Αγριολούλουδα, ο ξεχωριστός πλούτος της Ελλάδας - Ναι στο Instagram, όχι στο βάζο
Μια από τις πλουσιότερες περιοχές σε ολόκληρη τη γη ως προς την ποικιλία σε αγριολούλουδα είναι η Ελλάδα, που φέτος θα γιορτάσει την Πρωτομαγιά υπό ιδιαίτερες συνθήκες. Συγκεκριμένα, «ανήκει στο 2,3% της συνολικής επιφάνειας της ξηράς στο οποίο διαβιούν πάνω από το 50% των φυτικών ειδών του πλανήτη», λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο επίκουρος καθηγητής του Γεωπονικού Πανεπιστημίου, Γιώργος Φωτιάδης.
Στα χώματα της χώρας φυτρώνουν πάνω από 6.500 είδη και υπό-είδη φυτών, συνεπώς και αγριολούλουδων, ενώ όπως εξηγεί ο κ. Φωτιάδης, οι Τούρκοι ακαδημαϊκοί εκτιμούν πώς «μαζί η Αλβανία, η Ελλάδα και η Τουρκία σχηματίζουν την πιο πλούσια περιοχή σε φυτά και λουλούδια σε όλο το Βόρειο Ημισφαίριο».
Ναι στο Instagram, όχι στο βάζο
Όμως, η πολύ μεγάλη ποικιλία συνεπάγεται και πολύ μεγάλη σπανιότητα των αγριολούλουδων. «Όσο πιο νότια κινούμαστε, τόσο πιο σπάνια είδη συναντούμε, με αποκορύφωμα την Κρήτη, όπου 1 στα 4 φυτά υπάρχει μόνο στην Ελλάδα και πουθενά αλλού στον κόσμο!» υπογραμμίζει ο επίκουρος καθηγητής δασολογίας και διαχείρισης φυσικού περιβάλλοντος.
Τα ενδημικά αγριολούλουδα και φυτά, όπως ονομάζονται όσα φύονται αποκλειστικά σε μόνο μια περιοχή και πουθενά αλλού, οδηγούν σε μια αλυσίδα. «Αυτή η μεγάλη ποικιλία σε αγριολούλουδα αλληλοσυνδέεται με την ποικιλία σε έντομα, με την ποικιλία σε ζώα. Αντανακλάται και προσθέτει σε ολόκληρο το φυσικό περιβάλλον. Η Ελλάδα θεωρείται μια από τις κόκκινες περιοχές βιοποικιλότητας σε όλο τον κόσμο. Ακόμα και στην Αττική φυτρώνουν πάρα πολλά σπάνια είδη!» τονίζει ο κ. Φωτιάδης.
Ωστόσο, μαζί με την σπανιότητα των αγριολούλουδων, έρχεται και μια μεγάλη ευθύνη. Μπορεί φέτος η παράδοση της Πρωτομαγιάς να βρίσκει τους πολίτες ακόμα υπό συνθήκες περιορισμού της κυκλοφορίας αλλά για τα αγριολούλουδα, αυτό είναι καλό. «Φωτογραφίες για το Instagram. Το πρώτο και καλύτερο είναι να μην μαζεύουμε αγριολούλουδα και να τα απολαμβάνουμε στη φύση όπως τα βλέπουμε. Μπορούμε να τα τραβάμε φωτογραφίες για το Instagram. Αυτό είναι το σωστό για το οικοσύστημα» εξηγεί ο κ. Φωτιάδης και προσθέτει ότι η νομοθεσία τυπικά απαγορεύει τη συλλογή λουλουδιών χωρίς άδεια, αλλά δεν τηρείται. «Αν τελικά μαζέψουμε λουλούδια, είναι πάρα πολύ σημαντικό να μην τα ξεριζώνουμε. Πολλά από αυτά είναι πολυετή που σημαίνει ότι αν το βγάλουμε από τη ρίζα το φυτό νεκρώνει, ενώ αν κόψουμε μόνο το υπέργειο τμήμα μπορεί την επόμενη χρονιά να ξαναβγάλει καινούργιο βλαστό και καινούργια άνθη».
Η παγίδα είναι ότι κάποιος χωρίς γνώσεις δεν μπορεί να αξιολογήσει την σπανιότητα του λουλουδιού. «Για παράδειγμα, οι μαργαρίτες. Τις θεωρούμε όλες ίδιες αλλά κάποιες είναι τόσο σπάνιες που φυτρώνουν σε μία μόνο περιοχή. Οι καμπανούλες επίσης. Δεν τους δίνουμε σημασία αλλά συνήθως φυτρώνει διαφορετικό είδος ανά περιοχή και πουθενά αλλού σε όλο τον κόσμο! Τουλίπες. Μπορεί να βλέπουμε τις τουλίπες "χαλί", δηλαδή σαν λιβάδι με πυκνή βλάστηση, και να μην γνωρίζουμε ότι υπάρχει μόνο εκεί, σε αυτά τα λίγα τετραγωνικά μέτρα» τονίζει ο επίκουρος καθηγητής του Γεωπονικού Πανεπιστημίου.
Ιδιαίτερο κομμάτι της ιστορίας του Ελλαδικού χώρου
Οι αιτίες πίσω από αυτό τον πλούτο στον καμβά της φύσης εντοπίζονται κυρίως σε ιστορικά γεωλογικά στοιχεία καθώς και στα μικροκλίματα της περιοχής. «Η μεγάλη ποικιλία που παρουσιάζεται στο κλίμα, από τα ψηλά Βουνά του Όλυμπου, στα χαμηλά σημεία στη θάλασσα και η μεγάλη ποικιλία σε διαφορετικά πετρώματα συνεπάγεται την προσαρμογή των φυτών σε πολλά διαφορετικά περιβάλλοντα. Είναι επίσης η γεωγραφική ιστορία της περιοχής που την κάνει ξεχωριστή, το ότι δεν είχαμε παγετώνες περιόδους, σε εμάς έφτασαν οριακά. Αυτό σημαίνει ότι πολλά φυτά από τη βόρεια Ευρώπη βρήκαν καταφύγιο στην Ελλάδα και τις νοτιότερες περιοχές. Όμως και η γεωγραφική θέση παίζει ρόλο αφού η χώρα μας συγκεντρώνει είδη φυτών και αγριολούλουδων που μετακινήθηκαν σταδιακά σε διάφορες γεωλογικές περιόδους, εκτός από τον Βορρά και την κεντρική Ευρώπη, και από τον Καύκασο, την Τουρκία, το Ιράν, ακόμα και από την Αφρική» διευκρινίζει ο κ. Φωτιάδης.
Το εμπόριο αντιθέτως δεν έχει συμβάλει στην ποικιλία των λουλουδιών που ανθίζουν στην Ελλάδα. Σύμφωνα με τον κ. Φωτιάδη, «τα είδη που έχουν έρθει μέσω εμπορικών οδών, από την αρχαιότητα έως την μετά-Κολόμβου εποχή (όταν τα ταξίδια μεταξύ ηπείρων έγιναν πολύ πιο εύκολα), τα γνωρίζουμε και δεν είναι πολλά. Θεωρούμε ότι πλέον έχουν προσαρμοστεί πλήρως στον Ελλαδικό χώρο και δεν τα αποκαλούμε ξενικά αλλά, από την άλλη, δεν έχουν παίζει σημαντικό ρόλο στην χλωρίδα της περιοχής. Αντιθέτως, τα είδη που έρχονται τώρα πλέον, δηλαδή από την μετά-Κολόμβου εποχή και εξής, από την Αυστραλία και την Αμερική θεωρούνται συνήθως εισβλητικά και χωροκατακτητικά και είναι επικίνδυνα για τα τοπικά είδη».
Τα αγριολούλουδα ήδη από την αρχαιότητα έχουν επηρεάσει την αισθητική και την αρχιτεκτονική του ελλαδικού χώρου, για παράδειγμα το Κορινθιακό κιονόκρανο είναι το φύλλο ενός είδους που φύεται στις περισσότερες περιοχές της Ελλάδας, ενώ συνδέονται με τοπικές παραδόσεις. «Το Βάλσαμο ή βαλσαμόχορτο ή σπαθόχορτο το λέμε επίσης και φυτό του Αϊ-Γιάννη, το χαμομήλι το λέμε και φυτό του Αϊ-Γιώργη. Ο φλόμος, ο οποίος είναι βότανο για τον βήχα στη λαϊκή παράδοση -εξ ου και το ρήμα φλομώνω, είναι ένα φυτό με έντονα κίτρινα λουλούδια το οποίο υπάρχει παντού στην Ελλάδα αλλά σχεδόν σε κάθε περιοχή είναι διαφορετικό είδος, πάρα πολύ σπάνιο» τονίζει ο κ. Φωτιάδης. Εκτός από τα αγριολούλουδα με φαρμακευτικές χρήσεις, υπάρχουν και εκείνα που τρώγονται! «Ίσως όχι το λουλούδι, αλλά ο βλαστός σίγουρα. Σε κάποιες περιοχές στην βόρειο Ελλάδα για παράδειγμα κάνουν πίτες και με παπαρούνα. Το ραδίκι ή η πικραλίδα, ας είναι αγριολούλουδα, ο βλαστός τους τρώγεται, σε πίτες και σε σαλάτα» λέει ο φυτοκοινωνιολόγος.
Οι λόγοι που τα λουλούδια αναπτύσσουν διαφορετικές ιδιότητες συνδέονται με την επικονίαση τους. «Τα λουλούδια που είναι πολύ μικρά συνήθως δεν έχουν ιδιαίτερο χρώμα γιατί επικονιάζονται με τον αέρα, τα μεγαλύτερα λουλούδια έχουν εντυπωσιακά χρώματα ή μυρωδιές για να προσελκύσουν έντομα γιατί έτσι επικονιάζονται, δηλαδή πολλαπλασιάζονται. Τα πάντα γίνονται με δύο σκοπούς: την επιβίωση και την διαιώνιση του είδους» καταλήγει ο κ. Φωτιάδης.