Κοινωνία

19/12/2019 - 08:51

Ανάγκη ενός ουσιαστικού σχεδίου ένταξης των μεταναστών στην ελληνική κοινωνία

Η ανάγκη ύπαρξης μιας ουσιαστικής μεταναστευτικής πολιτικής για τους μετανάστες και τους πρόσφυγες βρέθηκε στο επίκεντρο εκδήλωσης που πραγματοποίησε το Ελληνικό Φόρουμ Μεταναστών στο πλαίσιο της Παγκόσμιας Ημέρας Μετανάστη.

«Η εκάστοτε κυβέρνηση οφείλει να ασχοληθεί με το πραγματικό πρόβλημα, το οποίο είναι η έλλειψη ουσιαστικής μεταναστευτικής πολιτικής και η παντελής απουσία της Ευρωπαϊκής πλευράς, υποστήριξης, πολιτικής. Παρόλο που η κατάσταση των προσφύγων φαίνεται πως είναι περισσότερο γνωστή στο πανελλήνιο, σε ό,τι αφορά τα θέματα των μεταναστών επικρατεί άγνοια», επισήμανε μεταξύ άλλων το μέλος του διοικητικού συμβουλίου του Ελληνικού Φόρουμ Μεταναστών, Ίρα Λόντο.

Σύμφωνα με στοιχεία που δόθηκαν κατά τη διάρκεια της εκδήλωσης η κατάσταση για τους μετανάστες που βρίσκονται σήμερα στην Ελλάδα, το 50% , των πάνω από 550.000 μεταναστών, οι οποίοι καταγράφονται επισήμως από τις αρμόδιες υπηρεσίες του υπουργείου Εσωτερικών, κατέχουν νόμιμο τίτλο διαμονής (δεκαετούς διάρκειας), άδεια η οποία πλέον έχει καταργηθεί και αναγκαστικά υποχρεώνει τους μετανάστες να μεταβούν είτε σε απλή άδεια διαμονής (3ετής) είτε σε άδεια επί μακρόν διαμένοντος (5ετής), ώστε να μπορούν να εξασφαλίσουν συνεχόμενη "νόμιμη" διαμονή στη χώρα.

Όπως επισήμανε η κ. Λόντο, «χρειάζονται συνεχόμενη "νόμιμη" διαμονή γιατί σύμφωνα με τους πιο αυστηρούς νόμους στην Ευρώπη για πολιτογράφηση των αλλοδαπών, το δικαίωμα τόσο για άδεια επί μακρόν διαμένοντος (5ετής) όσο και δικαίωμα για διεκδίκηση ιθαγένειας του τόπου που διαμένουν, το έχουν μόνο όσοι πολίτες τρίτων χωρών διαθέτουν άδεια διαμονής για 7 συνεχόμενα χρόνια». Επιπλέον, από τους 550.822 μετανάστες που κατέχουν άδεια διαμονής, προερχόμενοι από περίπου 150 διαφορετικά κράτη προέλευσης όπως καταγράφηκαν έως στις 31/10/2019, οι 5 πολυπληθέστερες κοινότητες μεταναστών είναι από: Αλβανία 357.472, Γεωργία 22.869, Πακιστάν 19.009, Ουκρανία 18.328 και Ρωσία 14.878. Αριθμοί που αποδεικνύουν ότι η μετανάστευση στην Ελλάδα είναι κατά βάση από την Ευρωπαϊκή ήπειρο. Ακόμη, περίπου 230.000 μετανάστες έχουν άδειες διαμονής, οι οποίες ανανεώνονται σε διάστημα άνω των 3 ετών (απλές, δεκαετίας, οικογενειακού μέλους κ.ά.). Μόνο οι 28.248 εξ αυτών, έχουν άδεια επί μακρόν διαμένοντος (5ετής), η μόνη πιο "ασφαλής" άδεια διαμονής, η οποία παρέχει αυξημένη προστασία, δυνατότητα εργασίας σε άλλο κράτος-μέλος της Ε.Ε., καθώς και ίση μεταχείριση με τους πολίτες της Ε.Ε. Όσον αφορά την ηλικιακή κατανομή του πληθυσμού των μεταναστών, παρατηρείται ότι περίπου 99.400 είναι ανήλικοι, ενώ ένα ιδιαίτερα ανησυχητικό στοιχείο είναι η «γήρανση» και τα γηρατειά του μεταναστευτικού πληθυσμού. Βάσει των στοιχείων του υπουργείου, περίπου 150.000 άνθρωποι με άδειες διαμονής, είναι ηλικίας άνω των 50 ετών. Μεγάλο μέρος αυτών είναι γονείς παιδιών δεύτερης γενιάς, με άδειες διαμονής που δύσκολα ανανεώνονται ή δεν τους εξασφαλίζουν σύνταξη κ.ά. Επιπλέον, λόγω της έλλειψης διακρατικών συμφωνιών με ορισμένες χώρες, δεν είναι καν εφικτή η έκδοση σύνταξης σε ανθρώπους που έχουν φύγει από τη χώρα και δικαιούνται να την λάβουν.

Από την πλευρά της η διευθύντρια του γραφείου του Ελληνικού Φόρουμ Μεταναστών, 'Αντλα Σασάτη αναφέρθηκε στο ζήτημα της δεύτερης γενιάς και της ιθαγένειας καθώς όπως είπε, «σχεδόν σε όλα τα ζητήματα που αφορούν την δεύτερη γενιά, εξακολουθούμε να εντοπίζουμε προβλήματα. Και εδώ, υπάρχει έλλειψη στρατηγικής και σχεδιασμού κοινωνικής ένταξης και συμπερίληψης των παιδιών που έρχονται στην χώρα σε πολύ μικρή ηλικία». Ακόμη, τόνισε ότι το 2014 δημιουργήθηκε μία νέου τύπου άδεια διαμονής για τα παιδιά που γεννήθηκαν ή ήρθαν σε μικρή ηλικία στην Ελλάδα και επιθυμούσαν να αποκτήσουν την ελληνική ιθαγένεια, η άδεια διαμονής δεύτερης γενιάς. «Σήμερα, μόνο 25.000 κατέχουν αυτή την άδεια (για την ακρίβεια, 24.674). Η ελληνική πολιτεία, αν θέλει, μπορεί να διαπιστώσει ποιος/α ανήκει στις ωφελούμενες κατηγορίες του νόμου 4332/15. Όλα τα απαιτούμενα στοιχεία για την απόδοση της ελληνικής ιθαγένειας στους δικαιούχους είναι ήδη διαθέσιμα σε υπηρεσίες του ελληνικού κράτους σε προσβάσιμη ψηφιακή μορφή.)», επισήμανε η κ. Σασάτη, ενώ προσέθεσε ότι υπάρχει « έλλειψη οργάνωσης, και ενδεχομένως, και πολιτικής βούλησης».

«Παρά το γεγονός πως η μετανάστευση στην Ελλάδα έχει ξεκινήσει από την δεκαετία του ‘60, με την μαζική μετανάστευση να σημειώνεται κατά την δεκαετία του 1990, μόλις το 2009 άρχισε να συζητείται ο νέος νόμος για την ιθαγένεια. Και παρά το "αυτονόητο", η ψήφιση του νόμου 3838/10 προκάλεσε πολιτικές συγκρούσεις στη χώρα που οδήγησαν στην αμφιλεγόμενη απόφαση του ΣτΕ που έκρινε τις διατάξεις που αφορούσαν την δεύτερη γενιά αντισυνταγματικές τον Φεβρουάριο του 2013. Από τότε και παρά την ψήφιση του νόμου 4332/15 η συζήτηση παραμένει ανοιχτή», σημείωσε. Το δεύτερο ζήτημα που έθεσε είναι ο «εγκλωβισμός των ανθρώπων αυτών σε μία άδεια αναμονής». «Αυτό που δεν μπορούν να καταλάβουν είναι τι σημαίνει για έναν μετανάστη να παραμένει σε αναμονή της απόλαυσης των δικαιωμάτων του. Συνηθίσαμε να ζούμε «μισές» ζωές, και αυτό είναι ένα πρόβλημα που δεν αφορά μόνο εμάς, αφορά την ελληνική κοινωνία στο σύνολό της», ανέφερε χαρακτηριστικά η κ. Σασάτη, ενώ συμπλήρωσε ότι «άνθρωποι που βρίσκονται στην Ελλάδα 30 - 40 χρόνια, συνεχίζουν να μένουν στην χώρα με προσωρινές άδειες διαμονής, άδειες που απαιτούν ανανέωση κάθε 3-5 χρόνια», γεγονός που δημιουργεί μία κατάσταση προσωρινότητας. Σύμφωνα με την κ. Σασάτη μια αποτελεσματική αντιμετώπιση αυτής της κατάστασης είναι «η χάραξη μιας πολιτικής ένταξης, ο σχεδιασμός και η υλοποίηση μιας ουσιαστικής μεταναστευτικής πολιτικής και όχι το "μπάλωμα" με επιμέρους μέτρα».

«Σήμερα, την Παγκόσμια Ημέρα Μεταναστών, διεκδικούμε να είμαστε ξανά στο προσκήνιο και ζητάμε την χάραξη ουσιαστικής μεταναστευτικής πολιτικής, καθώς και τη δημιουργία ενός σχεδίου κοινωνικής ένταξης, ως μία πολιτική ανθρωπισμού και ισοπολιτείας. Έτσι μόνο διασφαλίζονται τόσο τα ανθρώπινα δικαιώματα κάθε άνδρα, γυναίκας και παιδιού, που περνούν τα σύνορα αναζητώντας ένα καλύτερο αύριο, όσο και η κοινωνική συνοχή της ελληνικής κοινωνίας», κατέληξε.

 

Το ζήτημα ενός ουσιαστικού και συνολικού σχεδίου ένταξης των μεταναστών στην ελληνική κοινωνία έθεσε ο ειδικός σύμβουλος του γενικού γραμματέα Μεταναστευτικής Πολιτικής, Υποδοχής και Ασύλου, Α. Αθανασόπουλος. «Περίπου από τις 600.000 ενεργές άδειες διαμονής που έχουμε μέχρι στιγμής οι περισσότεροι είναι ενταγμένοι στην κοινωνία τους. Πρέπει να δούμε ένα πραγματικό σχέδιο ένταξης και ενσωμάτωσης. Θα ακολουθήσουμε την Εθνική Στρατηγική για την Ένταξη, θα την επικαιροποιούμε μέσα από συζητήσεις ωστόσο πρέπει σε επίπεδο προγραμμάτων να δούμε τι μπορεί να γίνει και πώς θα υπάρξουν συγκλίσεις», σημείωσε.

 

Τις ευκαιρίες που προσφέρει στην ανάπτυξη και στην εξέλιξη μιας χώρας η ένταξη των μεταναστών τόνισε ο πρώην γενικός γραμματέας Μεταναστευτικής Πολιτικής, Μιλτιάδης Κλάπας. «Η μετανάστευση μπορεί να αποτελέσει μία ευκαιρία για την ανάπτυξη και την εξέλιξη μιας χώρας. Η δυνατότητα να ρθουν σε επαφή διαφορετικοί πολιτισμοί, συνήθειες , γνώσεις εμπλουτίζει μία κοινωνία. Η ένταξη δεν είναι μόνο προγράμματα, είναι η λείανση της κοινωνίας υποδοχής απέναντι στο φαινόμενο- που έρχεται σε επαφή μαζί του, έρχεται να το φιλοξενήσει, να το εντάξει. Πρέπει η ελληνική κοινωνία να εκπαιδευθεί για να αναπτύξει σχέσεις ισοτιμίας, συνεργασίας , ισοπολιτείας, με τα ''μεταναστευτικά κύματα''. Σήμερα έχουμε αναζωπύρωση μίας αντιμεταναστευτικής πολιτικής», επισήμανε.

 

Την συζήτηση συντόνισε ο επίτιμος πρόεδρος της Διεθνούς Ομοσπονδίας Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και καθηγητής του Παντείου Πανεπιστημίου, Δημήτρης Χριστόπου

ΑΠΕ - ΜΠΕ

Μοιράσου το άρθρο!