Ο Γιάννης Αν. Χατζηγιάννης πέρασε στην ιστορία
Αποχαιρετούμε τον Γιάννη Χατζηγιάννη, κορυφαίο κεραμίστα της Λέσβου, δάσκαλο της τέχνης και του ήθους, που τίμησε τον λαϊκό μας πολιτισμό με έργο ζωής και διαχρονική προσφορά.
Γράφει ο Παναγιώτης Μιχ. Κουτσκουδής

Έσβησε σήμερα σε βαθύ γήρας, αφού αντιμετώπισε με καρτερία σοβαρά προβλήματα υγείας για πολλά χρόνια, ένας εκ των κορυφαίων κεραμιστών της Λέσβου και της Ελλάδας, ένας σπουδαίος λαϊκός καλλιτέχνης, που ταξίδεψε το όνομα της Αγιάσου σε όλη την Ελλάδα και έξω απ’ αυτήν, ένας ακούραστος διάκονος του λαϊκού μας πολιτισμού, ένας άνθρωπος που δίδαξε τέχνη και ήθος και μας άφησε βαριά παρακαταθήκη. Ο Γιάννης Αναστασίου Χατζηγιάννης περνώντας την Αχερουσία πέρασε ταυτόχρονα και στο πάνθεον των πρωτομαστόρων της κεραμικής, γράφοντας χρυσές σελίδες στο βιβλίο της πανάρχαιας αυτής λαϊκής τέχνης.
Γεννήθηκε την 1η Αυγούστου 1933 στην Αγιάσο. Ήταν το στερνοπαίδι του Αναστάση Χατζηγιάννη και της Μαρίας το γένος Προκοπίου Πατράκη, που είχαν εφτά παιδιά, εκ των οποίων τα δυο έφυγαν πολύ νωρίς από τη ζωή. Ο πατέρας του ήρθε στη Λέσβο το 1912 με τον πρώτο διωγμό, από την πόλη Βίγα του Τσανάκ-Καλέ της Μικράς Ασίας, και ρίζωσε στην Αγιάσο, όπου άνοιξε το δικό του εργαστήρι στο Καμπούδι και δημιούργησε μια ξεχωριστή φόρμα στη λεσβιακή κεραμική, μεταλαμπαδεύοντας στο νησί μας την τσανακαλιώτικη τεχνοτροπία.
Την εποχή του μεσοπολέμου ο αυταρχισμός και η αντιδραστικότητα που επικρατούσαν στη δημόσια εκπαίδευση ανάγκασαν πολλά παιδιά αυτής της γενιάς να μην τελειώσουν ούτε καν το Δημοτικό Σχολείο, πράγμα που συνέβη και με τον Γιάννη. Έτσι, άρχισε να δουλεύει από μικρός τόσο στο πατρικό τσουκαλαδιό, όσο και σε πολλές άλλες δουλειές.
Παρουσιάστηκε στο Κέντρο Βαρέων Όπλων Πεζικού (ΚΕΒΟΠ) και αφού υπηρέτησε στα Γιάννενα την στρατιωτική του θητεία, γύρισε στη γενέτειρά του για να ασχοληθεί με την πατροπαράδοτη τέχνη.
Κληρονόμησε το καλλιτεχνικό γονίδιο των Χατζηγιάννηδων και ήταν νεωτεριστής και πνεύμα ανήσυχο, σαν τον πατέρα του. Τα έργα του σε ταξιδεύουν σε θάλασσες με γοργόνες, κοράλλια, ιππόκαμπους και πολύχρωμα ψάρια, με Ποσειδώνες και Νηρηίδες. Σε παράδεισους με φτερωτά άλογα, μυθικά, ανεξίκακα τέρατα, δράκους του παραμυθιού, όλα φτιαγμένα από χώμα, νερό και φωτιά.
Είχε ιδιαίτερη κλίση στη γλυπτική. Έτσι το 1961 στην Πανελλήνια Έκθεση Κεραμικής το γλυπτό του έργο με τίτλο «Σύνθεση πουλιών» παίρνει το Α΄ βραβείο. Ο ΕΟΜΜΕΧ τον στέλνει με υποτροφία στη Γερμανία και στην Ιταλία, όπου μαθήτευσε για έξι μήνες στη Σχολή Umanitaria του Μιλάνου. Εκεί βελτιώνει την τεχνική του ψησίματος, των καμινιών, της μείξης των χρωμάτων. Μαθαίνει τα μυστικά της γλυπτικής. Σε όλα αυτά προσθέτει την πλούσια λαϊκή φαντασία των καταβολών του και την απλότητα των γραμμών του. Το αποτέλεσμα εξαιρετικό. Τα σχόλια του ιταλικού Τύπου διθυραμβικά. Φωτογραφίες των έργων του κοσμούν τις σελίδες των περιοδικών τέχνης.
Αφού τελειώνει τη Σχολή, επιστρέφει στην Αγιάσο, στο πατρογονικό εργαστήρι, και συνεχίζει να δουλεύει απλά, αθόρυβα, σεμνά. Κάνει ατομικές εκθέσεις στη Μυτιλήνη, στην Αθήνα, στο Μαρούσι και τα έργα του ταξιδεύουν στο Μόναχο και στη μακρινή Αυστραλία.
Το Ελληνικό Τμήμα του Παγκόσμιου Συμβουλίου Χειροτεχνίας (World Grafts Council Hellenic Section), συμβουλευτικό όργανο της UNESCO για την παραδοσιακή τέχνη, διοργανώνει έκθεση το 1984 στην κεντρική γκαλερί της Αθήνας «Συλλογή» (Βασιλίσσης Σοφίας 4). Όλοι μαγεύονται από τα πρωτόγνωρα εκθέματα και τη μοναδικότητά τους. Τον επόμενο χρόνο η Αθηναϊκή γκαλερί «Ώρα» διεκδικεί την έκθεση των έργων του.
Αυτά όμως που έμαθε ο Γιάννης Χατζηγιάννης για την κεραμική δεν τα κράτησε εφτασφράγιστο μυστικό. Από το 1983 και μετά δίδασκε κεραμική στη Νομαρχιακή Επιτροπή Λαϊκής Επιμόρφωσης (ΝΕΛΕ) Λέσβου και έβγαλε αξιόλογους μαθητές που αργότερα είχαν τα δικά τους εργαστήρια, όπως η Αντωνία Γαββέ, η Γεωργία Ζαχαριάδου, η Μάρω Κρητικού, η Κλεονίκη Λογγίου, η Λίτσα Διαμαντίδου και άλλοι. Στο ίδιο περίπου χρονικό διάστημα δίδαξε την παραδοσιακή μας τέχνη σε ΑμεΑ του Ιδρύματος Κοινωνικής Πρόνοιας Αγιάσου «Η Θεομήτωρ», όπως και στο Τεχνολογικό Επαγγελματικό Εκπαιδευτήριο (ΤΕΕ) Αγιάσου (το 2ο χρόνο της λειτουργίας του), αγωνιζόμενος να μείνει άσβεστη η φλόγα της παράδοσης του πηλού στη γενέτειρά του.
Από το 1994 νοίκιασαν με τον γιο του Δημήτρη το παλιό καφενείο Τζαναβάρη στην Περασιά και το διαμόρφωσαν σε εργαστήρι κεραμικής, που μέχρι σήμερα αποτελεί ένα κόσμημα στην είσοδο του χωριού μας. Δεν είναι λίγες οι φορές που το εργαστήρι τους προσέλκυσε τα φώτα της δημοσιότητας και ταξίδεψε την φήμη της Αγιασώτικης κεραμικής σε όλο τον κόσμο μέσω της τηλεόρασης και του διαδικτύου.
Η οικογένεια των Χατζηγιάννηδων, όπως κι αυτή των Κουρτζήδων, τιμήθηκε για την πολύχρονη προσφορά της στην κεραμική, στο πλαίσιο εκδήλωσης που οργάνωσε ο τότε Δήμος Αγιάσου, επί δημαρχίας Χρύσανθου Χατζηπαναγιώτη, στο θέατρο του Αναγνωστηρίου μας στις 8 Αυγούστου 2007.
Ο Γιάννης Χατζηγιάννης έχει συνδέσει το όνομά του με το Αγιασώτικο Καρναβάλι από τότε που τα άρματα έκαναν την εμφάνισή τους μαζί με τη σάτιρα, δηλαδή από το 1953 και μετά. Έπλασε έργα αλησμόνητα, με μόνα εφόδια το χαρτί, το γύψο και τον πηλό. Άσβηστες στη μνήμη μας θα μείνουν οι αριστουργηματικές και εμπνευσμένες κατασκευές του σε πολλά συγκροτήματα. Με τον γιο του Δημήτρη και με το ξεχωριστό καλλιτεχνικό τους ταλέντο και την προσωπική τους εμπειρία στην κατασκευή καρναβαλικών σκηνικών, φιλοτέχνησαν είκοσι τέσσερις κεραμικές πιατέλες με απεικονίσεις παλιών και νέων καρναβαλικών συγκροτημάτων, καθώς και το γλυπτό έργο με θέμα «Σάτυρος και Μαινάδες», που κοσμούν το Δημοτικό Καρναβαλικό Εκθετήριο ΑΝΤΩΝΗΣ ΜΗΝΑΣ, ένα από τα ελάχιστα σε όλη την Ελλάδα. Λόγω της πολύχρονης προσφοράς του Γιάννη Χατζηγιάννη στο Αγιασώτικο Καρναβάλι, ο Πολιτιστικός Καρναβαλικός Σύλλογος Αγιάσου «Ο Σάτυρος» τον ανακήρυξε επίτιμο μέλος του Συλλόγου.
Σημαντική ήταν η προσφορά του και οι επιδόσεις του και στον ερασιτεχνικό αθλητισμό. Ήταν για πολλά χρόνια παίχτης της ποδοσφαιρικής ομάδας του Γυμναστικού Συλλόγου Αγιάσου «Όλυμπος».
Συμμετείχε επίσης στα Χριστοφίδεια, αγώνες στίβου που άρχισαν να διοργανώνονται από το 1957 μέχρι και το 1961, προς τιμήν του Αγιασώτη μετανάστη στις ΗΠΑ Γεωργίου Δ. Χριστοφίδη, με δαπάνες του οποίου έγινε το Χριστοφίδειο Δημοτικό Γυμναστήριο Αγιάσου. Ο Γιάννης διακρινόταν σε αρκετά αγωνίσματα κι ιδιαίτερα στο άλμα σε ύψος. Τα Χριστοφίδεια ονομάζονταν Λαϊκοί Δημοκοινοτικοί Αγώνες Αγιάσου και Περιχώρων και συγκέντρωναν το ενδιαφέρον σωματείων, αθλητών και φιλάθλων όχι μόνο της Αγιάσου, αλλά και πολλών άλλων χωριών της Λέσβου.
Επίσης πήρε μέρος σε ερασιτεχνικές θεατρικές παραστάσεις που ανέβαιναν στο Αναγνωστήριο.
Επειδή η κεραμική από μόνη της δεν μπορούσε να θρέψει τόσα στόματα στην οικογένεια των Χατζηγιάννηδων, ο Γιάννης κατά περιόδους έκανε κι άλλες δουλειές. Δούλεψε σαν εργάτης σε όλα τα ελαιοτριβεία της Αγιάσου, σαν εργάτης σε οικοδομές της Αθήνας, και για αρκετά χρόνια στην εγκατάσταση του δικτύου ηλεκτροφωτισμού της ΔΕΗ στην περιοχή της Αγιάσου κατά τις δεκαετίες του ’60 και του ’70. Μάλιστα, τις εργασιακές εμπειρίες του αυτής της περιόδου τις απέδωσε με εξαιρετικά έργα κεραμικής, τα σημαντικότερα των οποίων κοσμούν σήμερα το Δημοτικό Καρναβαλικό Εκθετήριο «Αντώνης Μηνάς». Τα έργα αυτά τα είχε παραγγείλει στον Γιάννη Χατζηγιάννη ο αείμνηστος Στρατής Τζίνης, μετά τον θάνατο του οποίου ο γιος του Τάκης Τζίνης τα δώρισε στο Καρναβαλικό Εκθετήριο.

Παντρεύτηκε την Μαριάνθη το γένος Ιωάννου Κολομόνδου και απέκτησε δυο γιους, τον Αναστάσιο, έγκριτο δικηγόρο, και τον Δημήτριο, καθηγητή φυσικής αγωγής, εκπαιδευτικό στο ΚΔΑΠ-ΜΕΑ «Πρόσβαση», που παράλληλα με τη δουλειά του συνεχίζει τη μακρόχρονη οικογενειακή παράδοση στην κεραμική. Από τα παιδιά του ευτύχησε να αποκτήσει τέσσερα εγγόνια και δυο δισέγγονα.
Ο Γιάννης Χατζηγιάννης αναμφισβήτητα είναι ένας από τους κορυφαίους λαϊκούς δημιουργούς που ανέδειξε η Λέσβος, τιμή και καμάρι της γενέτειράς του και άξιος πρεσβευτής του πολιτισμού της.


Ο άνθρωπος πάντα έμενε ενεός μπροστά στο θαύμα της ζωής, της γέννησης και του θανάτου, που πολύ παραστατικά αποδίδει η βιβλική γραφή «Χοῦς εἶ καί εἰς χοῦν ἀπελεύσει…». Και καθώς – σύμφωνα μ’ αυτήν – από το χώμα γεννήθηκε ζωή, μας έρχεται στο νου η δουλειά των Χατζηγιάννηδων που επί πέντε γενιές, αντλώντας τη δύναμή τους από την παράδοση, δουλεύουν το χώμα, τον πηλό, δίνοντας στα έργα τους μια μοναδικότητα και μια ολοζώντανη εκφραστικότητα, τέτοια που κάνει τους βρακάδες και τις βρακούσες να σου γνέφουν και να σου χαμογελούν, τα άλογα να χλιμιντρίζουν και να χαριεντίζονται καμαρωτά, τα λουλούδια ν’ ανοίγουν διάπλατα τα πέταλά τους ξεπροβάλλοντας ανάμεσα σε πολύχρωμα φυτά, τα πουλιά αεικίνητα να πετάνε από κλαδί σε κλαδί και να σου φαίνεται πως τ’ ακούς να τιτιβίζουν, τους δράκους να ποζάρουν ανεξίκακα, τα τρικάταρτα σκαριά να χορεύουν πάνω στα κύματα ακολουθούμενα από δελφίνια και χρυσόψαρα. Όλα φαίνονται πλημμυρισμένα από ζωή και συνυπάρχουν αρμονικά στην αγκαλιά μιας μάνας φύσης αγνής, αμόλυντης, ιδανικής.
Ο μπάρμπα-Γιάννης, με το δικό του καλλιτεχνικό στίγμα, έχει παράγει έργα μοναδικά, δημιουργίες που απλώνουν τις ρίζες τους στο παρελθόν αντλώντας δυνάμεις για το μέλλον. Η φαντασία του, ασέλωτο με δίχως χαλινάρι, καλπάζει ξέφρενα στους κάμπους του ονείρου πλάθοντας μορφές βγαλμένες από τον κόσμο ενός αυτοσχέδιου λαϊκού παραμυθιού.
Άνθρωπος που έχει παντρέψει από γεννησιμιού του το σπάνιο ταλέντο με το άμεμπτο ήθος, εμφυσούσε τη ζωή στο άψυχο χώμα για να πάρει αυτό σάρκα και οστά και να μας αποκαλύψει τον πλούτο και την ομορφιά της ψυχής του.
Η Αγιάσος και η Λέσβος ολόκληρη τον ευγνωμονεί και τον τιμά, αφενός για το άσπιλο ήθος του και αφετέρου για την μακρόχρονη και πολύπλευρη προσφορά του στον λαϊκό μας πολιτισμό και στην κοινωνία.
Καλό ταξίδι, εκλεκτέ μου θείε. Στα αγαπητά μου ξαδέρφια, Τάσο και Δημήτρη, και στις οικογένειές τους εκφράζω τα θερμά μου συλλυπητήρια και εύχομαι να είναι γεροί να κρατάνε αναμμένο το καντήλι της μνήμης του και να τον τιμούν.
Δείτε το εξαιρετικά πλούσιο φωτογραφικό υλικό από το αρχείο του Παναγιώτη Κουτσκουδή: