Κοινωνία

05/05/2012 - 11:25

"Έδερνε μέχρι θανάτου… απειλούσε με φωτιά" - Αποκαλύψεις σοκ για το φονιά των Κεραμειών Λεσβού

Γράφει: Στρατής Μπαλάσκας / εφημερίδα ΕΜΠΡΟΣ 

Άλλο ένα «λουτρό αίματος» στο Ντίπι, πριν 15 μήνες, με πρωταγωνιστή το φονιά των Κεραμειών

Τι μπορεί να κάνει ένας νοικοκύρης που σοκαρισμένος βρίσκεται ενώπιον ενός «ρεσιτάλ» βίας και μάλιστα μέσα στο σπίτι του; Τι πρέπει να κάνει όταν διαπιστώνει ότι η βία αυτή, που ασκείται μάλιστα μέσα στο σπίτι του κατά παράβαση κάθε Κανόνα Δικαίου, γίνεται με την ανοχή κάποιων οργάνων της Αστυνομίας; Να προσφύγει στα αρμόδια όργανα της Πολιτείας. Στη Δικαιοσύνη, στην Αστυνομία και στον πολιτικό της προϊστάμενο, στο αρμόδιο Υπουργείο Δημόσιας Τάξης.

Ε, το λοιπόν, σήμερα το «ΕΜΠΡΟΣ» αποκαλύπτει πώς λειτουργούσε ο Σ.Χ., ο γνωστός και σαν «Μπαλές», ο δράστης της διπλής δολοφονίας στα Κεραμειά στις 18 του περασμένου Απριλίου. Ενίοτε, όπως θα αποδειχθεί από ένα γεγονός πριν 15 περίπου μήνες, λειτουργούσε επιβάλλοντας το δικό του νόμο με την ανοχή (στην καλύτερη περίπτωση) ανθρώπων του Νόμου! Σε ανύποπτο χρόνο, όπως αποδεικνύεται από αναφορά που παρουσιάζουμε σήμερα και που κατατέθηκε στον εισαγγελέα Πρωτοδικών Μυτιλήνης, στον περιφερειακό αστυνομικό διευθυντή Βορείου Αιγαίου και στο Υπουργείο Δημόσιας Τάξης, ένας πολίτης ζήτησε την παρέμβασή τους για να προστατευθεί από τη δράση του «Μπαλέ», που έφτασε στο σημείο να εισβάλει στο σπίτι του και να ξυλοκοπήσει άγρια κάποιον τρίτο, συνοδεία αστυνομικού και, ενώ για την πράξη του ήταν καταζητούμενος στα πλαίσια του αυτοφώρου, να τον απειλήσει πως θα βάλει φωτιά στο σπίτι του!

Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Σύμφωνα λοιπόν με επώνυμη αναφορά πολίτη που κατατέθηκε στις προαναφερθείσες Αρχές, στις 14 Φεβρουαρίου τού 2011 καθόταν με το Δ.Λ., γνωστό και σαν «Αρτίνι» (στο περιστατικό αναφερθήκαμε και στο αποκαλυπτικό δημοσίευμά μας προχθές Πέμπτη), σε καφενείο στην περιοχή Ντίπι. Ο συγκεκριμένος πολίτης χρησιμοποιούσε τον «Αρτίνι» πολλές φορές προκειμένου, όπως λέει, να προσέχει οικόσιτα ζώα και να περιποιείται τα κτήματά του, ενώ πολλές φορές κατέλυσε στο εξοχικό που έχει στο Ντίπι, προκειμένου να είναι ευκολότερη η πρόσβασή του στις εργασίες που του ανέθετε. «Ξαφνικά», λέει στην αναφορά του, «έξω από την ταβέρνα σταμάτησαν οι μηνυόμενοι. […] Φώναξαν το Δ.Λ. έξω και άρχισε να γίνεται φασαρία. […] Βγαίνοντας είδα το Δ.Λ. χτυπημένο κάτω με αίματα και ο [αναφέρεται στον «Μπαλέ»] με έσπρωξε. Με ρώτησαν αν ο Δ.Λ. μένει στο σπίτι μου και τους απάντησα πως ναι. Φόρτωσαν το Δ.Λ. παρά τη θέλησή του στο ένα αυτοκίνητο δεμένο με σκοινί και στο άλλο έβαλαν εμένα με το ζόρι.»

Με αλυσοπρίονο! «Όταν φτάσαμε στο σπίτι», συνεχίζει ο πολίτης στην αναφορά του, «απειλώντας πως θα με ξυλοφορτώσουν ζητούσαν να ανοίξω το σπίτι για να μιλήσουμε μέσα σε αυτό. Μπήκαμε μέσα και άρχισαν να χτυπάνε αλύπητα το Δ.Λ,, ενώ ο ένας από αυτούς καθόταν στην πόρτα για να μην μπορώ να βγω έξω, λέγοντάς μου ότι λόγω ηλικίας δε με χτυπάνε. Κατά το διάστημα που ξυλοφόρτωναν το Δ.Λ., προσπαθούσαν να βάλουν μπροστά ένα αλυσοπρίονο για να κόψουν τα χέρια τού Δ.Λ., λέγοντας ότι είναι κλέφτης.»

Ο ρόλος της Αστυνομίας Το γεγονός, σύμφωνα με την κατατεθείσα αναφορά, η οποία βάσει πληροφοριών σε επίπεδο προδικασίας βρίσκεται ακόμα στην προκαταρκτική εξέταση, έληξε με την παρέμβαση της Αστυνομίας. Συγκεκριμένα στελέχη αστυνομικού τμήματος που αναφέρεται, μαζί με το διοικητή τους, «σταμάτησαν τον ξυλοδαρμό. Και ενώ ο Δ.Λ. ήταν αιμόφυρτος, το σπίτι γεμάτο αίματα και δεν έδειχνε σημεία ζωής, ο διοικητής που ήρθε εκείνη την ώρα, αντί να μαζέψει και να συλλάβει τους δράστες, φύγανε μαζί και κίνησε διαδικασία αυτοφώρου κατά του παθόντος, έπειτα από έγκληση που υπέβαλαν οι δράστες!». Και όχι μόνο αυτό, αλλά ο διοικητής πήρε από τον πολίτη τα δυο κυνηγετικά όπλα που νομίμως κατείχε, ενώ ήλεγξε τα διαβατήρια της γυναίκας του που είχε πάνω στο κομοδίνο της κρεβατοκάμαρας. «Άρχισε», τονίζει ο αναφέρων πολίτης, «να κάνει, μάλιστα, ο διοικητής έρευνα στην οικία μου, χωρίς να έχει καμμία τέτοια εντολή, ενώ η δουλειά του ήταν να σταματήσει τον ξυλοδαρμό και να κινήσει διαδικασία αυτοφώρου κατά των δραστών.»

Να πώς σκότωσε… Το μεσημέρι της 15ης Φεβρουαρίου 2011, ο Δ.Λ. μέσα από το Νοσοκομείο όπου νοσηλευόταν κατέθεσε μήνυση κατά των δραστών του ξυλοδαρμού του. «Και ενώ», αναφέρεται, «είχε αποσταλεί σήμα από τις 3:50 μετά το μεσημέρι στο Α.Τ. [αναφέρεται το Αστυνομικό Τμήμα που επιλήφθηκε του περιστατικού], αστυνομικό όργανο ήρθε με τον ένα από τους δράστες, και συγκεκριμένα τον Ε.Χ. (σ.σ. ο λόγος για τον «Μπαλέ»), τον οποίο θα έπρεπε να είχε συλλάβει, στις 17:30 και ενώπιόν του απειλούσε πως θα βάλει φωτιά στο σπίτι αν δεν του έδινε τα κρέατα που υπήρχαν σε καταψύκτη στην αυλή του, επειδή νόμιζε ότι είναι τα κλοπιμαία.» Έκτοτε, και παρά τού ότι ο πολίτης ζήτησε την απόδοση ευθυνών στα αναφερόμενα αστυνομικά όργανα και φυσικά στους πρωταγωνιστές του επεισοδίου, η Ελληνική Αστυνομία αντέδρασε στο συμβάν διά μιας… ΕΔΕ. Και φυσικά ο δράστης του επεισοδίου τότε συνέχισε να απειλεί, να επιβάλλει τους δικούς του κανόνες λειτουργίας της κοινωνίας, με το δικό του τρόπο. Τους ξυλοδαρμούς και τη φωτιά. Μέχρι στις 18 Μαρτίου, που στη θέση του ξυλοδαρμού υπήρξαν δύο φόνοι! Θα μπορούσαν όμως αυτά να είχαν αποφευχθεί; Θα μπορούσε να μπει φραγμός στη δράση του «Μπαλέ»; Αν η Αστυνομία λειτουργούσε, σίγουρα ναι. Γιατί, αν τα καταγγελλόμενα ισχύουν, η ανοχή της εξέθρεψε την παραβατικότητα του «Μπαλέ». Και ίσως όχι μόνο αυτού… Το ξετύλιγμα του κουβαριού της παρανομίας στη Λέσβο και ιδιαίτερα αυτής που αναπτύχθηκε στη σκιά του λεσβιακού Ολύμπου, ίσως αποκαλύψει πολλά από αυτά που θέλαμε να αποτελούν μόνο σενάριο αστυνομικών μυθιστορημάτων. Έπεται συνέχεια; Η συνεχιζόμενη έρευνα με αφορμή το άγριο φονικό, θα δείξει…

Μοιράσου το άρθρο!