Ο υπέροχος μπαρμπα Κώστας της Μυτιλήνης και των παιδιών!
«Ωραίος ως Έλλην» ο μπαρμπα Κώστας. Από το πρωί στην πλατεία Σαπφούς έχει μαζέψει γύρω του καμιά δεκαριά πιτσιρίκια και παίζει μαζί τους. Καμιά δεκαριά πιτσιρίκια από το Αφγανιστάν που με τους γονείς τους έχουν εγκατασταθεί στην κεντρική πλατεία της Μυτιλήνης διεκδικώντας ένας θεός ξέρει τι μερτικό στον ήλιο.
Ναι… καμιά δεκαριά προσφυγάκια από το Αφγανιστάν αποτελούν την παρέα του μπαρμπα Κώστα, βρώμικα και νηστικά. Άπλυτα και με τα ίδια ρούχα, πλυθήκαν αν πλυθήκαν αφού πόύ να βρεθεί νερό, για τελευταία φορά την περρασμένη Παρασκευή το πρωί. Περιμένουν να σκοτεινιάσει για να πάνε σε κάποιο γειτονικό σοκάκι για τις ανάγκες τους, αλλά παραμένουν παιδιά. Κι ο Μπαρμπα Κώστας το ξέρει.
«Ποιος είσαι εσύ;» τον ρωτάμε. «Κωνσταντίνος Ζήκας εκ Μυτιλήνης γεννηθείς το 1922» απαντά. Στέκεται προσοχή, χαιρετά σαν στρατιώτης και αναφέρει. Δίπλα του στέκουν όλα τα πιτσιρίκια. Χαιρετάνε και αυτά…
Και μετά «προσοχή» το παράγγελμα του 95χρονου μπαρμπα Κώστα και «εμπρός μαρς… τα ταρα τα τα, ένα , δυο, τα ταρα τα τα». Και τραγούδια «περνάει ο Στρατός της Ελλάδας φρουρός» τραγουδά ο μπαρμπα Κώστας και τα πιτσιρίκια κρατάν το ρυθμό και περπατάν με βηματισμό πίσω από το «Στρατηγό» το «μπαρμπα Κώστα».
«Γιτί το κάνεις αυτό;» τον ρωτάς. «Γιατί έτσι…» απαντά ο μπαρμπα Κώστας. «Κι αν θες να μάθεις κι άλλα μπες κι εσύ στην ουρά» αποσώνει.
Ο μπαρμπα Κώστας με το τζην παντελόνι και το σακκάκι, το καπέλο για τον ήλιο, και το κεχριμπαρένιο κομπολόι στο χέρι σου υποδεικνύει τον μόνο τρόπο να μάθεις το πώς και το γιατί. Να παίξεις κι εσύ με τα προσφυγάκια…
«Είναι παιδιά…. Μόνο παιδιά είναι» σου λέει και τρέχει να προλάβει το στρατό του.
Φεύγεις και θυμάσαι τον ποιητή κι ένα ποίημα, για έναν άλλο στρατό πιτσιρικάδων, κάπου 20 χρονών ήταν ο μπαρμπα Κώστας της πλατείας Σαπφούς στη Μυτιλήνη τότε….
«Όταν τα μάτια μου σφαλνώ
τα παιδιά βλέπω να περιδιαβάζουν
ολημερίς χωρίς σταματημό
και σε καμένες στάνες να φωλιάζουν.
Γυρεύοντας μια χώρα ειρηνική
κι απ’ τους πολέμους ξεχασμένη
κι όχι σαν τη δική τους, τη νεκρή
κι αυτό το πλήθος όλο και πληθαίνει.
Και μες στη σκοτεινιά ξεκρίνω,
κι άλλα παιδιά λογής λογής
σπανιόλους, γάλλους, άσπρους μαύρους
από τα πέρατα της γης.»
Στρατής Μπαλάσκας / ΑΠΕ - ΜΠΕ