Κοινωνία

24/01/2016 - 09:21

Πέρσι τους πήραν σπίτι τους στη Μυτιλήνη και τώρα είναι οικογένειά τους

&l

aquo;Φυσικά και έχουμε κρατήσει επαφή! Μα είναι σαν παιδιά μας που είναι στην ξενιτιά. Μιλάμε κάθε μέρα στο τηλέφωνο και μας στέλνουν φωτογραφίες απ΄ ό,τι κάνουν. Και μας φωνάζουν μαμά και μπαμπά», λένε ο Αλκης Πασπάτης και η Γεωργία Φωτοπούλου, εκπαιδευτικοί στο μουσικό σχολείο της Λέσβου, για την εξαμελή οικογένεια Αφγανών που φιλοξένησαν το καλοκαίρι στο σπίτι τους.

 

Το ζευγάρι από τη Μυτιλήνη επισκεπτόταν συχνά το Κέντρο Καταγραφής στη Μόρια για να βοηθήσει τους πρόσφυγες.

Ενα βράδυ γνώρισαν τον Αλί και τη Ζεχρά Χαντί και τα τέσσερα παιδιά τους, τη μικρή Μπαράν, τον Μουστάφα, τον Χουσέιν και τη Μόσλεμ, την πιο «ατίθαση» της οικογένειας.
«Τους βρήκαμε στη Μόρια. Η οικογένεια είχε ένα μικρό παιδάκι, τη Μπαράν, που ήταν άρρωστο και οι καιρικές συνθήκες ήταν άθλιες, έκανε πολύ κρύο. Μας πλησίασαν και μας ρώτησαν πού μπορούν να πάνε, επί πληρωμή, για να διανυκτερεύσουν κάπου ζεστά για τα παιδιά. Θα έρθετε σπίτι μας, τους είπαμε χωρίς δεύτερη σκέψη», λέει ο κύριος Αλκης. Οπως αναφέρει, τα ακροδεξιά στοιχεία «διακινούσαν» εκείνη την περίοδο στο νησί το σλόγκαν «αφού σας αρέσουν, να τους πάρετε σπίτι σας».
Και ακριβώς αυτό έκαναν με την οικογένεια Χαντί και το ξανάκαναν με ακόμη δύο άτομα. Σήμερα, η οικογένειά τους έχει «μεγαλώσει» κατά 8 άτομα.
 
Βρήκαν κλειστές πόρτες
«Η οικογένειά μου κατάγεται από τη Μικρά Ασία. Μεγαλώνοντας, αντί για την Κοκκινοσκουφίτσα και παραμύθια, άκουγα ιστορίες ξεριζωμού. Το μεγαλύτερο παράπονό τους, ήταν πώς τους φέρθηκαν οι Ελληνες, όταν ήρθαν στο νησί. Περίμεναν να βρουν ανοιχτές αγκάλες, αλλά βρήκαν κλειστές πόρτες. Πώς θα μπορούσα εγώ να μείνω αμέτοχος σ’ όλο αυτό το δράμα που εκτυλίσσεται μπροστά στα μάτια μας, στο νησί μας;», λέει συγκινημένος ο κύριος Αλκης.
Η κυρία Γεωργία θυμάται το πρώτο βράδυ που φιλοξένησαν την εξαμελή οικογένεια από το Αφγανιστάν. «Ηταν δύσπιστοι, δεν μπορούσαν να το πιστέψουν. Νόμιζαν ότι θα θέλαμε χρήματα, ότι κάτι κρύβεται από πίσω. Εμειναν δύο βράδια, ώσπου να πάρουν το πλοίο για Αθήνα. Τα βράδια καθόμασταν στο τραπέζι και τρώγαμε όλοι μαζί, τους άρεσε πολύ η μαγειρική μου. Πήγαμε για καφέ στο καφέ στη μαρίνα, πήγαμε για ψώνια στην αγορά, ένιωσαν αμέσως καλύτερα».
 
Τώρα η οικογένεια είναι στο Βερολίνο και είναι πολύ χαρούμενοι. Ανταλλάσσουν διαρκώς τηλεφωνήματα με τους «γονείς» τους. Η κυρία Γεωργία προσπαθεί να μη βάλει τα κλάματα όταν δείχνει τα μηνύματα που γράφουν «μαμά, είμαι καλά. Σ’ αγαπώ, μου λείπεις».
«Μας λένε ότι αφήσανε πατέρα και μητέρα στο Αφγανιστάν και άλλους δύο γονείς στη Λέσβο. Εμείς ανησυχούμε γι’ αυτούς και μας παρηγορούν ότι είναι καλά. Μας λένε για τους φίλους που έχουν κάνει εκεί, πώς τα περνάνε στο Βερολίνο, τα πρωτοχρονιάτικα πάρτι, την εθελοντική δουλειά που έχουν βρει σαν μεταφραστές».
 
Το ζευγάρι εκπαιδευτικών «απέκτησε» και ένα ακόμη παιδί, τον 15χρονο Φαχίμ. «Τον πήραμε σαν το σπουργίτι το βρεγμένο. Τώρα είναι στο Γκρατς στην Αυστρία. Μας έστελνε φωτογραφίες από το ταξίδι του. Από τη χιονισμένη Κροατία, από τη Γερμανία που πήγε και έφυγε γιατί δεν του άρεσε. Τώρα στην Αυστρία, είναι χαρούμενος», λέει η κυρία Γεωργία και δείχνει το τελευταίο μήνυμα του Φαχίμ που γράφει «μαμά, κάθε φορά που μιλάμε με κάνεις χαρούμενο»...
 
 
Ζαχάλ, η «ανιψιά» μου από το Αφγανιστάν
«Δεσμούς αίματος» με πρόσφυγες ανέπτυξε και η Μαρία Βεκρή, η οποία σχεδόν περηφανεύεται ότι έχει πλέον μία «ανιψιά» στη Γερμανία, τη 15χρονη Ζαχάλ από το Αφγανιστάν. «Είναι μία κουκλάρα! Ζει τώρα μαζί με τους γονείς της και τους δύο αδερφούς της, 5 και 12 ετών. Είναι πολύ χαρούμενη γιατί ξεκίνησε σχολείο και θέλει να σπουδάσει, να γίνει δικηγόρος. Μου στέλνει φωτογραφίες, μιλάμε στο Facebook και λέμε τα νέα μας. Νιώθω σαν να είμαι θεία της», λέει η Μαρία και θυμάται πόσο είχε ανησυχήσει όταν έφυγε από την Ελλάδα η Ζαχάλ και δεν είχαν επικοινωνήσει για περίπου 5 μέρες. Τελικά, πήρε ένα μήνυμα όταν η Ζαχάλ και οι δικοί της είχαν φτάσει στη Γερμανία και ήταν όλοι καλά.
«Το σπίτι μου είναι στο λιμάνι και ένα βράδυ που ο καιρός ήταν κακός και έβρεχε πολύ, ήρθε ο πατέρας μου και είπε ότι από κάτω είναι μία οικογένεια μες στη βροχή. Κατέβηκα κάτω και είδα τη Ζαχάλ να περιμένει μαζί με τον πατέρα της στην αυλή μου κάτω από ένα υπόστεγο. Τους είπα να μπουν μέσα στο σπίτι, αλλά ντρεπόντουσαν, αν και πολύ ταλαιπωρημένοι. Σταδιακά, χρησιμοποιούσαν ζεστό νερό, ρούχα, αλλά δεν καταδέχονταν και πολλά.
 
Ερχόντουσαν κάθε μέρα και τρώγαμε πρωί, μεσημέρι, βράδυ. Τους έδωσα μερικά ρούχα, μιλάγαμε για τη ζωή στο Αφγανιστάν και μου έδειχνε φωτογραφίες της με φουστάνια και εντυπωσιακά χτενίσματα που την έκαναν να μοιάζει με πριγκίπισσα. Μου έλεγε ξανά και ξανά πόσο καλοί είστε οι Ελληνες, και ιστορίες από την Τουρκία, που τους κλωτσούσαν, τους χτυπούσαν, δεν τους άφηναν να κάτσουν ούτε σε ένα σκαλοπάτι. Η Ζαχάλ με συγκίνησε από την πρώτη στιγμή, όταν μου είπε 'είσαι πολύ καλή και να προσέχεις'. Δεν είχε Facebook και έφτιαξε μόνο και μόνο για να μη χαθούμε. Και μέχρι και σήμερα μιλάμε συχνά», λέει η Μαρία.
 
 
Λευτέρης Μπιντέλας/ εφημερίδα ΕΘΝΟΣ

Μοιράσου το άρθρο!