείς. Κάποιοι δεν το εκτίμησαν. Ναρκοθετούν, δυναμιτίζουν τον δρόμο της ανοχής και της επικοινωνίας.

Τέτοια γεγονότα  είναι η χαρά των ανθρώπων της ουράς .Έτσι λέγονται. Της ουράς στην τράπεζα, της ουράς στον ΟΤΕ, της ουράς στην ΔΕΗ, της ουράς στα ΑΤΜ. Ειδικά αν κάποιος άτυχος αλλοδαπός ή και τσιγγάνος βρεθεί σε ΑΤΜ και καθυστερήσει λίγο δεν γλυτώνει απ’ το στόμα τους. Αρχίζουν και μιλαν γιά την «κατάντια μας», για το πόσο «κλέφτες» είναι, και η μόνιμη  κατάληξη είναι γιά τους αλληλέγγυους που τους υπερασπίζονται στο Facebook. Μικρές ιστορίες καθημερινού ρατσισμού.

 

Τρίτη ιστορία.
Μέσα καλοκαιριού. 2016. Έξι η ώρα το πρωί. Πήγαινα στο λιμάνι. Στην περιοχήτου ΠΙΚΠΑ  στην Νεάπολη κάποιος μου έκανε ωτοστόπ. Στάθηκα. Ένα νέο παιδί γύρω
στα είκοσι, μπήκε μέσα στο αυτοκίνητο. Με σπαστά Αγγλικά μου είπε ότι έμενε στο ΠΙΚΠΑ, ότι ήταν από το Ιράν και ότι τον λέγαν Αλί. Ο Αλί ήταν ξανθός έμοιαζε με δυτικοευρωπαίο κι είχε αρκετά μακριά μαλλιά. Από τον τρόπο πού μιλούσε και από τις κινήσεις του κατάλαβα ότι ήταν ομοφυλόφιλος. Όταν φθάσαμε στο Μακρύ Γυαλό κατέβηκε. Πόσο τυχερός ήταν ο ξανθός Αλί απ’ το Ιράν, που βρέθηκε στην Λέσβο, μακριά από τα τέρατα του θρησκευτικού φονταμενταλισμού και τα διεστραμμένα μυαλά τους.


Τρεις ιστορίες διαφορετικές. Όμως στο ίδιο πλαίσιο. Το προσφυγικό.


Πόσο μπερδεμένος  αισθάνεται κανείς. Απ τη μιά η κοινωνία μας κάποτε κουράζεται,κάποτε παρασύρεται απ’ τους κήρυκες τις ξενοφοβίας, της διχόνοιας και του εκφασισμού, κι απ την άλλη η ανάγκη να στηριχθούν άνθρωποι, που η ζωή τους γύρισε ανάποδα και βρέθηκαν περίπου στο μηδέν της ύπαρξης τους.
Κι όταν ακούω, κι όταν μου λενε: «Εντάξει με  τους  πρόσφυγες του πολέμου, αλλά οι υπόλοιποι γιατί έρχονται;»Σκέφτομαι τον Αλί  τον Ιρανό γκει και την κολασμένη ζωή ή θάνατο που θα είχε στην
πατρίδα του, το Ιράν. Και πόσα κρυφά δράματα άγνωστα σε μας κουβαλούν οι άνθρωποι που ήρθαν πέρα απ’ τη θάλασσα.


Κι όλοι αυτοί που έχουν εύκολη την ειρωνεία, για τους δήθεν ανθρωπιστές και τους αλληλέγγυους, απορώ με την άγνοιά τους για το τι γίνεται στον κόσμο, στη Μέση Ανατολή, στην Αφρική. Ή μήπως  ο κόσμος τους σταματά εκεί που σταματά και η αυλή του σπιτιού τους; Πόση κενότητα, πόση τυφλότητα, πόση απανθρωπιά. Με ευκολία διαγράφουν  ανθρώπους, κι ανθρώπινα δράματα. Η δικαιολογία τους ότι συμπεριφερονται έτσι γιατί αγαπούν πολύ την πατρίδα τους και τους συμπολίτες τους, δεν πείθει. Είναι υπεκφυγή. Οι  στεγνές ψυχές, είναι στεγνές για όλους. Έλληνες και ξένους. 


Η ιστορία όπως και η ζωή έχει τα κατω και τα πάνω της..Μπροστά και πίσω. Ως λαός εχουμε βιώσει πολλά. Οφείλουμε να μην το ξεχνάμε κι ανάλογα να πράττουμε. Πρώτα
απ ’ όλα να είμαστε άνθρωποι και ν’ αντιμετωπίζουμε και τους άλλους σαν ανθρώπους.
Ειδικά τώρα που έχουν την ανάγκη μας. Ακόμα κι αν κάποιοι, ευτυχώς όχι πολλοί, 
ξεχνούν  από πού ξεκίνησαν και που βρίσκονται.

 

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ

 

Μοιράσου το άρθρο!