Skip to main content
|

Ο ποιητής από τη Λέσβο Γιάννης Αλύτης (1907-1999) και ο Γάλλος στρατηγός Πιερ-Ζακ Ετιέν

SHARE

ΜΟΙΡΑΣΟΥ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟ

Χρόνος ανάγνωσης :
4'

Δύο είναι τα πρόσωπα αυτού του κειμένου. Ο ποιητής από τη Λέσβο Γιάννης Αλύτης (1907-1999) και ο Γάλλος στρατηγός Πιερ-Ζακ Ετιέν, υποκόμης του Cambronne (1770-1840), γνωστός για μία λέξη που είπε, αλήθεια ή ψέματα, τις οίδεν, δεν έχει σημασία. Συγκεκριμένα, όταν οι Γάλλοι στο Βατερλό είχαν χάσει τα πάντα –τα πυρομαχικά είχαν εξαντληθεί, οι στρατιώτες είχαν καταρρακωθεί και η σημαία είχε κουρελιαστεί– ένας Άγγλος στρατηγός, ή ο Κόλβιλ ή ο Μέτλαντ, φώναξε προς το στρατόπεδο των Γάλλων: «Γενναίοι Γάλλοι, παραδοθείτε!» Και ο Καμπρόν αποκρίθηκε: «Merde!» [Σκατά!]

Την είπε πράγματι αυτή τη λέξη ο στρατηγός ή δεν την είπε; Σημασία έχει πως οι εξαθλιωμένοι Γάλλοι γίνονται επεισόδιο στους Αθλίους του Ουγκό και η μυθοποιημένη αλήθεια, ανεξάρτητη από την ιστορική, κατακυρώνεται πλέον σαν αληθινή και διαγράφει τη δική της υπερήφανη αλήθεια. Η λέξη merde έμεινε στην ιστορία σαν μια λέξη ισοδύναμη με το σπαθί, που ήρθε ουρανοκατέβατη τη στιγμή που όλοι είχαν χάσει το ηθικό τους εκτός από τον Καμπρόν. Στον Καμπρόν επίσης αποδίδεται η φράση: «Η φρουρά πεθαίνει αλλά δεν παραδίδεται».

Κατά κάποιον τρόπο, η λέξη αυτή έχει το ισοδύναμό της στην ελληνική επίθεση στα αλβανικά βουνά, όταν εισβάλλουν οι Ιταλοί και οι Έλληνες δεν λένε merde, αλλά ορμούν φωνάζοντας: ΑΕΡΑ!

Η λέξη του Καμπρόν γίνεται σύνθημα· δεν χρειάζεται κανείς να την εκφωνήσει, αρκεί απλώς να την υπαινιχθεί. Ο Κώστας Βάρναλης, παρωδώντας το ποίημα του Κ.Π. Καβάφη «Η Πόλις» στο δικό του ποίημα με τίτλο «Ελευθερίης Φάος ιρόν», και μότο «δεν έχει πλοίο για σε δεν έχει οδό», χρησιμοποιεί την περίφραση «αθάνατη λεξούλα του Καμπρόν».

Αντιγράφω τις δύο πρώτες στροφές:

Πια δεν μπορώ! Θα φύγω φτερωτός
στον «ελεύθερον κόσμο του φωτός!
Όχι Άφρικα κι Ασία! Καθημερνά
φωτιά κι ατσάλι ο Αθάνατος κερνά.

Θα γεννηθώ ξανά, όπως θέλω, κι όσο
μπορώ και θέλω εγώ θα μεγαλώσω!
(Ιδού στάδιον δόξης σου λαμπρόν,
αθάνατη λεξούλα του Καμπρόν!)

 

Τη λέξη του Καμπρόν την ξαναβρίσκουμε ελαφρώς καμουφλαρισμένη ως αρκτικόλεξο –M.E.R.D.E.– από τον Γιώργο Σεφέρη στο ποίημα «Le cheval n’a pas dit “M.E.R.D.E.”» («Το άλογο δεν είπε “σκατά”»), όπου ο Σεφέρης κάνει λόγο για τον «Καμβρόνη» και την «κερά Ευρυδίκη», αναφερόμενος και στη λέξη του Καμπρόν αλλά και στο έργο του Ζαν Κοκτό, όπου τα αρχικά M.E.R.D.E. δεν σημαίνουν «σκατά», αλλά Madam Eurydice Reviendra Des Enfers («Η κυρία Ευρυδίκη θα επιστρέψει από τον Άδη»). Ο Σεφέρης όμως, αν και αναφέρεται στον τίτλο του Κοκτό, τη λέξη του Καμπρόν, κυρίως, έχει στον νου του και αυτή τη λέξη διαβάζει και ακούει ο αναγνώστης/ακροατής.

Ωστόσο, και ο Βάρναλης και ο Σεφέρης χρησιμοποίησαν τη λέξη σε άλλα συμφραζόμενα. Μόνο ο Γιάννης Αλύτης τη χρησιμοποιεί μέσα στο περιβάλλον όπου γεννήθηκε και αφορά τον εχθρό στο απέναντι στρατόπεδο.

Ο Λέσβιος ποιητής Γιάννης Αλύτης ή Ιωάννης Βόμβας στέλνει από το μέτωπο, όπου πολεμά, στον Τρίβολο του Στρατή Παπανικόλα στη Μυτιλήνη, του οποίου ως τακτικός συνεργάτης της εφημερίδας κρατούσε τη σουρεαλιστική στήλη, το παρακάτω ποίημα, το οποίο δημοσιεύτηκε τον Ιανουάριο του 1941. Το ποίημα βρέθηκε στα αρχεία του Βάσου Βόμβα, γιου του ποιητή, και τον ευχαριστώ που μου το εμπιστεύτηκε.

ΣΕΙΡΗΝΕΣ

Τα μπρούτζινα μαστιγώματα των Κεραυνών μας
Φωτιά στα «μπατζάκια» των Κενταύρων
Τα «σώβρακα» γεμάτα απ’ του Καμπρόν τη λέξη!
Ω! γλέντι τρικούβερτο – Ω! θέαμα εξαίσιο
Ω! μουσική απόκοσμη των θείων κανονιών

Λοιπόν αέρα, μαδημένοι, famosi gloriosi,
Πατεντάτοι της πιο γελοίας ράτσας
Πειναλέοι βρυκόλακες του ματωμένου αιώνα

Εμείς εδώ ζούμε την ομορφιά της Νίκης
Διακρίνω μέσα από τα δάκρυα
Την αυριανή χαρά
Ψυχή μας μια γλώσσα μυστική

Το απαράμιλλο γαϊτανάκι των σφαιρών
Γαρνίρει τα καπούλια σας
Και κελαηδούν οι Σειρήνες
«Sic transit gloria Moussolini»...

Ο Γιάννης Αλύτης ήταν πνεύμα σπινθηροβόλο, ευρύτατης παιδείας. Είχε αστείρευτο χιούμορ, μεγάλη γκάμα μεταμορφώσεων, έπαιζε σε όλα τα επίπεδα και κέρδιζε τον αναγνώστη με την ποικιλία του ύφους που μεταχειριζόταν ανάλογα με την περίσταση. Έτσι και τώρα, σ’ αυτό το ποίημα, πίσω από τη σατιρική επιφάνεια στήνει ένα πολύ σοβαρό ντεκόρ. Μας μεταφέρει το γίγνεσθαι του πολέμου πάνω στα αλβανικά βουνά, ειρωνεύεται και αποκαθηλώνει τους «Κένταυρους», τους επίλεκτους της ιταλικής στρατιάς, παρουσιάζοντάς τους με «τα “σώβρακα” γεμάτα απ’ του Καμπρόν τη λέξη», στοχεύοντας σε δύο συγχρόνως λεπτομέρειες· τα «σώβρακα» που από μόνα τους αρκούν για να δείξουν τον πλήρη εξευτελισμό και τη λέξη που εννοείται αλλά δεν τη λέει, την περίφημη λέξη merde, εφόσον είναι γεμάτα τα σώβρακα από αυτήν. Με τρία αναφωνητικά «Ω», ονομάζει τον πόλεμο «γλέντι τρικούβερτο», «θέαμα εξαίσιο», «μουσική απόκοσμη των θείων κανονιών», παραπέμποντας στους αρχαίους Έλληνες, και όχι μόνο, που πήγαιναν στη μάχη σαν να πήγαιναν σε γιορτή.

Στη δεύτερη στροφή, αξιοποιώντας όλο το υπαινικτικό φορτίο των λέξεων «αέρα» για τους Έλληνες και για τους Ιταλούς «μαδημένοι» –από τα φτερά των καπέλων τους, ήτοι από την αλαζονεία τους– «famosi gloriosi» και «πατεντάτοι», μεταβάλλει τον έπαινο που προσδίδουν τα μεγαλοπρεπή επίθετα σε ψόγο.

Στην τρίτη στροφή, η Νίκη γράφεται με κεφαλαίο Ν έτσι για να είναι μεγάλη αλλά και για να παραπέμπει στην αρχαία, ίσως της Σαμοθράκης. Τέλος, τα δάκρυα χαράς και οι Σειρήνες που κελαηδούν το ιταλικό ρητό «Sic transit gloria Moussolini», αντί «Sic transit gloria mundi», εφόσον ο μεγαλομανής δικτάτορας θέλησε να είναι αυτός ο ίδιος ο κόσμος όλος, ρίχνουν την αυλαία στον θεατρινισμό του.

Παρατηρούμε ότι ο ποιητής σκιτσάρει με χιούμορ δηκτικό και αποκαθηλωτικό τον εχθρό, αλλά κάτω από το χιούμορ το ποίημα είναι πολύ σοβαρό. Με άλλα λόγια, στέλνει μήνυμα χαράς και Νίκης στην πατρίδα του, στην εφημερίδα του, ενημερώνει τη στήλη του από το μέτωπο, όπου ο πολεμιστής γίνεται πολεμικός ανταποκριτής. Και δεν μας διαφεύγει ότι ο ενθουσιασμός από τη Νίκη συντελείται μέσα σε ένα «γαϊτανάκι σφαιρών» που «γαρνίρει τα καπούλια» των εχθρών. Ο πόλεμος μαίνεται γύρω του, αλλά εκείνος μόνο μήνυμα ελπίδας και υπερηφάνειας θέλει να στείλει στην πατρίδα και όχι τα δεινά των συμπολεμιστών του, που βεβαιότατα εξυπονοούνται.

Το ποίημα αυτό περίμενε υπομονετικά από το 1971 για να πάρει μέρος στον εορτασμό του Έπους του 1940. Δεν περιλαμβάνεται στα Ποιήματά του που εκδόθηκαν, όπως και τα πεζά του –Οι φίλοι μου κι εγώ– από τις Εκδόσεις Σμίλη. Τα Ποιήματα πρόσφατα μεταφράστηκαν από τον Ιταλό ελληνιστή Crescenzio Sangiglio στο ιταλικό λογοτεχνικό περιοδικό Fermenti.

Σημείωση: Ο Τρίβολος ήταν σατιρική εφημερίδα που εξέδιδε ο δημοσιογράφος και λαογράφος Στρατής Παπανικόλας από το 1931 έως το 1941 κανονικά και λίγο μετά τον πόλεμο κατά διαστήματα.

 

* Η Ανθούλα Δανιήλ είναι δρ Φιλολογίας, συγγραφέας και κριτικός λογοτεχνίας, μέλος της Ένωσης Ελλήνων Θεατρικών και Μουσικών Κριτικών.

αρχική δημοσίευση : https://diastixo.gr/

SHARE

ΜΟΙΡΑΣΟΥ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟ

Διαβάστε επίσης
Άρθρα απο την ίδια κατηγορία
Όλες οι προσεχείς εκδηλώσεις