Skip to main content
|

…μαζί, για πάντα στη Λέσβο.

SHARE

ΜΟΙΡΑΣΟΥ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟ

Χρόνος ανάγνωσης :
6'
Λέξεις Κλειδιά :
Κώστας Βελούτσος

του Κώστα Βελούτσου *

-«Χώρια λοιπόν αυτό το καλοκαίρι. Χωριστές διακοπές. Εντάξει, θα σεβαστώ  την απόφασή σου.  Αν είναι για το καλό και το μέλλον της σχέσης μας όπως μου λες, ας γίνει έτσι… Εξάλλου τον τελευταίο χρόνο είναι αρκετά διακριτή η απόσταση που υπάρχει ανάμεσά μας…»  Μ’  αυτήν την πρόταση έκλεισε το τηλέφωνο η Σοφία, χτυπώντας το δυνατά πάνω στο γραφείο της. Ο ξαφνικός αυτός ήχος, έκανε όλους τους συναδέλφους της, που για χρόνια μοιράζονταν την ίδια επαγγελματική στέγη, να γυρίσουν απότομα  προς το μέρος της, βλέποντάς την.

Σαράντα χρονών η Σοφία, γυναίκα πληθωρική, απίστευτα όμορφη που από κορίτσι ήταν ξεχωριστή.  Με τον Παύλο μετρούσαν πάνω από μια δεκαετία συμβίωσης, και  αρκετοί ήταν εκείνοι που στοιχημάτιζαν για την κατάληξή της που δεν ήταν άλλη απ’ αυτήν του γάμου τους. Ζευγάρι που απ’ ότι έδειχνε ήταν ταιριαστό και οικονομικά, πέραν του δέοντος ευκατάστατο, αφού από τις πλουσιοπάροχες μηνιαίες αμοιβές τους, μπορούσαν άνετα να συντηρήσουν την «ακριβή» σχέση τους, πραγματοποιώντας παράλληλα και ταξίδια στα πιο εξωτικά μέρη του κόσμου.   

Τα πρώτα σκούρα σύννεφα που έδειχναν το φινάλε της συνύπαρξής τους, φάνηκαν το τελευταίο διάστημα, καθώς τα συσσωρευμένα προβλήματα όλων των «ευτυχισμένων» προηγούμενων ετών, ήρθαν στην επιφάνεια, κάνοντας περισσότερο τον Παύλο να πιστέψει με βεβαιότητα ότι μοιραία πια έφταναν στο τέλος. Η καθημερινότητα, οι εξαντλητικοί ρυθμοί των επαγγελματικών τους υποχρεώσεων αλλά και οι ελάχιστες ώρες της ημέρας που βρίσκονταν μαζί, ήταν για τον Παύλο οι βασικές αιτίες που τους οδηγούσαν σε απρόσμενο τέλμα.  Το τέλος ολοένα πλησίαζε και για τους δυο, κάτι που έκανε το Παύλο  να δώσει μια τελευταία ευκαιρία, λέγοντας τηλεφωνικώς στην Ελένη γι’ αυτές τις χωριστές τους διακοπές.  

Πρώτες μέρες του Ιούνη και το λιμάνι του Πειραιά δεν θύμιζε την κοσμοπλημμύρα που παρατηρείται από τα μέσα του Ιούλη έως τις αρχές του Αυγούστου. Το ακριβό μπλε διθέσιο αυτοκίνητο, με την Σοφία στη θέση της οδηγού, έκανε την εμφάνισή του, λίγο πριν το απόπλου του Αριάδνη, για τα νησιά του ανατολικού αιγαίου. Μέρες πριν είχε κλείσει τα ακτοπλοϊκά ναύλα η Σοφία αποφεύγοντας τα αεροπλάνα για να απολαύσει περισσότερο το ταξίδι. «Για ένα νησί που να είναι  μακριά από την Αθήνα…». Αυτό είχε ζητήσει από μια φίλη της που εργαζόταν σε ταξιδιωτικό γραφείο, και η Μυτιλήνη απείχε πια λίγες ώρες, με τις ευλογίες της κολλητής της, που πρόσφατα είχε επισκεφθεί τη Λέσβο. Απ’  αυτήν πήρε και τις πρώτες πληροφορίες αλλά και τις εικόνες από το νησί. Της μίλησε αναλυτικά για κάθε μέρος για όλα τα χωριά του νησιού, αλλά με δέος της περιέγραψε αυτό που ένοιωσε όταν επισκέφθηκε το μοναστήρι του Αγίου Ραφαήλ, που τόσα είχε ακούσει για η ίδια.

Η επιβίβαση της Σοφίας στο Αριάδνη ήταν πρωτόγνωρη αφού δεν είχε ποτέ στο παρελθόν ταξιδέψει με πλοίο. Κρατούσε στα χέρια της μια μικρή δερμάτινη βαλίτσα, και περπατώντας αργά οδηγήθηκε από το προσωπικό του πλοίου σε μια από τις lux εξωτερικές καμπίνες που υπήρχαν στο ψηλότερο διάζωμα του Αριάδνη.  Οι κάβοι έλυσαν, και το σφύριγμα δευτερόλεπτα αργότερα, επιβεβαίωσε την αναχώρησή του για τη Χίο και τη Μυτιλήνη. 

Στο μυαλό της είχε όλες τις εικόνες από τον Παύλο, κι αυτές κράτησε σ’ όλη την διάρκεια του ταξιδιού. Σαν φωτογραφίες παλιές και καινούριες, τοποθετημένες σε μια σειρά, της έρχονταν στο νου όπως τους κυματισμούς της θάλασσας που χάιδευαν απαλά το πλοίο. Όλα όσα είχαν ζήσει οι δυο τους θαρρείς πως αποκτούσαν σάρκα και οστά, και περήφανα στέκονταν μπροστά της. Από την πρώτη μέρα που ήταν μαζί μέχρι την σημερινή, την τελευταία συνάντησή τους. 

Σα να μην υπήρχε άλλη φορά που αποχαιρέτισε τον Παύλο το πρωινό εκείνης της ημέρας, φιλώντας τον, ξέροντας πως η σχέση τους δεν είχε πια άλλη ζωή. Όπως δεν είχαν την παραμικρή ικμάδα ζωής, οι δυο τους…

Το πρώτο φως του ήλιου το επόμενο πρωινό, έλουσε φωτίζοντας το  πρόσωπό της, αφαιρώντας από πάνω του κάθε σκούρα σκιά, απόρροια των σκέψεων της.   Ξύπνησε  τρομαγμένη, ίσως από το όνειρο που προηγήθηκε εκείνο το βράδυ, και χωρίς να χάσει χρόνο κόλλησε το πρόσωπό της στο φινιστρίνι που υπήρχε μες στην καμπίνα της. Τα βουνά της Λέσβου ξεχώριζαν, το ίδιο φαίνονταν πια καθαρά η επιβλητική πρωτεύουσα, που απ’ εκείνη την στιγμή την μαγνήτισε. Οι φωτογραφίες σωροί από το κατάστρωμα του πλοίου για να θυμάται αυτό «το ωραιότερο ταξίδι της ζωής της» όπως το είχε ονομάσει δίνοντας του έναν τίτλο.   Ένοιωθε υπέροχα, και για την ακρίβεια ποτέ δεν είχε νοιώσει έτσι, ακόμα κι όταν έβλεπε από ψηλά, πετώντας με το αεροπλάνο, τα παραδεισένια νησιά του ειρηνικού, λίγο πριν περπατήσει στους δρόμους τους.  Κάθε  καλοκαίρι εκείνη και ο Παύλος ήταν για είκοσι ημέρες βυθισμένοι στα πράσινα νερά, και στις κάτασπρες ακτές χαμένοι κάπου νότια, στα παραμυθένια αυτά νησιά των μεγάλων ωκεανών.

 Οι αισθήσεις της όλες ξετινάχτηκαν, σα να ξύπνησαν απότομα όταν είδε δυο μαυροφορεμένες γυναίκες να την πλησιάζουν.  Έκατσαν δίπλα της και άρχισαν να συνομιλούν οι τρεις τους, λίγο πριν το Αριάδνη δέσει τους κάβους του στο λιμάνι του νησιού. Η οικειότητα η οποία ήταν κραυγαλέα, ξεχώριζε από  μακριά στις τρεις γυναίκες που συνέθεταν στον απόλυτο βαθμό, μια χρόνια φιλία που κράτησε, παρά τα χρόνια. Σα να γνωρίζονταν από παιδιά και μόλις τώρα σήμερα συναντιούνται έχοντας όμως κοινό προορισμό.  Το νησί της Λέσβου και συγκεκριμένα το γυναικείο μοναστήρι του Αγίου Ραφαήλ.

Αυτή ήταν  η σκέψη που έκανε η Σοφία όλο το βράδυ, κρατώντας έναν χάρτη του νησιού και επίμονα τον κοιτούσε, ώσπου η ματιά της έπεσε στα αναλυτικά σχόλια του συντάκτη για τον Άγιο Ραφαήλ στη Θερμή της Λέσβου. Η απόφασή της έμοιαζε να είναι οριστική για το μοναχικό βίο, κάτι που εντελώς αιφνιδιαστικά ξεπετάχτηκε από μέσα της. 

 

Η Λέσβος, ήταν και ο προορισμός του Παύλου, ο οποίος δεν γνώριζε πως στο   νησί ήταν ήδη η Σοφία. Άλλωστε στην τελευταία συνάντησή τους που διήρκησε ελάχιστα λεπτά, αρκέστηκαν να μην πουν τίποτα παρά μόνο ένα τυπικό αντίο, διαγράφοντας από τότε οτιδήποτε τους έδενε. Τρίτη ημέρα στο νησί για την Σοφία, η πρώτη για τον Παύλο, και τα συναισθήματα αλλά και οι παραστάσεις τους ήταν και για τους δυο, εκ διαμέτρου αντίθετες. Ακόμα και οι νησιωτικές διαδρομές τους δεν είχαν σημείο επαφής, μιας και ο Παύλος έμεινε στο δυτικό μέρος του νησιού και την Ερεσό, ενώ η Σοφία από την πρώτη μέρα που πάτησε το πόδι της στο νησί η διαδρομή που ακολουθούσε πιστά, ήταν αυτή από την Θερμή ως την Μυτιλήνη. Η απόφασή της είχε πια οριστικοποιηθεί, κι απέμειναν κάποιες λεπτομέρειες μέχρι αυτή να γίνει πραγματικότητα.  Θα ζούσε εκεί, στη Λέσβο που από την πρώτη στιγμή αγάπησε, αλλά το σημαντικότερο για εκείνη ήταν τα λόγια που άκουσε από τις δυο γυναίκες καλόγριες πάνω στο πλοίο, λίγο πριν την αποβίβασή της.  Ο μοναχικός  τρόπος ζωής ήταν τελικά αυτός που της έδινε απλόχερα, ό, τι δεν είχε μέχρι τώρα.  Μια γεμάτη ψυχή, αντί αυτής της αδειανής και φανταχτερής ζωής που πλημμύριζε από  ψεύτικη ευτυχία, που παρά τον υλικό της πλούτο η Σοφία ένοιωθε κενή.  Οι διαδικασίες πώλησης όλων των περιουσιακών στοιχείων  προχώρησαν γρήγορα, όσο και οι εξηγήσεις που έδωσε στη δουλειά της για το τέλος της. Απέμεινε μια και μοναδική λεπτομέρεια, ένα ταξίδι αυθημερόν προς την Αθήνα, και η λαχτάρα της επιστροφής ως μοναχή στον Άγιο, ήταν αυτό που την γέμιζε με μια ανυπέρβλητη χαρά που ήταν πρωτόγνωρη  για την Σοφία.

Τελευταία μέρα στο νησί για τον Παύλο από τις δέκα που ήταν εκεί, και η απόφασή του για την σχέση του με την Σοφία ήταν πια ειλημμένη.  Νωρίς το βράδυ  θα έφευγε από τη Λέσβο με το πλοίο, κι αυτός ήταν ο λόγος που το μεσημέρι ξεκίνησε από το δυτικό μέρος του νησιού, για να φτάσει εγκαίρως. Άκουσε για τον θαυματουργό Άγιο του νησιού, και η Θερμή τόπος του μοναστηριού, θα ήταν ο τελευταίος σταθμός πριν την επιβίβασή του. 

Τις απογευματινές ώρες εκείνης της ημέρας ένας δυνατός θόρυβος έκοψε στη μέση την απάνεμη γαλήνη του Ιούνη στο νησί. «Σφοδρό τροχαίο δυστύχημα δυο οχημάτων που κινούνταν σε αντίθετη κατεύθυνση»,  ήταν ο χαρακτηρισμός των ανδρών της τροχαίας, στα τοπικά μέσα ενημέρωσης.  «Από τα συντρίμμια των δύο πολυτελέστατων αυτοκινήτων, ανασύρθηκαν νεκροί οι δυο επιβάτες του. Ένας άνδρας και μια γυναίκα», συνέχιζε τον λόγο του ο υπεύθυνος της ενημέρωσης.    

Ο Παύλος και η Σοφία έζησαν χωριστά στη Λέσβο, αλλά  έμειναν εκεί για πάντα, αφού οι δυο γυναίκες μοναχές, γνώριζαν την επιθυμία και την επιμονή της Σοφίας που ήθελε να μείνει στο μοναστήρι. Σ’ εκείνες είχε εκμυστηρευτεί όλα όσα αφορούσαν στην προσωπική της ζωή.  Την μεγάλη αγάπη που είχε στον Παύλο, αλλά και το τέλος αυτής της συμβίωσής τους.   


* Ο Κώστας Ν. Βελούτσος γεννήθηκε, ζει κι εργάζεται στη Μυτιλήνη. Υπηρετεί στο Πυροσβεστικό Σώμα από το 1987. Είναι έγγαμος και πατέρας δύο παιδιών.

Έχουν κυκλοφορήσει τα βιβλία του :  "Σεργιάνι στη ζωή" ,  "Τελευταία Φορά" και "Ζωή από τον θάνατο"

Η  στήλη του Lesvosnews.net  "Λόγια ... της Λέσβου"  είναι ανοιχτή σε κάθε φίλο της Λέσβου που γράφει ή θέλει να δοκιμάσει τις ικανότητές του στο διήγημα. Περιλαμβάνει διηγήματα με φόντο τη Λέσβο που δημοσιεύονται για πρώτη φορά. Περισσότερες πληροφορίες και δηλώσεις συμμετοχής στο info@lesvosnews.net

SHARE

ΜΟΙΡΑΣΟΥ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟ

Διαβάστε επίσης
Άρθρα απο την ίδια κατηγορία