Skip to main content
|

Αφιέρωμα: 11η Σεπτεμβρίου - 20 χρόνια μετά

SHARE

ΜΟΙΡΑΣΟΥ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟ

Χρόνος ανάγνωσης :
23'

11η Σεπτεμβρίου - 20 χρόνια μετά: Η ημέρα των επιθέσεων που συγκλόνισαν τις ΗΠΑ

Ο καιρός ήταν θαυμάσιος στη Νέα Υόρκη εκείνη την Τρίτη 11 Σεπτμβρίου 2001. Μια υπέροχη ημέρα του αποκαλόκαιρου, που έμελλε να γίνει μία από τις πιο μαύρες στην ιστορία των Ηνωμένων Πολιτειών.

Γύρω στις 8 το πρωί, ενώ πολλοί άνθρωποι πηγαίνουν προς τα γραφεία τους στη συνοικία της Γουόλ Στριτ, στην οποία δέσποζαν οι δίδυμοι πύργοι του Παγκόσμιου Κέντρου Εμπορίου (WTC), 19 τζιχαντιστές της Αλ-Κάιντα, οι περισσότεροι Σαουδάραβες, έχουν ήδη περάσει τους ελέγχους ασφαλείας των αεροδρομίων της Βοστώνης, της Ουάσινγκτον (Ντάλες) και του Νιούαρκ. Ήταν οπλισμένοι με μικρά μαχαίρια και κοπίδια, που τότε επιτρέπονταν ακόμη να έχουν οι επιβάτες στην καμπίνα των αεροπλάνων.

Επιβιβάζονται σε τέσσερα αεροπλάνα της γραμμής που αναχωρούν από την Καλιφόρνια, με αποστολή να κάνουν αεροπειρατεία και να πλήξουν την καρδιά της πρώτης παγκόσμιας δύναμης.

Ο Τζόζεφ Ντίτμαρ, 44 ετών, ειδικός στις ασφάλειες με έδρα το Σικάγο, φθάνει στον 105ο όροφο του νότιου πύργου για μια σύσκεψη προγραμματισμένη για τις 08:30. Η σύσκεψη αργεί να αρχίσει και ξαφνικά τα φώτα αρχίζουν να αναβοσβήνουν. Είναι 08:46.

Σ' αυτή την αίθουσα που δεν έχει παράθυρα, οι 54 ασφαλιστές που βρίσκονται εκεί «δεν είδαν τίποτε, δεν αισθάνθηκαν τίποτε, μόνο τα φώτα που αναβοσβήνουν», αφηγείται αυτός ο επιζήσας στο Γαλλικό Πρακτορείο είκοσι χρόνια μετά.

Ένα Μπόινγκ 767 της American Airlines, το οποίο είχε αναχωρήσει στις 07:59 από τη Βοστώνη για το Λος Άντζελες με 92 επιβαίνοντες, ανάμεσα στους οποίους πέντε αεροπειρατές, έχει συντριβεί πάνω στο βόρειο πύργο, ανάμεσα στον 93ο και τον 99ο όροφο. Ο Ντίτμαρ και οι συνάδελφοί του δεν το κατάλαβαν παρά μόνον αφού κλήθηκαν να εκκενώσουν την αίθουσα και έφθασαν μπροστά στα παράθυρα του 90ου ορόφου.

«Ήταν τα 30-40 χειρότερα δευτερόλεπτα της ζωής μου (...) να βλέπω αυτές τις τεράστιες μαύρες τρύπες μέσα στο κτίριο, κόκκινες φλόγες όμοιες με τις οποίες δεν είχα δει ποτέ στη ζωή μου και σύννεφα γκρίζου και μαύρου καπνού να βγαίνουν από τις τρύπες».

«Βλέπουμε έπιπλα, χαρτιά, ανθρώπους να πέφτουν στο κενό ... πράγματα φρικτά, τρομερά. Φοβόμουν τόσο», λέει πνίγοντας τα δάκρυά του.

Δίπλα του πολλοί παρακολουθούν τη σκηνή «σαν υπνωτισμένοι». Αυτός δεν θέλει να μείνει ούτε δευτερόλεπτο περισσότερο και συνεχίζει να κατεβαίνει τα σκαλιά - μια απόφαση που θα του σώσει τη ζωή.

Στη βάση των πύργων, ο σεφ Μάικλ Λομόνακο βγαίνει από το υπόγειο εμπορικό κέντρο του Ουόρλντ Τρέιντ Σέντερ: την τελευταία στιγμή αποφάσισε να περάσει από τον οπτικό για να αλλάξει έναν από τους φακούς των γυαλιών του που έχει γρατζουνιές, πριν ανέβει στον 107ο όροφο του βόρειου πύργου για να πάει στο φημισμένο εστιατόριό του, το Windows on the World.

Το υπόγειο εμπορικό κέντρο αρχίζει να τρέμει από μια ασυνήθιστη δόνηση. Φθάνοντας στο ισόγειο, ο Λομόνακο κοιτάζει ψηλά και με φρίκη βλέπει τον βόρειο πύργο να καίγεται.

«Μπορούσα να δω ανθρώπους να κουνάνε λευκά τραπεζομάντιλα από τα παράθυρα» του εστιατορίου, θυμάται. «Ήταν φρικτό, τρομερό».

Πιστεύει πως πρόκειται για κάποιο ατύχημα, όπως και ο Ντίτμαρ και χιλιάδες άνθρωποι στη Νέα Υόρκη, όπου τα τηλεοπτικά κανάλια έχουν αρχίσει πλέον την απ' ευθείας μετάδοση. Όπως και ο αμερικανός πρόεδρος Τζορτζ Ου. Μπους, ο οποίος ενημερώθιηκε σχετικά στη διάρκεια επίσκεψής του σε ένα Δημοτικό σχολείο της Φλόριντα.

 

- «Η Αμερική δέχεται επίθεση» -

Στο νότιο πύργο, ο Ντίτμαρ και συνάδελφοί του ακούνε από τα μεγάφωνα πως δεν χρειάζεται να φύγουν: το κτίριό τους δεν έχει πληγεί, είναι ασφαλείς, λέει η ανακοίνωση.

Ο Ντίτμαρ αγνοεί τη σύσταση και συνεχίζει την κάθοδό του. Όταν φθάνει στον 78ο όροφο, συνάδελφοί του τον καλούν να πάρει το ασανσέρ που φθάνει στο ισόγειο χωρίς στάση. Εκείνος συνεχίζει.

«Κάπου ανάμεσα στον 74ο και τον 75ο όροφο», το κλιμακοστάσιο «αρχίζει να ταλαντεύεται βίαια. Η σκάλα ξεκολάει από τον τοίχο, τα σκαλιά ταλαντεύονται κάτω από τα πόδια μας σαν τα κύματα στον ωκεανό, αισθανόμαστε ένα τοίχο θερμότητας, μυρίζουμε την κηροζίνη».

Μαζί με δύο συναδέλφους, ο Ντίτμαρ κάνει εικασίες για το τι έχει συμβεί. Χωρίς να φαντάζεται πως ένα άλλο αεροπλάνο, η πτήση 175 της United Airlines στην οποία έχει επίσης γίνει αεροπειρατεία από τζιχαντιστές, έχει πέσει πάνω στο κτιριό τους, το νότιο πυργο, λίγο πιο πάνω απ' αυτούς, ανάμεσα στον 77ο και τον 85ο όροφο.

Είναι 09:03. Ο Τζορτζ Ου. Μπους, ο οποίος διάβαζε μια ιστορία σε μαθητές στη Φλοριντα, ενημερώνεται από τον προσωπάρχη του. «Η Αμερική δέχεται επίθεση», του λέει στο αυτί.

Ο αμερικανός πρόεδρος διακόπτει την επίσκεψή του. Σε μια σύντομη δήλωση, κάνει λόγο για μια «προφανή τρομοκρατική επίθεση».

Ο Ντίτμαρ και οι συνάδελφοί του συνεχίζουν την κάθοδό τους. Στον 31ο όροφο, διασταυρώνονται με πυροσβέστες και διασώστες που ανεβαίνουν προς τους επάνω ορόφους. «Το βλέμμα τους έλεγε πως ήξεραν ότι δεν θα επιστρέψουν», λέει.

Φθάνοντας στο ισόγειο έπειτα από περίπου 50 λεπτά, το έδαφος είνι γεμάτο λυγισμένο ατσάλι, τσιμέντο και κηλίδες αίματος. «Ξέραμε από τι ήταν», λέει. Οι εικόνες ανθρώπων παγιδευμένων στις φλόγες που πέφτουν στο κενό θα είναι από τις πιο εφιαλτικές εκείνης της ημέρας.

Τα συντρίμμια πέφτουν από παντού, οι διασώστες κατευθύνουν τον Ντίτμαρ και τον συνάδελφό του προς το εμπορικό κέντρο κάτω από το World Trade Center.

Φθάνοντας στην άλλη άκρη, βγαίνουν στο δρόμο και περπατούν μερικά λεπτά πριν ακουσουν πίσω τους τον εκκωφαντικό θόρυβο από το νότιο πύργο, από τον οποίο μόλις έχουν βγει. Και σχεδόν ακαριαία «την κραυγή» χιλιάδων Νεοϋορκέζων.

Είναι 09:59 και ο Αλ Κιμ, 37 ετών, τραυματιοφορέας με έδρα το Μπρούκλιν, φθάνει στο World Trade Center για να βοηθήσει στη μεταφορά τραυματιών προς το ξενοδοχείο Marriott, το οποίο βρισκόταν ανάμεσα στους πύργους.

Μόλις που ξεφεύγει το θανατο. «Δεν μπορούσα να αναπνεύσω από τον καπνό που υπήρχε στον αέρα. Θυμάμαι πως χρησιμοποίησα το πουκάμισό μου για να καλύψω το στόμα μου. Δεν μπορούσα να δω ούτε τα χέρια μου μπροστά στα μάτια μου», αφηγείται στο Γαλλικό Πρακτορείο επισκεπτόμενος φέτος το καλοκαίρι, για πρώτη φορά, το Μνημείο των επιθέσεων της 11ης Σεπτεμβρίου, μερικά βήματα από το μέρος όπου παρά λίγο να πεθάνει.

Το κύμα θερμότητας που προκλήθηκε από την κατάρρευση του πύργου τού καίει τα ρουθούνια , τα φρύδια. Ολόκληρο το σώμα του καλύπτεται από ένα παχύ στρώμα στάχτης.

Είναι εντελώς σκοτεινά, όμως ακούει τις φωνές δύο συναδέλφων: τους βρίσκει και κρατιούνται από το χέρι, «σαν μαθητές». Και αρχίζουν να περπατούν ανάμεσα στα συντρίμμια, τις φλόγες, τις εκκλήσεις για βοήθεια και τους ατομικούς συναγερμούς πυροσβεστών που είχαν παγιδευτεί στα χαλάσματα. Οι συναγερμοί αυτοί αρχίζουν να λειτουργούν όταν οι πυροσβέστες μένουν ακίνητοι για πολλή ώρα.

 

- «Το πιο ασφαλές μέρος στον κόσμο» -

Το δράμα δεν εκτυλίσσεται μόνο στη Νέα Υόρκη.

Στις 09:25, η αμερικανική υπηρεσία αερομεταφορών, η FAA, είχε διατάξει το κλείσιμο του αμερικανικού εναέριου χώρου και απαγορεύσει κάθε απογείωση, για πρώτη φορά στην ιστορία της πολιτικής αεροπορίας.

Η διαταγή ήρθε πολύ αργά για την πτήση 77 της American Airlines που είχε αναχωρήσει από την Ουάσινγκτον για το Λος Άντζελες: στα χέρια πέντε αεροπειρατών, έχει ήδη κάνει στροφή 180 μοιρών και κατευθύνεται προς την Ουάσινγκτον.

Στο Πεντάγωνο, την έδρα του αμερικανικού υπουργείου Άμυνας κοντά στην Ουάσινγκτον, η Κάρεν Μπέικερ, 33 ετών, είναι πεπεισμένη πως βρίσκεται «στο πιο ασφαλές μέρος του κόσμου».

Καθώς αυτή η ειδική στην επικοινωνία επιστρέφει στο γραφείο της με καφέ και κρουασάν, η βεβαιότητα αυτή διαλύεται.

«Ακούστηκε ένα μεγάλο 'μπουμ' και μετά αισθανθήκαμε μια δόνηση», θυμάται. «Εκείνη τηγ στιγμή νομίσαμε πως ήταν μια βόμβα».

Είναι 09:37 και η πτήση 77, με 53 επιβάτες και εξαμελές πληρωμα, πέφτει πάνω στη δυτική πρόσοψη του Πενταγώνου.

 

- «Μάχη στον αέρα» -

Η εντολή της FAA ήρθε αργά και για την πτήση 93 της United Airlines, η οποία είχε αναχωρήσει από το αεροδρόμιο Νιούαρκ στο Νιού Τζέρσεϊ με προορισμό το Σαν Φρανσίσκο και βρισκόταν ήδη πάνω από το Οχάιο. Τέσσερις αεροπειρατές που βρίσκονται στην πρώτη θέση εισβάλουν στο πιλοτήριο για να κατευθύνουν το αεροπλάνο προς την Ουάσινγκτον.

Στο μεταξύ επτά μέλη του πληρώματος και 33 επιβάτες αναγκάζονται να ανασυνταχθούν στο πίσω μέρος του αεροσκάφους. Πολλοί παίρνουν τηλέφωνο συγγενείς τους και μαθαίνουν ότι δύο άλλα αεροπλάνα έχουν πέσει πάνω στο WTC.

Μια ομάδα επιβατών αποφασίζει να εισβάλει στο πιλοτήριο, αλλά περιμένει μέχρι το αεροπλάνο να φτάσει πάνω από μια αγροτική περιοχή για να το πράξει. Ο Τοντ Μπίμερ, που μιλά στο τηλέφωνο με μια υπάλληλο του πύργου ελέγχου, δίνει το σύνθημα: «Είστε έτοιμοι; Εντάξει, πάμε!».

Η μάχη με τους αεροπειρατές διαρκεί έξι λεπτά: την ώρα που οι επιβάτες προσπαθούν να πάρουν τον έλεγχο του αεροσκάφους, οι αεροπειρατές αποπειρώνται να κόψουν την παροχή οξυγόνου και ρίχνουν το αεροσκάφος σε χαμηλότερο ύψος για να τους αποσταθεροποιήσουν.

Την ώρα που το αεροσκάφος πετούσε σε χαμηλό υψόμετρο ένας από τους επιβάτες, ο Έντουαρντ Φελτ, κατάφερε να πάρει τηλέφωνο τον αριθμό έκτακτης ανάγκης 9-1-1 από την τουαλέτα.

Η κλήση αυτή ήταν μια από τις τελευταίες μέσα από το αεροπλάνο. Οι αεροπειρατές αφού κατάλαβαν ότι δεν θα φτάσουν στην Ουάσινγκτον αποφασίζουν να ρίξουν το αεροσκάφος στο έδαφος.

Το Boeing 757, το οποίο είχε ακόμη καύσιμα, πέφτει στο έδαφος με ταχύτητα περίπου 900 χιλιομέτρων την ώρα και εκρήγνυται σε μια μπάλα φωτιάς στο δυτικό τμήμα της Πενσιλβάνια, 250 χιλιόμετρα από την Ουάσινγκτον. Η ώρα είναι 10:03.

Μερικά χιλιόμετρα πιο μακριά στο βόρειο τμήμα της πολιτείας της Νέας Υόρκης ο Γκόρντον Φελτ, αδελφός του Έντουαρτ, ασχολείται με την κατασκήνωση στην οποία φιλοξενούσε όλο το καλοκαίρι αυτιστικά παιδιά.

Ένας υπάλληλός του τον ενημερώνει για την τραγωδία στο WTC. Όπως εκατομμύρια άνθρωποι στις ΗΠΑ και σε όλο τον κόσμο σπεύδει να παρακολουθήσει τις εξελίξεις στην τηλεόραση, χωρίς να γνωρίζει ότι στις εξελίξεις εμπλέκεται ο αδελφός του.

Όταν αργότερα η νύφη του τον παίρνει τηλέφωνο για να του πει ότι ο Έντουαρντ βρίσκεται στην πτήση 93 και ότι δεν έχει νέα του, προσπαθεί να πάρει τον αδελφό του στο κινητό του: «Εντ, όταν προσγειωθείς, πάρε μας τηλέφωνο, ανησυχούμε».

 

- «Να φύγουν από το Μανχάταν» -

Στη Γουόλ Στριτ στις 10:28, αφού καιγόταν επί 102 λεπτά, ο βόρειος πύργος του WTC καταρρέει.

Μέσα στα ουρλιαχτά από τις σειρήνες, άνθρωποι τρέχουν για να γλιτώσουν από το τεράστιο κύμα ερειπίων και καπνού που καλύπτει τη συνοικία. Ο δήμαρχος Ρούντι Τζουλιάνι ζητεί από τους κατοίκους «να παραμείνουν ήρεμοι και, αν είναι δυνατόν, να φύγουν από την κάτω πλευρά του Μανχάταν».

Δεκάδες πλοία – φέρι μπόουτ, αλιευτικά, γιότ—κινητοποιούνται για να απομακρύνουν έως και 500.000 ανθρώπους. Χιλιάδες άλλοι περπάτησαν, μερικοί επί ώρες, φεύγοντας προς τη Γέφυρα του Μπρούκλιν στα ανατολικά ή προς το βόρειο Μανχάταν.

Διασώστες που έχουν σπεύσει στην περιοχή αναζητούν επιζώντες στα ερείπια των Πύργων που καπνίζουν.

Λίγο πριν από την κατάρρευση του βόρειου πύργου ο Αλ Κιμ και άλλοι διασώστες είχαν καταφέρει να απεγκλωβίσουν τον πυροσβέστη Κέβιν Σι. Είναι ο μοναδικός επιζώντας από τους 12 πυροσβέστες της ομάδας του.

Περίπου στις 12:30, 14 άνθρωποι εντοπίστηκαν σώοι και ασφαλείς, έχοντας γλιτώσει από τον βόρειο Πύργο χάρη σε ένα κλιμακοστάσιο που από θαύμα έμεινε άθικτο.

Ο σεφ Λομόνακο προσπαθεί να κάνει έναν κατάλογο με τους εργαζόμενους στο εστιατόριό του που ήταν παρόντες την ώρα της καταστροφής. Τελικά ήταν 72 σε σύνολο 450. Κανείς τους δεν επέζησε.

Στο αεροσκάφος Air Force One ο Τζορτζ Μπους που κατευθύνεται στην Ουάσινγκτον αναγκάζεται να αλλάξει προορισμό. Η ομοσπονδιακή πρωτεύουσα δεν θεωρείται ασφαλής. Το προεδρικό αεροσκάφος τελικά προσγειώνεται σε αεροπορική βάση στη Λουιζιάνα.

 

- «Σημείο Μηδέν» -

Σωστικά συνεργεία και δημοσιογράφοι αρχίζουν να μιλούν για "Σημείο Μηδέν" αναφερόμενοι στα συντρίμμια των δίδυμων πύργων. Κανείς δεν τολμάει ακόμη να αναφέρει απολογισμό, μολονότι φαίνεται ήδη ότι πρόκειται για την μεγαλύτερη συντονισμένη τρομοκρατική επίθεση στην Ιστορία.

Ο Έντουαρντ Φελτ δέχεται κι άλλη κλήση από την νύφη του: δεν υπάρχει κανένας επιζών από την πτήση 93. Ανακοινώνει την είδηση στην μητέρα του.

Ο Τζόζεφ Ντίτμαρ αφότου πέρασε κάποιες ώρες στο διαμέρισμα μιας φίλης στο οποίο κατέφυγε, κοντά στην Γουόλ Στριτ, καθηλωμένος στην τηλεόραση, δεν βλέπει την ώρα μόνον για ένα πράγμα: να φύγει από τη Νέα Υόρκη.

Αργά το απόγευμα, μπαίνει σε έναν κατάμεστο συρμό του μετρό -- η κυκλοφορία τους ξανάρχισε έπειτα από μιάμιση ώρα πλήρους διακοπής-- και μετά σε ένα τρένο για την Φιλαδέλφεια.

Στο τρένο υπάρχει "απόλυτη σιωπή". Όλος ο κόσμος βρίσκεται σε κατάσταση σοκ.

Όταν ο Ντίτμαρ φτάνει στο σπίτι των γονιών του γύρω στις 19:00 τοπική ώρα, η μητέρα του τον σφίγγει στην αγκαλιά της: "μωρό μου, μωρό μου", λέει συνέχεια στον γιο της, ο οποίος είναι ήδη παππούς.

Αυτός καταρρέει από την κούραση και χάνει την ομιλία του Τζορτζ Ου. Μπους στις 20:30: ο Αμερικανός πρόεδρος ανακοινώνει έναν απολογισμό ακόμη αβέβαιο για "χιλιάδες νεκρούς" --αυτοί θα είναι 2.753 στο Παγκόσμιο Κέντρο Εμπορίου, 184 στο Πεντάγωνο και 40 στο Σάνκσβιλ. Προειδοποιεί επίσης ότι στο κηνύγι των ενόχων, οι ΗΠΑ δεν θα κάνουν "καμία διάκριση" ανάμεσα "στους τρομοκράτες και σε αυτούς που τους προσέφεραν καταφύγιο".

"Κανένας από μας δεν θα ξεχάσει αυτήν την ημέρα, αλλά θα προχωρήσουμε και θα υπερασπιστούμε την ελευθερία και όλα αυτά που είναι καλά και δίκαια στον κόσμο μας", καταλήγει.

Μόλις επιστρέφει στο σπίτι της η Κάρεν Μπέικερ συνειδητοποιεί το τεράστιο μέγεθος της καταστροφής την ώρα που αγκαλιάζει τον σύζυγό της και τα δυο τους αγοράκια.

"Η ένταση τα οδήγησε στα άκρα και έκλαιγαν με αναφιλητά (...) Έσπασαν, ήταν πραγματικά πολύ σκληρό να το βλέπεις".

Τον Αλ Κιμ το σπίτι του, στο Μπρούκλιν, τον βλέπει μόνον γύρω στα μεσάνυχτα. Κάνει ντους, ξαπλώνει μερικές ώρες, για να ξαναφύγει νωρίς.

"Υπήρχαν πολλά που έπρεπε να γίνουν, κηδείες στις οποίες έπρεπε να παρευρεθείς (...) Δεν υπήρχε χρόνος για να σταματήσεις και να σκεφτείς"

 

 

11η Σεπτεμβρίου - 20 Χρόνια Μετά: Οι εγκέφαλοι και οι εκτελεστές των επιθέσεων

Οι επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου του 2001 θα είναι για πάντα συνδεδεμένες με το όνομα του τότε ηγέτη της αλ Κάιντα, του Οσάμα μπιν Λάντεν.

Πίσω από εκείνον βρισκόταν μια μικρή ομάδα από πρόσωπα που ενορχήστρωσαν τις επιθέσεις και φυσικά οι 19 τρομοκράτες που επιβιβάστηκαν στα αεροπλάνα και τα χρησιμοποίησαν ως ιπτάμενες βόμβες.

Η προετοιμασία και η εκτέλεση των επιθέσεων-- που προκάλεσαν σοκ σε ολόκληρο τον κόσμο, συντάραξαν μια υπερδύναμη και στη συνέχεια την οδήγησαν σε πόλεμο--κόστισαν στην αλ Κάιντα μόλις κάτι λιγότερο από μισό εκατομμύριο δολάρια, σύμφωνα με την έκθεση δικομματικής επιτροπής για την 11η Σεπτεμβρίου στις ΗΠΑ .

Και οι 19 δράστες σκοτώθηκαν μέσα στα αεροπλάνα και αργότερα κάποιοι άλλοι μαχητές της αλ Κάιντα σκοτώθηκαν από τις αμερικανικές στρατιωτικές δυνάμεις στο Αφγανιστάν ή στο Πακιστάν. Άλλοι παραμένουν ακόμη κρατούμενοι στην αμερικανική φυλακή του Γκουαντάναμο.

Τα μέλη του τρομοκρατικού πυρήνα του Αμβούργου διαδραμάτισαν κρίσιμο ρόλο στις επιθέσεις.

Είχαν φτάσει στη Γερμανία ως φοιτητές την περίοδο του 1990.

Ο Αιγύπτιος Μοχάμεντ Άτα, ο οποίος οδήγησε το Boeing 767-223, της πτήσης 11 στον Βόρειο Πύργο του Παγκόσμιου Κέντρου Εμπορίου, θεωρείται ο αρχηγός τους.

Οι μουσουλμάνοι φοιτητές συναντώνταν και συζητούσαν με αυξανόμενη ένταση για τον τζιχάντ (τον "ιερό πόλεμο") κατά των "απίστων".

Σε ένα στρατόπεδο εκπαίδευσης τρομοκρατών στο Αφγανιστάν, το 1999, μέλη της οργάνωσης στρατολογήθηκαν από τον μπιν Λάντεν για τις επί μακρόν σχεδιαζόμενες επιθέσεις του με τη χρήση αεροπλάνων.

 

ΟΙ ΑΕΡΟΠΕΙΡΑΤΕΣ-ΠΙΛΟΤΟΙ

- Μοχάμεντ Άτα: Πιλόταρησε ένα Μπόινγκ 767, στο οποίο είχε κάνει αεροπειρατεία, και το έριξε στον Βόρειο Πύργο του Παγκόσμιου Κέντρου Εμπορίου. Το αεροπλάνο αυτό της American Airlines ήταν το πρώτο από τα τέσσερα που χρησιμοποιήθηκαν στις επιθέσεις. Γεννημένος το 1968, ο Άτα είχε σπουδάσει στο Αμβούργο από το 1992 ως το 1999. Προερχόταν από μια μεσοαστική οικογένεια της Αιγύπτου και φαίνεται να ριζοσπαστικοποιήθηκε στη Γερμανία. Το 1999 ταξίδεψε στο Αφγανιστάν για "τζιχάντ". Σύμφωνα με την έκθεση των αμερικανικών αρχών, είχε συναντήσει δια ζώσης τον μπιν Λάντεν πολλές φορές εκείνη την περίοδο. Ο Άτα ξεκίνησε την εκπαίδευση του πιλότου στις ΗΠΑ το 2000.

-Μαρβάν αλ-Σεχί: Γεννημένος το 1978 αυτός ήταν ο πιλότος του αεροσκάφους της United Airlines που έπεσε πάνω στον Νότιο Πύργο του Παγκόσμιου Κέντρου Εμπορίου. 'Ηταν ο άνθρωπος εμπιστοσύνης του Άτα με καταγωγή από τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και είχε πάει στη Βόνη το 1996 με στρατιωτική υποτροφία για τη Γερμανία και έπειτα σπούδασε και στο Αμβούργο.

-Χάνι Χαντζούρ: Γεννημένος το 1972 έριξε το αεροπλάνο της American Airlines, πτήση 77, στο Πεντάγωνο, στο αμερικανικό υπουργείο Άμυνας. Αρχικά είχε πάει στις ΗΠΑ από τη Σαουδική Αραβία το 1991 για να μάθει αγγλικά. Το 1999 πήρε το δίπλωμα πιλότου στις ΗΠΑ. Το 2000 βρισκόταν στο Αφγανιστάν, πιθανόν σε ένα στρατόπεδο εκπαίδευσης τρομοκρατών. Εκεί ήταν που οι αρχηγοί της αλ Κάιντα έμαθαν ότι έχει δίπλωμα πιλότου και τον επέλεξαν για την επίθεση. Εισήλθε στις ΗΠΑ με φοιτητική βίζα.

- Ζιάντ Τζαρά: Γεννημένος στον Λίβανο το 1975 σε μια πλούσια οικογένεια, το 1996 ξεκίνησε μαθήματα γλώσσας στην πόλη Γκράιφσβαλντ της Γερμανίας. Πήγαινε σε πάρτι και είχε μια σύντροφο μέχρι το τέλος. Από το 1997 σπούδαζε αεροναυπηγική σε ένα κολλέγιο τεχνολογίας του Αμβούργου. Έκανε αεροπειρατεία και πιλοτάρησε το αεροπλάνο της United Airlines, πτήση 93, με προορισμό μάλλον το Καπιτώλιο ή τον Λευκό Οίκο στην Ουάσινγκτον. Στη διάρκεια της πτήσης κάποιοι επιβάτες εξεγέρθηκαν για να εμποδίσουν τον αεροπειρατή . Λίγο πριν εξεγερθούν οι επιβάτες, ο Τζαρά ρώτησε έναν συνεργό του, σύμφωνα με τον καταγραφέα συνομιλιών του πιλοτηρίου, "Αυτό είναι; Εννοώ, πρέπει να το ρίξουμε;". Λίγο μετά, το αεροσκάφος συνετρίβη με μεγάλη ταχύτητα σε ένα χωράφι στην πολιτεία της Πενσιλβάνια.

 

ΟΙ ΣΥΝΕΡΓΟΙ ΤΩΝ ΠΙΛΟΤΩΝ

Πέραν από τους πιλότους η εκτέλεση αυτού του φρικτού σχεδίου απαιτούσε συνεργούς για να ακινητοποιήσουν το πλήρωμα των αεροσκαφών, να εισβάλουν στο πιλοτήριο και να θέσουν υπό τον έλεγχό τους τούς επιβάτες.

Στην αμερικανική έκθεση αναφέρεται ότι οι συνεργοί των τρομοκρατών πιλότων ήταν 15. Κάποιοι μετά βίας μιλούσαν αγγλικά. Υπήρχαν τέσσερις συνεργοί σε τρία από τα αεροσκάφη όπου εκδηλώθηκε αεροπειρατεία.

Στην πτήση 93 της United Airlines, που κατέπεσε στην Πενσιλβάνια, υπήρχαν μόνο τρεις συνεργοί του τρομοκράτη πιλότου.

 

ΟΙ ΕΓΚΕΦΑΛΟΙ

- Οσάμα μπιν Λάντεν: Γεννημένος το 1957 στη Σαουδική Αραβία, ένα από τα 57 παιδιά του Μοχάμεντ Αουάντ μπιν Λάντεν, ενός κατασκευαστή κτιρίων, ο οποίος την εποχή της άνθισης του κατασκευαστικού τομέα στη χώρα απέκτησε τεράστια περιουσία. Το 1979 ο μπιν Λάντεν εντάχθηκε στο κίνημα των Μουτζαχεντίν ή "Μαχητών του Θεού", που πολεμούσαν τους σοβιετικούς κατακτητές στο Αφγανιστάν. Στα χρόνια που ακολούθησαν ριζοσπαστικοποιήθηκε ακόμη περισσότερο, με σημείο καμπής να φέρεται ότι ήταν ο Πόλεμος του Κόλπου το 1991, όταν αμερικανοί στρατιώτες αναπτύχθηκαν στη Σαουδική Αραβία. Μετανάστευσε στο Σουδάν και το 1996 στο Αφγανιστάν, όπου έγινε σύμμαχος των Ταλιμπάν.

Στο τέλος των χρόνων του 1990, επιθέσεις που αποδόθηκαν στην αλ-Κάιντα, περιλαμβανομένων εκείνων με στόχο τις πρεσβείες των ΗΠΑ στην Κένυα και στην Τανζανία, συγκέντρωσαν τα βλέμματα της παγκόσμιας κοινότητας,

Το αμερικανικό FBI χαρακτήρισε τον μπιν Λάντεν καταζητούμενο τρομοκράτη, αλλά χωρίς επιτυχία. Οι ΗΠΑ δεν κατάφεραν να τον συλλάβουν στο Αφγανιστάν.

Οι Ταλιμπάν αρνούνταν να τον παραδώσουν. Λίγο μετά τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου, οι ΗΠΑ εισέβαλαν στο Αφγανιστάν, αλλά ο μπιν Λάντεν διέφυγε.

Πολλοί ένοπλοι ισλαμιστές τον θεοποίησαν και με μεγάλη προθυμία κατέγραφαν τα μηνύματά του, ηχητικά και οπτικά. Σκοτώθηκε από τις αμερικανικές ειδικές δυνάμεις το 2011 στη διάρκεια επιχείρησης στο Πακιστάν.

-Χαλίντ Σιχ Μοχάμεντ: Μεγάλωσε στο Κουβέιτ και η οικογένειά του πιστεύεται ότι καταγόταν από την ιρανο-πακιστανική μεθοριακή περιοχή. Αποφοίτησε από το πανεπιστήμιο στις ΗΠΑ το 1986. Η έκθεση για τις επιθέσεις τον περιγράφει ως έναν μορφωμένο μουσουλμάνο, ο οποίος έπεισε τον μπιν Λάντεν να γίνουν οι επιθέσεις στις ΗΠΑ χρησιμοποιώντας αεροπλάνα σε μια συνάντησή τους το 1996 στο Αφγανιστάν. Λέγεται ότι αργότερα εντάχθηκε στην αλ Κάντα επισήμως. Θεωρείται ο κύριος σχεδιαστής των επιθέσεων, ο οποίος οργάνωσε και το επικοινωνιακό κομμάτι καθώς και την χρηματοδότηση των επιθέσεων. Ο Σιχ Μοχάμεντ συνελήφθη στο Πακιστάν το 2003. Στη συνέχεια ανακρίθηκε από την CIA. Σύμφωνα με μια έκθεση της αμερικανικής Γερουσίας, βασανίστηκε στη διάρκεια των ανακρίσεων και υποβλήθηκε σε εικονικό πνιγμό 183 φορές. Με αυτό τον τρόπο βασανισμού ρίχνεται νερό στο πρόσωπο του θύματος σε τέτοιο βαθμό ώστε να μην μπορεί να αναπνεύσει και να νομίζει ότι πνίγεται. Το 2006 ο Σιχ Μοχάμεντ μεταφέρθηκε στη φυλακή του Γκουαντάναμο. Εκεί θα δικαστεί από στρατοδικείο για τον ρόλο του στις επιθέσεις.

- Ένας άλλος κρατούμενος στο Γκουαντάναμο είναι ο Ραμζί μπιν αλ-Σιμπ, ένα ακόμη μέλος του πυρήνα του Αμβούργου. Γεννημένος το 1972 ο Υεμενίτης αυτός δεν είχε λάβει αμερικανική βίζα πριν από τις επιθέσεις. Για τον λόγο αυτό παρείχε επιμελητειακή και οικονομική υποστήριξη για τα σχέδια της οργάνωσης από την Ευρώπη, σύμφωνα με την έκθεση, και διατηρούσε επαφή με τον Σιχ Μοχάμεντ. Λίγο μετά τις επιθέσεις εγκατέλειψε το Αμβούργο. Ένα χρόνο αργότερα συνελήφθη στο Πακιστάν και βρέθηκε στα χέρια των Αμερικανών. Και αυτός βασανίστηκε από την CIA και η δίκη του ενώπιον στρατοδικείου έχει παγώσει εδώ και χρόνια.

 

ΣΕ ΔΙΚΗ ΣΤΗ ΓΕΡΜΑΝΙΑ

- Μουνίρ ελ-Μοτασαντέκ: Γεννημένος το 1977, ήταν ένας φοιτητής από το Μαρόκο και στενός φίλος των τριών πιλότων-αεροπειρατών του Αμβούργου. Ο Μοτασαντέκ συνελήφθη στις 28 Νοεμβρίου του 2001 με την κατηγορία ότι παρείχε επιμελητειακή υποστήριξη στην οργάνωση. Στις 19 Φεβρουαρίου του 2003 το Ανώτερο Περιφερειακό Δικαστήριο στο Αμβούργο τον καταδίκασε σε 15ετή κάθειρξη για συμμετοχή σε περισσότερους από 3.000 φόνους και για συμμετοχή σε τρομοκρατική οργάνωση στην πρώτη δίκη παγκοσμίως για τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου. Τον Μάρτιο του 2015 η ετυμηγορία ανατράπηκε από το Γερμανικό Ομοσπονδιακό Ανώτατο Δικαστήριο. Ακολούθησαν πολλές ακόμη δίκες μέχρι που τελικώς καταδικάστηκε σε 15ετή ποινή κάθειρξης. Το 2018, λίγο πριν ολοκληρώσει την ποινή τους, απελάθηκε στο Μαρόκο. Λέγεται ότι εκεί ζει ελεύθερος.

-Αμπντελγκανί Μζουντί: Γεννημένος το 1972 και αυτός, είναι Μαροκινός. Συνελήφθη στο Αμβούργο στις 10 Οκτωβρίου του 2002. Λέγεται ότι διατηρούσε στενούς δεσμούς με την ομάδα του Άτα και ότι τους παρείχε επιμελητειακή υποστήριξη. Από τον Αύγουστο του 2003 και έπειτα κατηγορήθηκε για συμμετοχή σε διάπραξη 3.066 φόνων και για συμμετοχή σε τρομοκρατική οργάνωση. Το 2004 απαλλάχθηκε από τις κατηγορίες λόγω έλλειψης αποδεικτικών στοιχείων.

11η Σεπτεμβρίου- 20 Χρόνια Μετά: Η Αμερική ανακαλύπτει ότι είναι ευάλωτη και φέρνει τα πάνω κάτω στον κόσμο

Κεραυνός σε έναν ουρανό που έμοιαζε τόσο καθαρός: την 11η Σεπτεμβρίου 2001, αδιανόητες μέχρι τότε τρομοκρατικές επιθέσεις πλήττουν μία Αμερική που πίστευε ότι ήταν παντοδύναμη έχοντας βγει νικήτρια από τον Ψυχρό Πόλεμο και θρυμματίζουν την ψευδαίσθηση της ήρεμης ομαλότητας.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες, μαζί με τον υπόλοιπο κόσμο, βυθίζονται τότε σε έναν πόλεμο κατά της τρομοκρατίας που θα κυριαρχήσει επί είκοσι χρόνια στις διεθνείς σχέσεις, ανατρέποντας τις ισορροπίες των δυνάμεων στην Μέση Ανατολή, καμουφλάροντας την επανεμφάνιση της Ρωσίας στον ρόλο του στρατηγικού ανταγωνιστή και την ανάδυση της Κίνας ως νέου υπ' αριθμόν ένα αντιπάλου.

«Σήμερα, φθάνουμε στο τέλος του στρατηγικού κύκλου και κλείνει η παρένθεση όπου ο παγκόσμιος τζιχαντισμός ήταν ο μόνος αναγνωρισμένος εχθρός», λέει ο Ελί Τενεμπάουμ, εκ των συγγραφέων του βιβλίου «Εικοσαετής Πόλεμος» (Guerre de Vinght Ans).

Σύμφωνα με τον ερευνητή του Institut Francais des Relations Internationales (IFRI), «ο στρατηγικός ανταγωνισμός ανάμεσα στις μεγάλες δυνάμεις είναι το νέο διεθνές μοντέλο, με την εμφάνιση άλλων παιγνίων που αντικαθιστούν την τρομοκρατική απειλή». Ενα από τα βασικά είναι ο ανταγωνισμός ανάμεσα στην Ουάσινγκτον και το Πεκίνο με άρωμα Ψυχρού Πολέμου.

 

Ο κύκλος που έκλεισε (;)

Και για να δείξει ότι ο κύκλος έκλεισε, ο Τζο Μπάιντεν ήθελε συμβολικά η 20ή επέτειος της 11ης Σεπτεμβρίου να συμπέσει με την πλήρη αποχώρηση των αμερικανικών δυνάμεων από το Αφγανιστάν. Στην χώρα όπου οι δυνάμεις των ΗΠΑ επενέβησαν την επομένη των επιθέσεων στους δίδυμους πύργους και το Πεντάγωνο για να καταδιώξουν την Αλ Κάιντα, που τις πραγματοποίησε, και για να ανατρέψουν το καθεστώς των ταλιμπάν, που είχε δώσει καταφύγιο και ορμητήριο στην Αλ Κάιντα.

Ομως, η εμμονή στον συμβολισμό έγινε μπούμερανγκ για τον πρόεδρο των ΗΠΑ: λίγο πριν από την 20ή επέτειο, οι ταλιμπάν ήταν ήδη και πάλι οι κυρίαρχοι της Καμπούλ, έπειτα από αστραπιαία επίθεση που διέλυσε τις αφγανικές δυνάμεις ασφαλείας, τις οποίες εκπαίδευσε, χρηματοδότησε και εξόπλισε η Ουάσινγκτον.

Ο κύκλος έκλεισε δια παντός και, δυστυχώς, αυτή η πλευρά του κόσμου κινδυνεύει και πάλι να γίνει το θέατρο πολύ βίαιων εξτρεμιστών, παρατηρεί ο Μαρκ Γκριν, μέλος της Βουλής των Αντιπροσώπων την 11η Σεπτεμβρίου 2001 και, σήμερα, πρόεδρος του Wilson Center.

Πρώην υπεύθυνος της αμερικανικής, αναπτυξιακής βοήθειας, ανήκει στους ανθρώπους που θεωρούν ότι θα ήταν λογική η παραμονή στο Αφγανιστάν των 2.500 αμερικανών στρατιωτών που βρίσκονταν ακόμη εκεί στην αρχή του έτους, για την προστασία των κεκτημένων, όπως τα δικαιώματα των γυναικών.

Υπερβολική σπουδή

Για άλλους λόγους, κυρίως με άξονα την αντιμετώπιση της τρομοκρατίας, ο Τζον Μπόλτον, πρώην πρεσβευτής των ΗΠΑ στον ΟΗΕ και σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας του Ντόναλντ Τραμπ για κάποιο διάστημα, επιτίθεται στους προέδρους των ΗΠΑ. Τους Δημοκρατικούς Μπαράκ Ομπάμα και Τζο Μπάιντεν, αλλά και τον Ρεπουμπλικανό Τραμπ. Και οι τρεις καταλήφθηκαν από υπερβολική σπουδή για αποδέσμευση για να χαϊδέψουν την κουρασμένη από τους «πολέμους χωρίς τέλος» αμερικανική κοινή γνώμη.

«Είκοσι χρόνια είναι σταγόνα στον ωκεανό!», λέει αυτός ο υποστηρικτής του αμερικανού επεμβατισμού.

«Δεν εξήγησαν γιατί είναι καλύτερο να αμύνεσαι κατά της τρομοκρατικής απειλής στο Αφγανιστάν, από ό,τι στους αμερικανικούς δρόμους και τους αμερικανικούς ουρανούς», δηλώνει στο Γαλλικό Πρακτορείο (AFP).

Ο Τζον Μπόλτον θεωρεί ότι η αμερικανική παρουσία στο Αφγανιστάν ήταν «μία αστυνομία ασφαλείας κατά μίας νέας 11ης Σεπτεμβρίου και αυτό λειτουργούσε». Αντίθετα, η επιστροφή των ταλιμπάν απειλεί να προσφέρει στον τζιχαντισμό νέα καταφύγια, προειδοποιεί.

Ομως, ο Ντόναλντ Τραμπ και στην συνέχεια ο Τζο Μπάιντεν, μαζί με μεγάλο μέρος της αμερικανικής πολιτικής τάξης, πόνταραν στο επιχείρημα ότι μία αναβίωση ενός ισλαμιστικού καθεστώτος στην Καμπούλ δεν αποτελεί ζωτική απειλή για τις Ηνωμένες Πολιτείες και κατέληξαν στο ότι η παραμονή αντιπροσωπεύει υψηλότερο πολιτικό κόστος από την αποχώρηση.

 

«Ιδεολογική αλαζονεία»

Το αιφνιδιαστικό πισωγύρισμα στο Αφγανιστάν επαναφέρει την συζήτηση σχετικά με την επίμαχη αμφισβητούμενη παρακαταθήκη των πολέμων αυτών που ξεκίνησαν οι Αμερικανοί χιλιάδες χιλιόμετρα από τις ακτές των ΗΠΑ στο όνομα της ιερής «εθνικής ασφαλείας».

«Πόλεμος κατά της τρομοκρατίας» είναι ο όρος που χρησιμοποίησε ο πρόεδρος Τζορτζ Μπους ήδη από το βράδυ της 11ης Σεπτεμβρίου 2001.

Εκείνη την στιγμή, η ομοφωνία ήταν διασφαλισμένη. Με 3.000 νεκρούς σε αμερικανικό έδαφος, οι ΗΠΑ έχουν πληγεί στην καρδιά, όπως ποτέ άλλοτε μετά το Περλ Χάρμπορ το 1941. Και οφείλουν να απαντήσουν.

Το 2001 είναι επίσης η πρώτη χρονιά της νέας χιλιετίας, μετά την ολοκλήρωση της δεκαετίας του 1990 που έδωσε στις ΗΠΑ την απατηλή θέση της μοναδικής υπερδύναμης.

Η πτώση της Σοβιετικής Ενωσης και ο Πόλεμος του Κόλπου, η είσοδος της Κίνας στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου, εγκατέστησαν την αντίληψη της ιδεολογικής υπεροχής των Ηνωμένων Πολιτειών.

Είναι τότε που ο Φράνσις Φουκουγιάμα αναγγέλλει «το τέλος της Ιστορίας» που θα επισφραγίσει την νίκη της φιλελεύθερης δημοκρατίας.

Για τον Αντριου Μπάσεβιτς, πρόεδρο του Quincy Institute for Responsible Statecraft, που προωθεί την μετριοπάθεια και την αυτοσυγκράτηση στην εξωτερική πολιτική, αυτή η «ιδεολογική και στρατιωτική αλαζονεία» και «η πεποίθηση ότι οι αμερικανικές δυνάμεις είναι στο εξής ανίκητες» «οδήγησαν τον Μπους και όσους τον περιέβαλαν να δουν την 11η Σεπτεμβρίου, όχι μόνο ως ασυγχώρητο χαστούκι», αλλά επίσης και ως ευκαιρία να επιδείξουν, χωρίς την παραμικρή αμφιβολία, την υποτιθέμενη απόλυτη αμερικανική ισχύ.

 

Οι φανφαρόνοι του πολέμου

Περιστοιχισμένος από νεοσυντηρητικούς επεμβατιστές, αποφασισμένους να προωθήσουν το δημοκρατικό μοντέλο σε όλον τον πλανήτη, φανφαρόνους του πολέμου, λένε οι επικριτές τους, ο Τζορτζ Μπους δίνει ένα πολύ ευρύ ορισμό του «πολέμου κατά της τρομοκρατίας».

«Ή είστε μαζί μας ή είστε με τους τρομοκράτες», είναι το μότο του Τζορτζ Μπους, ο οποίος ανακοινώνει «μακρά, άνευ προηγουμένου, εκστρατεία κατά όλων των καθεστώτων που υποστηρίζουν την τρομοκρατία».

Τον Ιανουάριο 2002, οι ταλιμπάν έχουν ανατραπεί και η Αλ Κάιντα έχει ήδη υποστεί πλήγματα, ο ρεπουμπλικανός πρόεδρος, έχοντας ξεφύγει από τους αρχικούς στόχους, ορίζει τον «άξονα του κακού», στον οποίο εντάσσει το Ιράν, το Ιράκ και την Βόρεια Κορέα.

Ποντάροντας στο κεφάλαιο της πλανητικής συμπάθειας προς τις Ηνωμένες Πολιτείες που διαμορφώθηκε αμέσως μετά την 11η Σεπτεμβρίου , η κυβέρνηση Μπους κατευθύνεται ολοταχώς προς τον πόλεμο στο Ιράκ, ενορχηστρώνοντας την κατηγορία, άνευ αποδείξεων, ότι το καθεστώς του Σαντάμ Χουσέιν κρύβει όπλα μαζικής καταστροφής.

Ομως έχει κάνει λάθος: «Η ομοφωνία ξεφτίζει πολύ γρήγορα» και «η εικόνα της Αμερικής φθίνει, καθώς ο πόλεμος κατά της τρομοκρατίας εκτρέπεται από την κοίτη του», λέει ο Ελι Τενεμπάουμ.

Η εισβολή στο Ιράκ, το 2003, θα εξοργίσει μεγάλο τμήμα της διεθνούς κοινής γνώμης και θα επαναφέρει ιδεολογικά στο προσκήνιο τον τζιχαντισμό, ο οποίος είχε στην πραγματικότητα αποδυναμωθεί μετά το 2001, λέει.

Μία νέα γενιά τζιχαντιστών εμφανίζεται. Αποτελείται από νέους της περιοχής , αλλά και από Δυτικούς που έρχονται στο Ιράκ για να αντιμετωπίσουν τις δυνάμεις κατοχής μετά την ανατροπή του Σαντάμ Χουσέιν.

Μια δεκαετία αργότερα, η αποχώρηση των Αμερικανών αφήνει ένα κενό, που ευνοεί την οργάνωση Ισλαμικό Κράτος και το χαλιφάτο της που δραστηριοποιείται πλέον στην Συρία και το Ιράκ. Η Ουάσινγκτον αναγκάζεται να επιστρέψει το 2014, επικεφαλής διεθνούς στρατιωτικού συνασπισμού.

 

Απολογισμοί

Περισσότεροι από 800.000 νεκροί, ανάμεσά τους πολλοί αφγανοί και ιρακινοί άμαχοι, κόστος άνω των 6.400 δισεκατομμυρίων δολαρίων, σύμφωνα με μελέτη που δημοσιεύθηκε το 2019 από το Brown University.

Δεν υπήρξε άλλη 11η Σεπτεμβρίου, αλλά οι τρομοκρατικές επιθέσεις του ισλαμικού Κράτους αιματοκύλισαν την Ευρώπη, όπως το Παρίσι τον Νοέμβριο 2015. Και η τρομοκρατική απειλή παραμένει, αν και περισσότερο διεσπαρμένη. Σήμερα, υπάρχουν δύο ή τρεις φορές περισσότεροι τρομοκράτες στον κόσμο από ό,τι το 2001, σύμφωνα με στοιχεία που αναφέρει ο ερευνητής του IFRI.

Οσο για την εικόνα των ΗΠΑ, είναι κηλιδωμένη. Η προσφυγή στα βασανιστήρια, η λειτουργία της φυλακής των Γκουαντάναμο, για να στερηθούν οι κρατούμενοι την προστασία των συνταγματικών ρυθμίσεων, οι στοχευμένες επιχειρήσεις εξόντωσης με μη επανδρωμένα αεροσκάφη σε ξένο έδαφος, έφεραν συχνά τις ΗΠΑ στο περιθώριο του κράτους δικαίου.

«Ο πληθυσμός της περιοχής είναι νεανικός και δεν γνωρίζει παρά αυτήν την Αμερική», δεν έχει μνήμες από την 11η Σεπτεμβρίου 2001, διαπιστώνει η Μαρσίν Αλσχαμάρι, ειδική στην Μέση Ανατολή με έδρα την Βαγδάτη. «Η 11η Σεπτεμβρίου προκάλεσε δύο πολέμους που άλλαξαν δια παντός την ισορροπία δυνάμεων στην περιοχή».

Η αποδυνάμωση του Ιράκ ενίσχυσε «την περιφερειακή ισχύ του Ιράν», του μεγάλου εχθρού των ΗΠΑ, «ωθώντας την Σαουδική Αραβία να αντιδράσει στο πλαίσιο ενός ανταγωνισμού με καταστροφικά αποτελέσματα.

 

Η Κίνα, το πρόβλημα του αιώνα

 

Σήμερα, αρχίζει να διαμορφώνεται κάποια συναινετική αντίληψη: ο πόλεμος κατά της τρομοκρατίας έχει εκτραπεί από τον αρχικό του στόχο.

Αν στα πρώτα του στάδια ο πόλεμος επέτρεψε τον περιορισμό της τρομοκρατικής απειλής, οι Δυτικοί δεν κατόρθωσαν «να διαχειρισθούν την φάση της σταθεροποίησης των χωρών, με αποτέλεσμα την διαμόρφωση μίας πολιτικής απάθειας απέναντι στους πολέμους αυτούς», σύμφωνα με τον Ελί Τενεμπάουμ .

Ακόμη και ο Τζον Μπόλτον, συνοδοιπόρος των νεοσυντηρητικών, χωρίς ωστόσο να συμμερίζεται το όραμα της εξαγωγής της δημοκρατίας δια της στρατιωτικής βίας, καταγγέλλει αυτήν την πρόθεση «οικοδόμησης κρατών» με κάθε τίμημα , αντί της επιλογής απλών στόχων στο πλαίσιο της καταπολέμησης της τρομοκρατίας.

Για να δικαιολογήσει την αποχώρηση από το Αφγανιστάν, παρά την τροπή που πήραν τα γεγονότα, ο Τζο Μπάιντεν επιμένει ότι η Αμερική πρέπει να φυλάξει δυνάμεις και πόρους για τον ανταγωνισμό με τους πραγματικούς στρατηγικούς ανταγωνιστές της, την Ρωσία και την Κίνα.

Αλλωστε, η κυβέρνησή του κήρυξε το Πεκίνο, και όχι την τρομοκρατία, το μεγαλύτερο γεωστρατηγικό πρόβλημα του 21ου αιώνα, σε ομοφωνία με τους αμερικανούς πολιτικούς, διπλωμάτες και διανοούμενους.

«Εκτρεπόμαστε προς έναν νέο Ψυχρό Πόλεμο με τη Κίνα», λέει ο Αντριου Μπάσεβιτς. «Είναι η ολίσθηση προς ένα νέο θέατρο, στο οποίο η προσπάθεια διατήρησης ή αποκατάστασης της αμερικανικής υπεροχής ξαναρχίζει».

11η Σεπτεμβρίου - 20 Χρόνια Μετά: Δύο δεκαετίες μετά τις επιθέσεις της 11η Σεπτεμβρίου, η Covid-19 δίνει νέα ώθηση στους συνωμοσιολόγους

Για τη Χέδερ Μπάουερ, το σημαντικότερο στην επέτειο των επιθέσεων της 11ης Σεπτεμβρίου δεν είναι η κατάρρευση των Δίδυμων Πύργων σε μία κόλαση σκόνης στη Νέα Υόρκη, ο κρατήρας στο Πεντάγωνο ή τα συντρίμμια του αεροσκάφους σε χωράφι της Πενσιλβάνια.

Η Αμερικανίδα είναι πεπεισμένη ότι οι επιθέσεις είναι έργο των ΗΠΑ και όχι της Αλ Κάιντα, μια άποψη που θα ακουστεί ιδιαίτερα κατά τις εκδηλώσεις στο περιθώριο της 20ης επετείου των επιθέσεων που στοίχισαν τη ζωή σε περίπου 3.000 ανθρώπους.

«Αμφισβητώ απολύτως τα πάντα και αναρωτιέμαι τι είναι αλήθεια σε όλα αυτά που μας λένε για την ιστορία αυτή», δηλώνει η Μπάουερ, νοικοκυρά από το Ουισκόνσιν, στο βόρειο τμήμα των ΗΠΑ, η οποία είναι εξίσου πεπεισμένη ότι δεν υπάρχει η Covid-19.

Την 11η Σεπτεμβρίου του 2001, η ίδια ήταν 14 ετών. Για χρόνια πίστευε την «επίσημη» εκδοχή, μέχρι που άρχισε να ενδιαφέρεται για τις θεωρίες συνωμοσίας που ανέπτυξε το κίνημα QAnon.

Πλέον πιστεύει ότι οι επιθέσεις ενορχηστρώθηκαν για να δικαιολογήσουν τον πόλεμο στο Ιράκ που ξεκίνησε το 2003.

Η ίδια συμμετέχει στο λεγόμενο κίνημα Αλήθειας για την 11η Σεπτεμβρίου, που συζητά ακούραστα στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης τα «αποδεικτικά στοιχεία» σύμφωνα με τα οποία οι πύργοι του Παγκόσμιου Κέντρου Εμπορίου κατέρρευσαν ύστερα από ελεγχόμενη έκρηξη και όχι εξαιτίας των δύο αεροσκαφών που τα χτύπησαν.

Μια από τις εξηγήσεις που συχνά προβάλλεται είναι ότι «η κηροζίνη δεν μπορεί να λιώσει τον χαλύβδινο σκελετό» και ότι χρειάζονταν εκρηκτικά για να καταρρεύσουν κάθετα οι πύργοι.

Οι ισχυρισμοί, που έχουν αναπτυχθεί με κάθε λεπτομέρεια εδώ και 20 χρόνια, συχνά αντικρούονται από τον Τύπο και από ντοκιμαντέρ.

 

- «Μια συνωμοσιολογική χώρα» -

Στο πλαίσιο της επετείου πραγματοποιούνται πολλές εκδηλώσεις και ομιλίες --με κοινό-- για να συζητηθεί η 11η Σεπτεμβρίου, αλλά επίσης η προέλευση της πανδημίας του κορονοϊού και τα εμβόλια.

Το 17ο «Φεστιβάλ Κινηματογράφου για την αλήθεια της 11ης Σεπτεμβρίου», στο Όκλαντ της Καλιφόρνια, παρουσιάζει δύο ντοκιμαντέρ για την πανδημία, μεταξύ των οποίων το "Plandemic".

«Υπάρχουν τόσα πράγματα για τα οποία θέλουμε να μιλήσουμε, και δεν έχουμε παρά οκτώ ώρες», δήλωσε η Κάρολ Μπρούιλετ, διοργανώτρια της εκδήλωσης και ιδρύτρια της Συμμαχίας για την αλήθεια για την 11η Σεπτεμβρίου στη βόρεια Καλιφόρνια.

Το υλικό δεν λείπει. Ένας από τους προσκεκλημένους, ο Κέν Τζένκινς, είναι παραγωγός δεκάδων DVD για τις επιθέσεις, σύμφωνα με την ιστοσελίδα του φεστιβάλ.

Οι θεωρίες συνωμοσίας για την 11η Σεπτεμβρίου είναι οι πρώτες που επωφελήθηκαν από την έκρηξη του Διαδικτύου και εξαπλώνονται πολύ πιο γρήγορα από παλαιότερες απόψεις, όπως αυτή για τη δολοφονία του προέδρου Κένεντι ή για τον Νιλ Άρμστρονγκ που πάτησε στη Σελήνη.

«Η Αμερική είναι μια χώρα εντυπωσιακά συνωμοσιολογική», δήλωσε ο Γκάρετ Γκράφ, δημοσιογράφος και συγγραφέας βιβλίου για το θέμα αυτό.

Με το Διαδίκτυο, αυτές οι συνωμοσιολογικές απόψεις επέτρεψαν σε αυτούς που τις πιστεύουν να δημιουργήσουν πιο εύκολα ένα δίκτυο οπαδών.

 

- Από τον άνθρακα στην Covid -

Αυτές οι θεωρίες «γεννήθηκαν τη στιγμή ακριβώς που τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ή τα διαδικτυακά μέσα ενημέρωσης, όπως το YouTube, επέτρεψαν στον κόσμο να προπαγανδίσει τις ιδέες του με πειστικό τρόπο», είπε ο ίδιος.

Η Επιτροπή Δικηγόρων για την έρευνα για την 11η Σεπτεμβρίου διοργανώνει επίσης ένα διαδικτυακό συνέδριο για την 20η επέτειο, όπου επίσης θα συζητηθεί το θέμα της Covid-19.

Η εκδήλωση ονομάστηκε «από τον άνθρακα της 11ης Σεπτεμβρίου στην πανδημία», σε μια αναφορά στους φακέλους που περιείχαν αυτή τη θανατηφόρο ουσία και που εστάλησαν σε πολιτικούς και δημοσιογράφους κατά τη διάρκεια κάποιων εβδομάδων τον Σεπτέμβριο του 2001.

Η σύνδεση μεταξύ του άνθρακα και της Covid είναι ξεκάθαρη, διαβεβαιώνει ο δικηγόρος Μικ Χάρισον, μέλος της Επιτροπής.

«Επειδή έχουμε κάνει έρευνες για το έργο των ΗΠΑ που αφορά τα βιολογικά όπλα, ανησυχούμε αυτή τη στιγμή για το γεγονός ότι μπορεί να υπάρχει αυτή τη στιγμή πρόβλημα με τη χρήση των όπλων αυτών στη χώρα», δήλωσε ο ίδιος.

Για την Μπάουερ και τον Χάρισον, η μάχη ενάντια στην επίσημη εκδοχή των επιθέσεων είναι καθήκον των πολιτών.

«Προσπαθώ να βελτιώσω τη χώρα αυτή καθιστώντας την κυβέρνηση περισσότερο δημοκρατική, πιο υπεύθυνη και πιο διαφανή», δήλωσε ο Μικ Χάρισον.

Η 11η Σεπτεμβρίου «θέτει ένα τεράστιο πρόβλημα, διότι ακόμα δεν γνωρίζουμε την αλήθεια γι' αυτό που συνέβη».

Η απόφαση του προέδρου Τζο Μπάιντεν να αποχαρακτηριστούν ορισμένα έγγραφα της έρευνας για τις επιθέσεις, και η πιθανή ευθύνη της Σαουδικής Αραβίας, θα μπορούσαν να άρουν τις αμφιβολίες…ή να τροφοδοτήσουν εκ νέου τις θεωρίες συνωμοσίας.

SHARE

ΜΟΙΡΑΣΟΥ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟ

Διαβάστε επίσης
Άρθρα απο την ίδια κατηγορία