Μια πρώην βοηθός ακτινολόγου διέσωσε το πιο παλιό καφενείο της Μυτιλήνης- 223 χρόνια ιστορίας
Το μικρό, υπέροχο καφενείο της οικογένειας Σπανουδάκη, στην Επάνω Σκάλα Μυτιλήνης, μετράει 223 χρόνια ιστορίας.
Η Ειρήνη Λάσκαρη, δισέγγονη του ιδρυτή του «Καφενείον Ο Ερμής» Γεώργιου Σπανουδάκη, αφηγείται στο iefimerida πώς ο τούρκικος καφενές του 1800 στη Μυτιλήνη πέρασε στα χέρια του Μικρασιάτη προπάππου της, με την ανταλλαγή πληθυσμού του 1922, και πώς η μητέρα της, Κυβέλη, αποφάσισε τη δεκαετία του '90 να εγκαταλείψει τη δουλειά της για να συνεχίσει την οικογενειακή παράδοση.
Τα καφενεία είναι ο πυλώνας του ευρωπαϊκού πολιτισμού
Τα παλιά καφενεία είναι κάτι παραπάνω από ένα νοσταλγικό άγγιγμα στη μνήμη, είναι σύμβολα της άυλης κληρονομιάς μας, πολιτισμικά δίκτυα μεγάλης κοινωνιολογικής σημασίας, συνεκτικοί κρίκοι μιας κοινότητας, θρυλικά τοπόσημα, ένας ζωντανός καμβάς που απεικονίζει την αυθεντική ταυτότητα μιας πόλης, ενός χωριού, ενός νησιού. Είναι μέρη κοινωνικοποίησης, χώροι πολιτικής ζύμωσης, πηγή ευθυμίας, όμως είναι, πάνω απ' όλα, κομμάτι της ψυχής μας.
«Το καφενείο», όπως λέει ο συγγραφέας Κλαούντιο Μάγκρις, «είναι μια πλατωνική Ακαδημία. Σ’ αυτή την Ακαδημία δεν διδάσκεται τίποτα, αλλά μαθαίνονται η κοινωνικότητα και η απομυθοποίηση».
Κατά τον Τζορτζ Στάινερ, πάλι, το καφενείο είναι ένας από τους βασικούς πυλώνες του ευρωπαϊκού πολιτισμού, όπως αναφέρει στο βιβλίο του «Η ιδέα της Ευρώπης» (εκδ. Δώμα, μτφρ. Θάνος Σαμαρτζής) ο σπουδαίος διανοητής, περιγράφοντας: «Το καφενείο είναι τόπος για κρυφές συναντήσεις και για συνωμοσίες, για διανοητικές συζητήσεις και για κουτσομπολιά, για τον Flâneur και για τον ποιητή ή τον μεταφυσικό με το σημειωματάρι του. Είναι ανοιχτό σε όλους, αλλά την ίδια στιγμή είναι μια λέσχη, μια μασονία, που προσφέρει πολιτική ή φιλολογική-λογοτεχνική αναγνώριση και προγραμματική παρουσία. Ένα φλιτζάνι καφέ, ένα ποτήρι κρασί, ένα τσάι με ρούμι σού εξασφαλίζουν έναν χώρο για να δουλέψεις, να ονειρευτείς, να παίξεις σκάκι ή απλώς να περάσεις τη μέρα σου καθισμένος κάπου ζεστά. Είναι λέσχη του πνεύματος και ταχυδρομείο του αστέγου. Στο Μιλάνο του Σταντάλ, στη Βενετία του Καζανόβα, στο Παρίσι του Μπωντλαίρ, τα καφενεία φιλοξενούσαν την πολιτική αντιπολίτευση, τον παράνομο φιλελευθερισμό. Τρία βασικά cafés στην αυτοκρατορική και μεσοπολεμική Βιέννη συγκροτούσαν την αγορά, τον τόπο όπου εκφράζονταν και συγκρούονταν οι αντιμαχόμενες σχολές αισθητικής και πολιτικής οικονομίας, ψυχανάλυσης και φιλοσοφίας. Όποιος ήθελε να συναντήσει τον Φρόυντ ή τον Καρλ Κράους, τον Μούζιλ ή τον Κάρναπ, ήξερε ακριβώς σε ποιο καφενείο να κοιτάξει, σε ποιο Stammtisch (*το τραπέζι στο οποίο μαζεύεται μια παρέα σε τακτά χρονικά διαστήματα και το οποίο είναι κρατημένο ειδικά για αυτήν) θα μαζεύονταν. Ο Δαντόν και ο Ροβεσπιέρος συναντήθηκαν μια τελευταία φορά στο Procope. Όταν τα φώτα σβήνουν στην Ευρώπη, τον Αύγουστο του 1914, ο Ζωρές δολοφονείται μέσα σ’ ένα καφενείο [...] Η “ιδέα της Ευρώπης” θα έχει περιεχόμενο όσο θα υπάρχουν καφενεία».
Ένα καφενείο που υπάρχει πριν ιδρυθεί το ελληνικό κράτος
Ένα τέτοιο, ιστορικής σημασίας μέρος είναι το «Καφενείον Ο Ερμής» στη Μυτιλήνη. Στην πόλη των παλιών αρχοντικών, και συγκεκριμένα στον γραφικό συνοικισμό της Επάνω Σκάλας, το ξακουστό καφενείο του Σπανουδάκη στεγάζεται σε ένα μοναδικό κτίριο του 1800 που όχι μόνο διατηρείται ακόμα και σήμερα, 223 χρόνια μετά, ως καφενείο, αλλά έχει εμπλουτιστεί με νόστιμους μεζέδες της Λέσβου και παραδοσιακά ελληνικά μαγειρευτά που φημίζονται για τη νοστιμιά τους.
Το καφενείο ιδρύθηκε στις αρχές του 19ου αιώνα από έναν Τούρκο που ζούσε στο νησί, στην Eπάνω Σκάλα, μια περιοχή που αγκαλιάζει το βόρειο λιμάνι της πόλης της Μυτιλήνης, η οποία εκείνη την εποχή, επί Τουρκοκρατίας, είχε έντονη την παρουσία του μουσουλμανικού στοιχείου και αργότερα φιλοξένησε τον μεγάλο αριθμό προσφύγων που ήρθαν από τη Μικρά Ασία μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή. Ο τούρκικος καφενές λειτούργησε μέχρι την ανταλλαγή πληθυσμού που έγινε κατά την περίοδο της Μικρασιατικής Καταστροφής. Τότε, το καφενείο ως χώρος, ως κτίσμα, πέρασε στα χέρια ενός Μικρασιάτη, του Γεώργιου Σπανουδάκη, που εγκατέλειψε την περιοχή Αλί Αγά ή Μύρινα της Μικράς Ασίας. Εκεί, ο Σπανουδάκης διατηρούσε ένα ελληνικό παραδοσιακό καφενείο με τον μικρότερο αδερφό του το οποίο ονόμαζαν «Ο Ερμής».
Προτού ξεσπάσει η τραγωδία της Σμύρνης, οι δύο άνδρες, φορτώνοντας τα έπιπλα, τον διάκοσμο, τους παλιούς καθρέφτες, τους ξύλινους πάγκους, τις ζωγραφισμένες ταμπέλες και τους κρεμαστούς τιμοκαταλόγους, σε ένα πλοίο, μετέφεραν την πραμάτεια του «Ερμή» στη Μυτιλήνη. Εκεί, στον παλιό τούρκικο καφενέ που του παραχώρησε ως ανταλλάξιμο η Τράπεζα της Ελλάδος, ο Γεώργιος Σπανουδάκης έφτιαξε τον νέο «Ερμή», διατηρώντας παράλληλα με σεβασμό την ταυτότητα του ιστορικού κτίσματος του 1800. Το «Καφενείον Ο Ερμής» πέρασε από γενιά σε γενιά, από τον Γεώργιο Σπανουδάκη στον γιο του Νικόλα, κι από εκείνον στην κόρη του Κυβέλη, η οποία τον δουλεύει μαζί με τη δική της κόρη, Ειρήνη Λάσκαρη, ακόμα και σήμερα, ως καφενείο και μεζεδοπωλείο.
Όσοι ζήσαμε στο νησί υπηρετώντας τη θητεία μας ή επισκεφθήκαμε την πανέμορφη Μυτιλήνη για τουρισμό, γνωρίζουμε πολύ καλά στην πράξη τι σημαίνει ο «Ερμής» για το νησί. Είναι κάτι παραπάνω από ένα παλιό γραφικό καφενείο ή ένα μεζεδοπωλείο που σερβίρει την αυθεντική νοστιμιά της Ελλάδας στο πιάτο, με ένα καραφάκι ούζο Μυτιλήνης, βεβαίως, στο πλάι - είναι ένα αληθινό μνημείο από το οποίο περνάς οπωσδήποτε.
Το iefimerida συνομίλησε με τη νεότερη εκπρόσωπο της τελευταίας μέχρι στιγμής απογόνου του Σπανουδάκη, την Ειρήνη Λάσκαρη, κόρη της Κυβέλης Σπανουδάκη που έδωσε ξανά ζωή στο «Καφενείον Ο Ερμής» το 1994, αφιερώνοντας τη ζωή της στη διάσωση ενός βασικού πολιτιστικού στοιχείου του νησιού.
Αφηγηθείτε μας τη μακρόχρονη ιστορία του καφενείου «Ερμής»...
Το κτίσμα του 1800 ήταν ένας παλιός τούρκικος καφενές. Στα χέρια της δικής μας οικογένειας ο καφενές ήρθε κατά την ανταλλαγή πληθυσμών το 1922, όταν ο προπαππούς μου ήρθε στο νησί από τη Μικρά Ασία. Δεν μάθαμε ποτέ το όνομα του Τούρκου που είχε χτίσει το οίκημα, ούτε τι απέγινε. Ο Γεώργιος Σπανουδάκης -ο προπαππούς μου- πέθανε σχετικά νέος, όταν ο παππούς ήταν μικρό παιδάκι. Με τη βοήθεια συγγενών και φίλων προσπάθησε, παρά το νεαρό της ηλικίας του, να συντηρήσει το καφενείο και να το αναλάβει κάποια στιγμή ο ίδιος μεγαλώνοντας.
Πώς κατάφεραν να μεταφέρουν στη Μυτιλήνη από τη Μικρά Ασία όλα τα έπιπλα και τα διακοσμητικά στοιχεία που είχαν στο καφενείο τους εκεί;
Τους βοήθησαν οι ναυτικοί που υπήρχαν στην οικογένεια να διασώσουν ό,τι μπορούσε να κουβαληθεί στο πλοίο. Αυτά όλα τα αντικείμενα του μικρασιατικού καφενείου «Ερμής» που βρισκόταν στο Αλί Αγά είναι ακριβώς αυτά που βλέπετε σήμερα στο καφενείο μας. Ο παππούς μου, Νικόλας, από μικρό παιδάκι ασχολήθηκε με το καφενείο νύχτα-μέρα μέχρι το τέλος της ζωής του. Δεν είχε φαγητό, μόνο τον κλασικό μεζέ του ούζου. Είχε κατά κύριο λόγο τον καφέ, το λουκούμι, το λικέρ, τη μαστίχα, το λεγόμενο υποβρύχιο. Η γιαγιά μου, η Ειρήνη, άρχισε να εμπλουτίζει με το μεράκι της τους μεζέδες, αλλά το 1997, όταν ανέλαβε η μητέρα μου Κυβέλη το καφενείο, μετά τον θάνατο του παππού μου το 1994, το μετέτρεψε σε καφενείο-μεζεδοπωλείο, αυξάνοντας το μενού με ελληνικά πιάτα που ζητούσε έντονα ο κόσμος. Εγώ τότε ήμουν τριών ετών, μεγάλωσα ουσιαστικά μέσα σε αυτό το καφενείο.
Πώς το ιστορικό καφενείο πέρασε στη νέα γενιά!
Η μητέρα σας πώς πήρε την απόφαση να συνεχίσει την οικογενειακή παράδοση, κρατώντας στη ζωή τον «Ερμή»;
Δεν είχε καμία σχέση με την εστίαση. Εργαζόταν ως βοηθός ακτινολόγου στο νησί. Γύρω στα 30 και κάτι αποφάσισε να αναλάβει τον «Ερμή» και να συνεχίσει τη μακρά πορεία του από τον 19ο αιώνα. Το καφενείο αυτό ήταν και είναι για την οικογένειά μας το κέντρο της ζωής μας. Γι' αυτό κι εγώ, παρότι έφυγα κάποια στιγμή για να σπουδάσω Οικονομικά στη Θεσσαλονίκη, είχα πάντα στην άκρη του μυαλού μου ότι θα επιστρέψω για να δουλέψω στον «Ερμή». Έξι χρόνια τώρα, από το 2017 όταν αποφοίτησα, ασχολούμαι καθημερινά, πλήρως, με το καφενείο.
Τι έχει αλλάξει από το 1800 όταν άνοιξε, σε σχέση με το σήμερα, και τι έμεινε απαράλλακτο;
Το κτίσμα είναι ακριβώς όπως ήταν τότε. Το πάτωμα δεν έχει αλλαχθεί, τα πλακάκια είναι παράταιρα μεταξύ τους, έχει έναν αυθεντικό απλό χαρακτήρα. Το ταβάνι είναι ξύλινο. Συντηρείται με μεγάλη προσπάθεια. Όταν το ανέλαβε η μητέρα μου ασχολήθηκε πολύ με την αναστήλωση του κτιρίου. Η σκεπή ήταν όλη κατεστραμμένη από τον χρόνο. Προστέθηκαν με απόλυτο σεβασμό για την ιστορικότητα του κτίσματος υποστυλώματα ώστε να αντέχει το βάρος της νέας στέγης. Η μητέρα μου ακολούθησε πολύ αυστηρά την παραδοσιακή αρχιτεκτονική, ώστε να μην αλλοιωθεί ο χαρακτήρας του καφενείου του 1800.
Πόσο δύσκολο είναι να κρατήσει την αυθεντική του ταυτότητα ένας παραδοσιακός χώρος ενσωματώνοντας ταυτόχρονα στοιχεία τού σήμερα;
Όταν έχεις να συντηρήσεις ένα τέτοιο κτίριο, πρέπει να έχεις συνείδηση της ταυτότητάς του, και κάθε προσθήκη εκσυγχρονισμού, από τα πιο μικρά, όπως είναι π.χ. μια γραμμή τηλεφώνου με Wi-Fi, έως τις πιο μεγάλες παρεμβάσεις, πρέπει να γίνεται πολύ προσεκτικά. Κρατάμε ως κόρη οφθαλμού ό,τι υπάρχει μέσα στο καφενείο, γιατί όλα, όπως σας είπα, είναι από τον «Ερμή» της Μικράς Ασίας. Οι καθρέφτες, οι παλιοί ζωγραφισμένοι στο χέρι τιμοκατάλογοι, τα κάδρα, οι φωτογραφίες, τα μικροαντικείμενα με τα οποία έφτιαχναν τον καφέ στη χόβολη κ.λπ., όλα έχουν να αφηγηθούν μια πολύ παλιά ιστορία.
Ο παππούς σας, η μητέρα σας ή εσείς, έχετε πάει από περιέργεια πίσω στη Μικρά Ασία για να δείτε τι απέγινε το παλιό καφενείο στο Αλί Αγά;
Όχι, δεν έχει πάει κανένας από εμάς. Δεν έχουμε καμία εικόνα ούτε πού ήταν ακριβώς, ούτε πώς είναι σήμερα, αν ακόμα υπάρχει.
Θα ήταν ένα πολύ ωραίο μυθιστόρημα όλο αυτό.
Ναι, θα ήταν, πράγματι!
Έχετε σκεφτεί να το γράψετε;
Η αλήθεια είναι πως όχι, δεν πολυγράφουμε την ιστορία μας όταν μας το ζητάνε. Ίσως γιατί ζούμε καθημερινά, ακόμα, μέσα σε αυτή την ιστορία. Ο «Ερμής» είναι μια μικρή ζωντανή ιστορία.
Τι σερβίρει σήμερα ο «Ερμής»; Ποια είναι τα χαρακτηριστικά του πιάτα;
Ελληνικές γεύσεις, παραδοσιακά πιάτα από τη Μυτιλήνη και τη Μικρά Aσία όπως τα πήραμε από τις γιαγιάδες μας. Λαχανοντολμάδες, μπεκρή μεζέ που το φτιάχνουμε στο πήλινο, γίγαντες στον φούρνο, χταπόδι κρασάτο. Βράζουμε καθημερινά λαχανίδα και χόρτα. Κρέας της ώρας και από ψάρι ό,τι έχει ο ψαράς μας, ανάλογα με τον καιρό, γιατί έχουμε πολλές φουρτούνες τον χειμώνα. Έχουμε, επίσης, μεγάλη ποικιλία σε μαγειρευτά που φτιάχνουμε κάθε μέρα, όπως κοκκινιστό μοσχαράκι, γιουβετσάκι, μοσχαράκι λεμονάτο, μελιτζάνες ιμάμ, τα σουγάνια -που είναι οι παραδοσιακοί κρεμμυδοντολμάδες με κιμά και αυγολέμονο- και, φυσικά, τα σουτζουκάκια τα σμυρναίικα σε συνταγή της γιαγιάς, που είναι και το πιο δημοφιλές μας πιάτο.
Ποιο ούζο μάς προτείνετε;
Έχουμε όλες τις ετικέτες που παράγει το νησί μας, για τα οποία άλλωστε φημίζεται η Μυτιλήνη. Αυτό που ξεχωρίζουμε εμείς ιδιαίτερα είναι το «Σμυρνιώ», το οποίο παράγουν τα ξαδέρφια μας με συνταγή που περνά από γενιά σε γενιά.
Πώς φαντάζεστε τον «Ερμή» σε 50 χρόνια από σήμερα;
Για να υπολογίσω πόσων ετών θα είμαι 50 χρόνια μετά... Είμαι 29, σε 50 χρόνια -μακάρι να ζήσω- θα είμαι 79. Ιδανικά θα ήθελα να υπάρχει ακόμα το κτίριο όπως είναι σήμερα. Θα είναι ευχής έργον να αποφασίσει κάποιος από την οικογένειά μας να συνεχίσει αυτή την οικογενειακή παράδοση.
---
Διεύθυνση: Κορνάρου 2 & Ερμού, Μυτιλήνη, Λέσβος / Τηλέφωνο: 22510 26232
Ώρες λειτουργίας: Δευτέρα-Τρίτη: Κλειστά / Τετάρτη έως Σάββατο: 9:30 το πρωί με 12:00 το βράδυ / Κυριακές: 9:30 το πρωί με 6:00 το απόγευμα (Τα καλοκαίρια το καφενείο παραμένει κλειστό Κυριακή και Δευτέρα)
Τιμές: 15 με 20 ευρώ κατά μέσο όρο το άτομο, χωρίς ποτό.