Skip to main content
|

Αναπτυξιακός νόμος σε διαβούλευση: μια περίεργη σιωπή όλων

SHARE

ΜΟΙΡΑΣΟΥ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟ

Χρόνος ανάγνωσης :
6'

Η δημοσίευση του σχεδίου του αναπτυξιακού νόμου συμπίπτει όχι τυχαία μάλλον με την αναμενόμενη θετική ολοκλήρωση της αξιολόγησης του 3ου μνημονίου και της έναρξης του διαλόγου για τη διευθέτηση του χρέους. Ο πολιτικός θόρυβος που γίνεται γύρω από το θέμα αυτό (αυτό που γίνεται δεν μπορείς να τον ονομάσεις και διάλογο) έχει οδηγήσει σε πλήρη αγνόηση του σημαντικού και πολυαναμενόμενου νομοσχεδίου, του αναπτυξιακού νόμου. Η σιωπή αυτή δεν προέρχεται μόνο από τα κόμματα αλλά και από τους άμεσα ενδιαφερόμενους περιφερειακούς και επιχειρηματικούς φορείς. Σημεία των καιρών αποτελεί η σιωπή επί θεμάτων ουσίας για τα οποία χρειάζεται ανάλυση και τεκμηριωμένα επιχειρήματα, ενώ υπάρχει φλυαρία για τα ασήμαντα.

Για να τεκμηριωθεί η αλλαγή ενός νόμου αλλά και η νέα κατεύθυνση που δίνεται πρέπει να βασίζεται σε στοιχεία, όπως, μεταξύ άλλων, το πόσες επενδύσεις έγιναν προ και κατά τη διάρκεια της κρίσης, τα ποσά που δόθηκαν, οι θέσεις εργασίας που δημιουργήθηκαν, οι τομείς στους οποίους έγιναν και η χωροθέτηση τους για να διαπιστωθούν τα αποτελέσματα του και να αξιολογηθεί η αποτελεσματικότητα του στην επίλυση χρόνιων προβλημάτων της ελληνικής οικονομίας (πχ. αύξηση απασχόλησης, αύξηση εξωστρέφειας, μείωση περιφερειακών ανισοτήτων κλπ). Δυστυχώς τέτοια στοιχεία δεν δημοσιοποιήθηκαν (έστω και αν η οικονομική κατάσταση της χώρας υποδηλώνει έμμεσα την πλήρη αποτυχία των προηγούμενων νόμων) και επομένως η προσέγγιση μας θα είναι αναπόφευκτα ατελής και ποιοτική. Να περιμένουμε από τη Περιφέρεια να κάνει έναν απολογισμό της εφαρμογής των αναπτυξιακών νόμων και να καταθέσει προτάσεις έστω και κατόπιν εορτής;

 

Στα θετικά σημεία του νόμου θα πρέπει κανείς να αναφέρει:

  • Τη πρόβλεψη ενίσχυσης κατά προτεραιότητα επιχειρήσεων εξωστρέφειας και καινοτομικότητας για παραγωγή προϊόντων και υπηρεσιών υψηλής προστιθέμενης αξίας με αξιοποίηση ειδικευμένου ανθρώπινου δυναμικού, δικτύωση  και/ή συγχώνευση επιχειρήσεων, επιχειρήσεων με μικρό οικολογικό αποτύπωμα (άρθρα 1 & 12)
  • Την συμπερίληψη με διαφορετικό ελάχιστο μέγεθος επένδυσης των διαφορετικών κατηγοριών-τύπων επιχειρήσεων και την συμπερίληψη σε ξεχωριστές κατηγορίες των πολύ μικρών επιχειρήσεων, των συνεταιριστικών και των ΚΟΙΝ.Σ.ΕΠ. (άρθρο 6)
  • Την εξαίρεση από τις κρατικές ενισχύσεις σειράς παραγωγικών κλάδων που δεν τηρούν εξ ορισμού τις κορυφαίες προτεραιότητες της εξωστρέφειας και της καινοτομικότητας (άρθρο 7).
  • Την επαναφορά στη πρώτη γραμμή των κινήτρων τις φορολογικές ελαφρύνσεις αντί των άμεσων επιδοτήσεων γεγονός που ενισχύει τις «σοβαρές» επιχειρήσεις (άρθρο 10).
  • Την υπαγωγή σε ειδικό καθεστώς επιχειρήσεις που βρίσκονται σε μειονεκτικές περιοχές όπως είναι οι ορεινές, οι παραμεθόριες, οι νησιωτικές (για νησιά μικρότερα των 3.000 κατοίκων), οι περιοχές με υψηλή πληθυσμιακή μείωση και οι περιοχές με υψηλές μεταναστευτικές ροές (άρθρο 12).  Ενδιαφέρον θα είναι να δούμε αν τα κριτήρια αυτά θα εκτιμηθούν και αθροιστικά, αυξάνοντας τα ποσοστά ενίσχυσης όσων περιοχών πληρούν παραπάνω από ένα κριτήρια.
  • Την μακροχρόνια παρακολούθηση των επιχειρήσεων που επωφελούνται από κρατικές ενισχύσεις για το κατά πόσο τηρούνται οι δεσμεύσεις με δεδομένα τα κρούσματα που είχαμε στο παρελθόν με επιχειρήσεις που αφού πήραν τις επιδοτήσεις, είτε χρεωκόπησαν, είτε μετανάστευσαν, χωρίς κυρώσεις (άρθρο 22).
  • Την ετήσια αξιολόγηση του καθεστώτος κρατικών ενισχύσεων μέσα από έκθεση στη Βουλή και το καθεστώς διαφάνειας που προωθείται, αρκεί βέβαια στη πράξη να υλοποιηθούν γνωρίζοντας ότι η έλλειψη «ποινών» για την αθέτηση τέτοιων υποχρεώσεων οδηγεί συχνά στην απαξίωση τους (άρθρα 30 και 31). Η αξιολόγηση του καθεστώτος να πρέπει γίνεται με τη χρήση σύγχρονων εργαλείων όπως είναι εκείνο της χωρικής εκτίμησης επιπτώσεων που έχει ήδη υιοθετήσει η ΕΕ.

 

Στα «προβληματικά» σημεία του νομοσχεδίου θα πρέπει να αναφερθούν:

  • Η έλλειψη σαφούς δέσμευσης για το ύψος της ίδιας συμμετοχής (πέρα από το δάνειο) που δεν μπορεί παρά να είναι τουλάχιστον 20% του επενδυτικού σχεδίου και να πιστοποιείται με δέσμευση του ποσού σε έναν λογαριασμό για να αποφευχθούν πρακτικές του παρελθόντος με «καταθέσεις της μιάς μέρας».
  • Η έλλειψη σαφούς βαθμονόμησης των κριτηρίων επιλογής των επενδύσεων ώστε η εξωστρέφεια και η ανταγωνιστικότητα πραγματικά να υπερτερήσουν σε σχέση με την «ασφάλεια» των επενδυτικών σχεδίων. Γνωρίζουμε καλά ότι οι τράπεζες, αφού χρηματοδότησαν κατά καιρούς το οτιδήποτε με αποτέλεσμα τα υψηλά κόκκινα δάνεια σήμερα, προτιμούν τις «quick and dirty» επενδύσεις από τις επενδύσεις με ποιοτικά χαρακτηριστικά. Ας ελπίσουμε ότι οι σχετικές υπουργικές αποφάσεις θα δώσουν ξεκάθαρο μήνυμα για τις προτεραιότητες. Ας γίνει κατανοητό: τα νησιά δεν μπορούν να ξεπεράσουν τις ιδιαιτερότητες τους και να γίνουν ελκυστικά και ανταγωνιστικά παρά μόνο όταν βασιστούν στη ποιότητα των παραγόμενων προϊόντων και υπηρεσιών.
  • Την ενιαία λειτουργία των κριτηρίων πχ. σε ότι αφορά τις επιλέξιμες επενδύσεις αλλά και το ελάχιστο ύψος τους θεωρώντας ότι σε όλη τη χώρα μπορούν και πρέπει να αναπτυχθούν οι ίδιες επιχειρήσεις και παράλληλα το ελάχιστο μέγεθος μιας επιχείρησης για να  υποστηριχθεί μπορεί και πρέπει να είναι το ίδιο στην Αττική και στην Ανάφη ή στο Τσεπέλοβο λαμβάνοντας υπόψη τη παραγωγική δομή των επιμέρους περιοχών. Κρίσιμο στην αναπτυξιακή πολιτική είναι να καταταγούν οι περιοχές της χώρας σε 3-4 μεγάλες κατηγορίες (αστικές περιοχές μέχρι 50.000 το λιγότερο), αγροτικές περιοχές, ορεινές και νησιωτικές και τα κριτήρια να διαφοροποιηθούν ανάλογα.  

 

Τέλος σε ότι αφορά στη νησιωτικότητα φαίνεται να έχει ληφθεί υπόψη μόνο σε ένα κριτήριο που αφορά στην ένταξη σε ειδικό καθεστώς των νησιών με πληθυσμό λιγότερο από 3.000 κατοίκους. Θα θέλαμε να γνωρίζουμε πόσες και τι μεγέθους επενδύσεις έγιναν σ’αυτά τα νησιά τα προηγούμενα χρόνια σε σχέση με τα άλλα νησιά και με την ηπειρωτική χώρα για να διαπιστώσουμε αν η ρύθμιση αυτή είναι αποτελεσματική.

Η δική μας πρόταση για τον νησιωτικό χώρο έχει ως εξής:

  • Όλα τα νησιά –πλην Κρήτης- να υπαχθούν στην ίδια κατηγορία ενίσχυσης με αυτήν των μικρών νησιών και όχι μόνο τα νησιά κάτω των 3.000 κατοίκων, τα οποία ελάχιστα αφορούν επενδύσεις αυτού του ύψους.
  • Να μειωθούν τα κατώτερα όρια επένδυσης που επιτρέπεται να υπαχθούν στο νόμο κατά 50% για όλα τα νησιά κάτω των 5.000 κατοίκων ανεξαρτήτως επιπέδου ανάπτυξης. Αξίζει να υπογραμμιστεί ότι με βάση το άρθρο 107, παρ. 3c της Συνθήκης της Λισαβώνας τα νησιά αυτά περιλαμβάνονται στο ευνοϊκότερο καθεστώς εθνικών ενισχύσεων ανεξαρτήτως επιπέδου ανάπτυξης και επομένως δεν νοείται η χώρα μας να μην υιοθετεί αυτό το όριο.
  • Να υπάρξουν εξαιρέσεις για νέες επενδύσεις σε τουριστικά καταλύματα για τα νησιά που θεωρούνται κορεσμένα (πχ. νησιά που στο χωροταξικό του τουρισμού κατατάσσονται στη κατηγορία των αναπτυγμένων) και εκεί να επιτρέπονται μόνο αναβαθμίσεις μονάδων και επενδύσεις σε ειδικές μορφές τουρισμού.
  • Να υπάρξει δυνατότητα επανακαθορισμού των κατηγοριών δραστηριοτήτων που ενισχύονται στα νησιά μετά από εισήγηση του Συμβουλίου Νησιωτικής Πολιτικής που πρέπει επιτέλους να ενεργοποιηθεί.
  • Οι θεωρούμενες μεγάλες επενδύσεις των νησιών, των οποίων οι φάκελοι κατατίθενται και εξετάζονται κεντρικά, να κατατίθενται στη Γενική Γραμματεία Αιγαίου και Νησιωτικής Πολιτικής (ΓΓΑΙΝΠ) στην οποία να δημιουργηθεί αντίστοιχη υπηρεσία. Αλλωστε, μετά την μεταφορά της ολόκληρης της ακτοπλοϊας στη ΓΓ Ναυτιλίας, δεν υπάρχει πλέον λόγος η ΓΓΑΙΝΠ να υπάγεται στο Υπουργείο Ναυτιλίας αλλά πρέπει να μεταφερθεί στο Υπουργείο Ανάπτυξης και να αποκτήσει κεντρικό ρόλο σε όλα τα θέματα νησιωτικής πολιτικής ώστε να έχει λόγο ύπαρξης.
  • Τα νησιά να θεωρούνται ως ειδική κατηγορία σε ότι αφορά στη παρακολούθηση και αξιολόγηση της εφαρμογής του νόμου.

 

Οι κρατικές ενισχύσεις για την τόνωση της υποτονικής εδώ και χρόνια επιχειρηματικότητας (ας σημειωθεί ότι προ κρίσης τα ποσοστά ιδιωτικών επενδύσεων είχαν μειωθεί σημαντικά και περίπου του 60% αυτών κατευθυνόταν στην οικοδομή κυρίως στα νησιά) είναι κρίσιμος παράγοντας για την αντιστροφή της πορείας. Όμως δεν αρκούν αφού πρέπει να συνοδευτούν από μια αναπτυξιακή στρατηγική εξειδικευμένη στις μεγάλες περιοχές της χώρας που θα δίνει το πλαίσιο στους ιδιώτες, ενώ ο εξαιρετικά υψηλός αριθμός ΜΜΕ (και ειδικά πολύ μικρών επιχειρήσεων) απαιτεί αξιόπιστους και αποτελεσματικούς μηχανισμούς στήριξης τους και προώθησης της καινοτομίας, της εξωστρέφειας και των άλλων χαρακτηριστικών στα οποία δίνει προτεραιότητα το παρόν νομοσχέδιο.

 

Η σιωπή της Περιφερειακής Αυτοδιοίκησης, της καθ’ύλη αρμόδιας αυτοδιοικητικής δομής για τον αναπτυξιακό σχεδιασμό, αλλά και των οργανώσεων των επιχειρηματιών μας τρομοκρατεί. Το ΣΥΜΒΟΛΑΙΟ ΖΩΗΣ με το ΑΙΓΑΙΟ έχει προτάσεις και θα συνεχίσει να ενοχλεί ώστε να υπάρξει κινητοποίηση της Περιφέρειας και πρόσκληση τουλάχιστον των επικεφαλής των παρατάξεων με τους φορείς για μια σοβαρή συζήτηση.

 

Γιάννης Σπιλάνης

Περιφερειακός Σύμβουλος με το ΣΥΜΒΟΛΑΙΟ ΖΩΗΣ με το ΑΙΓΑΙO

SHARE

ΜΟΙΡΑΣΟΥ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟ

Διαβάστε επίσης
Άρθρα απο την ίδια κατηγορία