Πρόσφυγας στη Λέσβο από το Ιράκ... για τους πρόσφυγες από την Ουκρανία
Ένας άντρας κουβαλάει την ανήμπορη μητέρα του μέσα σε ένα καρότσι του σούπερ μάρκετ, μια μητέρα τυλίγει το νεογέννητο μωρό της σε κουβέρτες για να ζεσταθεί, χιλιάδες στοιβάζονται στους αυτοσχέδιους καταυλισμούς που έχουν στηθεί μέσα σε εγκαταλελειμμένα εμπορικά κέντρα και πρώην αθλητικές εγκαταστάσεις. Οι εικόνες ενός νέου προσφυγικού δράματος που γράφεται στα σύνορα της Ουκρανίας με την Πολωνία, παρά και την συντονισμένη προσπάθεια επιβολής το νέου αφηγήματος διαχωρισμού των προσφύγων σε «καλούς» και «κακούς», μιλούν από μόνες τους.
Εδώ στη Μυτιλήνη, ένας 40χρονος άντρας, πρόσφυγας από το Ιράκ που ζει κι εργάζεται στο νησί βοηθώντας άλλους ανθρώπους που έχουν ανάγκη, θυμάται τη δική του Οδύσσεια και μας παρακινεί να απλώσουμε το χέρι στα θύματα του ξεριζωμού.
«Όταν βλέπω ειδήσεις αυτές τις ημέρες μου έρχεται να κλάψω. Τις ξέρω αυτές τις εικόνες γιατί τις έχω ζήσει. Όλοι οι πρόσφυγες έχουν το ίδιο συναίσθημα όταν αφήνουν το σπίτι τους, έχω ακόμη εφιάλτες. Θυμάμαι τον εαυτό μου να είμαι σε ένα βαν στην Τουρκία όπου ήμασταν στοιβαγμένοι σαν να ήμασταν ζώ. Έχω την ανάμνηση να ανοίγω το παράθυρο μόνο λίγα εκατοστά για να βγάλω τη μύτη μου προσπαθώντας να αναπνεύσω γιατί ήμασταν τόσοι πολλοί που δεν υπήρχε χώρος ούτε γι’ αυτό. Βλέπω ακόμα στις ειδήσεις ότι αυτοί οι άνθρωποι μένουν σε καταυλισμούς και θυμάμαι τον εαυτό μου στην Μόρια. Στα καμπ ο άνθρωπος νιώθει σαν ένα φυλακισμένο πουλί. Ακόμη και την καλύτερη τροφή να του δώσεις, εκείνο δεν μπορεί να σου δώσει το πιο όμορφο κελάηδισμά του γιατί είναι στη φυλακή».
Ο ίδιος βρέθηκε στην Μυτιλήνη τον Δεκέμβρη του 2017 ακολουθώντας τον ίδιο επικίνδυνο δρόμο που έχει στοιχήσει τη ζωή σε εκατοντάδες πρόσφυγες. Σήμερα μαζί με την ομάδα του Lesvos Solidarity οργανώνει τη διανομή φαγητού για 85 άτομα, πρόσφυγες και ντόπιους που έχουν ανάγκη, δίνοντας ελπίδα σε όλους τους ανθρώπους της μεγάλης αλυσίδας της αλληλεγγύης. «Το να βοηθάς είναι ανθρώπινο. Είμαστε όλοι άνθρωποι, δεν έχει σημασία το χρώμα, η αν είσαι πρόσφυγας ή όχι. Ξέρω πως αυτή τη στιγμή στην Ουκρανία επιχειρούν πολλές οργανώσεις με Έλληνες αλλά και πρόσφυγες. Πρέπει να βοηθήσουμε αυτούς τους ανθρώπους όπως και όλους τους ανθρώπους που έχουν ανάγκη». Για τον ίδιο το να δίνει το χέρι στους ανθρώπους είναι πηγαίο, ένα «συνήθειο» οικογενειακό όπως λέει. «Μου αρέσει να βοηθάω ανθρώπους ακόμη και αν δεν είναι η δουλειά μου. Είναι κάτι που το έχω πάρει από την οικογένειά μου. Έτσι μεγαλώσαμε. Η αδερφή μου έπαιρνε το φαγητό από το δικό μας το σπίτι και το μοίραζε στους γείτονες. Η δική μου η ανταμοιβή είναι μόνο το χαμόγελο του άλλου ανθρώπου». Πίσω στο Ιράκ, στη Μοσούλη εργαζόταν το τελευταίο διάστημα ως επαγγελματίας οδηγός σε μια εταιρία τηλεπικοινωνιών ενώ γνωρίζει την τέχνη του αργυροχρυσοχόου καθώς είχε δικό του μαγαζί με κοσμήματα: «Είχα τη ζωή μου εκεί είχα το μαγαζί μου, τα αυτοκίνητά μου, το σπίτι μου, τους φίλους μου, την οικογένειά μου. Κανείς δεν αφήνει τη ζωή του για να ξεκινήσει πάλι από το μηδέν αν αυτή δεν απειλείται». Σήμερα ως Υπεύθυνος Συντήρησης και Αποθήκευσης της Lesvos Solidarity για τους ευάλωτους, έχει την ευθύνη για όλη τη διαδικασία που ξεκινάει από την αρχή της εβδομάδας:
«Ξεκινάμε από τη Δευτέρα όπου παραγγέλνουμε το κρέας, την Τέταρτη την ξηρά τροφή και επειδή θέλουμε τα λαχανικά να είναι φρέσκα τα παίρνουμε το πρωί της Πέμπτης. Εγώ θα γεμίσω και θα γράψω τα ονόματα στις τσάντες και θα ξεκινήσουμε τη διανομή από τον Καρά Τεπέ. Εκεί μένουν ακόμη κάποιες οικογένειες που έμεναν στο ΠΙΚΠΑ και στον Δημοτικό Καρά Τεπέ και τους μετέφεραν εκεί μετά τον κλείσιμο των δομών ενώ μετά συνεχίζουμε στα σπίτια, πόρτα -πόρτα. Μαζί με τον Γρηγόρη πάμε σε σπίτια προσφύγων και ντόπιων. Πάντα μου χαμογελούν, γιατί ξέρουν ότι όλοι μπορούμε να βρεθούμε στην ίδια κατάσταση ανα πάσα στιγμή».
Για εκείνον, η διάθεσή του να βοηθά και να λειτουργεί για το κοινωνικό σύνολο είναι κάτι παραπάνω από στοιχείο της ιδιοσυγκρασίας του. Είναι αυτό που τον συνδέει με τον εσωτερικό του εαυτό και με τον κόσμο. Ήταν όμως και αυτό που τον βοήθησε να επιβιώσει στη Μόρια: «Στην αρχή ήμουν σε μια σκηνή που τη μοιραζόμουν με άλλους πέντε. Από κάτω έμπαινε νερό όταν έβρεχε και όλα γίνονταν μούσκεμα. Είναι πολύ εύκολο να σε πάρει από κάτω στα καμπ και να μην κάνεις τίποτα. Όμως εγώ δεν έμεινα άπραγος. Πήγαινα στη βιβλιοθήκη της Μόριας και διάβαζα βιβλία, άρχισα να περπατάω χιλιόμετρα, άρχισα να βλέπω τους ανθρώπους γύρω μου και να σκέφτομαι πως μπορώ να βοηθήσω.
Τότε έμενα στον ελαιώνα και επειδή δεν υπήρχαν αρκετές ντουζιέρες στη Μόρια και αυτές που υπήρχαν ήταν σε άθλια κατάσταση και πολύ βρώμικες αποφάσισα να φτιάξω δίπλα στη σκηνή μου μια μικρή ντουζιέρα. Τότε ήρθε ένας εργαζόμενος σε ΜΚΟ, σήμερα φίλος μου και με ρώτησε αν θα μπορούσα να τον βοηθήσω ώστε να φτιάξουμε αντίστοιχα κι άλλες ντουζιέρες για τους ανθρώπους που βρίσκονταν στην λεγόμενη Ζούγκλα του Ελαιώνα. Έτσι ξεκίνησα να φτιάχνω τις ντουζιέρες που τις μοιράζονταν ανά 5 σκηνές! Ως δώρο επειδή τον βοήθησα μου χάρισε ένα ποδήλατο. Από τότε έχω αυτό το ποδήλατο με το οποίο έχω κάνει πολλά χιλιόμετρα στο νησί. Θυμάμαι επίσης έναν αστυνομικό που ήξερε την δράση μου και προσπάθησε να με προστατεύσει κατά τη διάρκεια ταραχών στη Μόρια. Έτσι είμαι από τη φύση μου. Προσπαθώ να βλέπω βαθιά στις ψυχές των ανθρώπων. Καταλαβαίνω ότι όλοι οι άνθρωποι εδώ, οι ντόπιοι μπορεί να έχουν τις δουλειές τους και να βιάζονται και να μην είναι πάντα σε καλό μουντ. Όμως ακόμη και σε αυτούς εγώ χαμογελώ και τους δίνω το χέρι».