Προκόπης Παυλόπουλος: «Παίρνω δύναμη και εμπνέομαι από την Ιστορία της Λέσβου»
Πρόεδρος της Δημοκρατίας Προκόπης Παυλόπουλος, την Πέμπτη 08 Νοεμβρίου παρευρίσκεται στην Λέσβο για να τιμήσει με την παρουσία του τις εορταστικές εκδηλώσεις που πραγματοποιούνται με την ευκαιρία της 106ης επετείου της απελευθέρωσης του νησιού. Κατά την διάρκεια του επίσημου γεύματος που παραχώρησε προς τιμή του ο Δήμαρχος του νησιού κ. Σπύρος Γαληνός, ο κ. Παυλόπουλος προέβη στην εξής δήλωση:
Αποτελεί ξεχωριστή τιμή για μένα, υπό την ιδιότητα του Προέδρου της Δημοκρατίας, η παρουσία μου εδώ, κατά τον εορτασμό της 106ης επετείου της απελευθέρωσης της Λέσβου από τον τουρκικό ζυγό. Διότι, πράγματι, σήμερα εορτάσαμε, με την δέουσα λαμπρότητα και την επιβαλλόμενη απότιση φόρου τιμής στους πρωταγωνιστές του, ένα γεγονός που αποτέλεσε μια λαμπρή σελίδα της σύγχρονης Ελληνικής Ιστορίας, καθώς επρόκειτο για ένα καίριο βήμα στην πορεία της Χώρας μας προς την Εθνική της ολοκλήρωση.
Επιτρέψατέ μου, στο σημείο αυτό, ν’ αναφερθώ, έστω δι’ ολίγων, στα κρίσιμα γεγονότα εκείνης της περιόδου, που οδήγησαν στην απελευθέρωσή της.
Το καλοκαίρι του 1912, η Κυβέρνηση του Ελευθερίου Βενιζέλου, έχοντας ολοκληρώσει τις διαβουλεύσεις με τους συμμάχους της, προχώρησε στην τελική απόφαση της πολεμικής διεκδίκησης από την Τουρκία των εδαφών που ιστορικά και εθνολογικά της ανήκαν. Ανάμεσα στα οποία ασφαλώς συγκαταλέγονταν και τα Νησιά του Βορειοανατολικού Αιγαίου. Το πολεμικό σχέδιο που είχε εκπονηθεί, και την εκτέλεσή του είχε αναλάβει ο Ναύαρχος Παύλος Κουντουρώτης, προέβλεπε στα πρώτα στάδιά του την κατάληψη της Λήμνου, ώστε αυτή, με την εξαίρετη γεωγραφική της θέση, ν’ αποτελέσει ασφαλές ορμητήριο για την κυριαρχία στο Αιγαίο. Βάση εξόρμησης του Ελληνικού Στόλου κατέστη πλέον η Λήμνος, η οποία από τις 8 Οκτωβρίου 1912 αποτελούσε Ελληνικό έδαφος. Με την κατάληψη των Νησιών Ίμβρου, Τενέδου, Θάσου και Σαμοθράκης, ο τουρκικός στόλος εγκλωβίσθηκε τα στενά των Δαρδανελίων, απ’ όπου επιχείρησε μόνο δύο εξόδους, που σήμαναν και τις ισάριθμες ήττες του, στις ναυμαχίες της Έλλης και της Λήμνου, αντιστοίχως.
Το σύνθημα για την απελευθέρωση της Λέσβου δόθηκε στις 6 Νοεμβρίου, αφού είχαν προηγηθεί έντονες παρεμβάσεις και πιέσεις από πλευράς κατοίκων του Νησιού σας, των ένδοξων Προγόνων σας.
Ο Ελληνικός Στόλος ξεκίνησε από τον Μούδρο και έφτασε τις πρώτες πρωινές ώρες της 8ης Νοεμβρίου 1912 έξω από το λιμάνι της Μυτιλήνης. Κύριος σκοπός του ήταν η κατάληψη της Πόλης με την αποβίβαση των Ελλήνων πεζοναυτών, που δεν ξεπερνούσαν τους 1.400 άνδρες.
Το μήνυμα της έλευσης τoυ Στόλου εvθoυσίασε τov Ελληvικό πληθυσμό της Πόλης, o oπoίoς έτρεξε αμέσως στηv πρoκυμαία, ενώ τηv ίδια στιγμή παvικός κατέλαβε τους τούρκους στρατιώτες. Στo μεταξύ, μία ατμάκατoς από τo θωρηκτό Αβέρωφ έφερε τo τελεσίγραφo τoυ Ναυάρχoυ Π. Κoυvτoυριώτη, τo oπoίo απαιτoύσε τηv παράδoση της πόλης. Συγχρόvως τo θωρηκτό «Ψαρά», πρώηv vαυαρχίδα τoυ στόλoυ, αγκυρoβόλησε στα αvoιχτά της Επάvω Σκάλας και έστρεψε τα καvόvια τoυ εvαvτίov της τoυρκικής συvoικίας της Πόλης.
Επιτροπή, η οποία δημιουργήθηκε τότε εκ των ενόντων, ζήτησε συνάντηση με τον Κουντουριώτη στο «Αβέρωφ» μεφέροντας ορισμένες προτάσεις. Ο Κoυvτoυριώτης ήταv ήδη γvώστης τωv τoυρκικώv πρoτάσεωv. Αφoύ απoρρίφθηκαv ασυζητητί oι δύo πρώτες πρoτάσεις, o Κoυvτoυριώτης δέχθηκε vα επιτρέψει τηv απoχώρηση τoυ τoυρκικoύ στρατoύ πρoς τo εσωτερικό τoυ Νησιoύ, για v’ απoφευχθεί πιθανή αιματoχυσία τoυ άμαχoυ πληθυσμoύ και έδωσε πρoθεσμία μιας ώρας για τηv oριστική απoμάκρυvση τωv Τoύρκωv στρατιωτώv. Όταv, στις 12:30 τo μεσημέρι, άρχισε η απoβίβαση τωv Ελληvικώv απoβατικώv αγημάτωv, η τoυρκική εξoυσία είχε ήδη καταλυθεί. Η Λέσβος βάδιζε ήδη, αναπότρεπτα και ακάθεκτα, προς την Ελευθερία της.
Εμείς, οι Έλληνες, Λαός κατ’ εξοχήν θαλασσινός, αποδειχθήκαμε, για μιάν ακόμη φορά στην μακραίωνη και λαμπρή Ιστορία μας, «και παρά δύναμιν τολμηταί και παρά γνώμην κινδυνευταί και εν τοις δεινοίς ευέλπιδες», όχι μόνον κατά την απελευθέρωση της Λέσβου, αλλά και στους δύο Βαλκανικούς Πολέμους εν συνόλω θεωρουμένους, οι οποίοι υπήρξαν οι πλέον επιτυχείς της σύγχρονης Στρατιωτικής και Πολιτικής μας Ιστορίας.
Σήμερα, η Ελλάδα, Χώρα εκ φύσεως φιλειρηνική, επιδιώκει την φιλία και την συνεργασία με όλους τους γείτονές της, καθώς είναι βεβαία ότι μόνον έτσι μπορεί να υπάρξει σταθερότητα στην ευρύτερη περιοχή και να εξασφαλισθεί η ευημερία και η πρόοδος όλων των λαών που κατοικούν σ’ αυτήν.
Για την επίτευξη αυτού του σκοπού, διαμηνύουμε προς κάθε γείτονα χώρα, και ιδίως προς την φίλη και γείτονα Τουρκία, ότι βάση της φιλίας και της καλής γειτονίας μας, καθώς και της ευρωπαϊκής της προοπτικής -την οποία ευνοούμε ειλικρινώς- είναι η πλήρης και πιστή τήρηση του Διεθνούς και του Ευρωπαϊκού Δικαίου στο σύνολό τους. Τούτο, άλλωστε, συνιστά και θέση της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Υπό τ’ ανωτέρω δεδομένα, για την Ελλάδα και την Ευρωπαϊκή Ένωση, και σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο, δεν υφίστανται αμφισβητήσεις και, πολύ περισσότερο, γκρίζες ζώνες σε ό,τι αφορά τα σύνορά μας -άρα και τα θαλάσσια- με τις γειτονικές μας χώρες, κατά συνέπεια δε και με την Τουρκία. Επιπλέον, και πάντοτε μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο, η Ελλάδα έχει το αναφαίρετο δικαίωμα της επέκτασης της αιγιαλίτιδας ζώνης της όποτε το κρίνει σκόπιμο και με τον θεσμικό τρόπο που κρίνει πρόσφορο.
Υπενθυμίζω, για πολλοστή φορά, ότι η συγκεκριμένη νομική βάση του Διεθνούς Δικαίου, που τεκμηριώνει την κατά τ’ ανωτέρω σαφήνεια του καθορισμού και των θαλάσσιων συνόρων μας -επέκεινα δε και του καθορισμού της ΑΟΖ- συμπυκνώνεται στις εξής, κυρίως, Συνθήκες:
Πρώτον, στην Συνθήκη της Λωζάνης του 1923. Με βάση την Συνθήκη αυτή, η οποία δεν αναθεωρείται ούτε επικαιροποιείται, επιπλέον δε είναι πλήρης και δεν αφήνει κενά ερμηνείας, τα θαλάσσια σύνορά μας στο Αιγαίο είναι σαφώς καθορισμένα, δίχως περιθώρια οιασδήποτε αμφισβήτησης. Επαναλαμβάνω, λοιπόν, ότι δεν υπάρχουν γκρίζες ζώνες στο Αιγαίο, και όσοι τις επινοούν επιδεικνύουν και άγνοια αλλά και έλλειψη σεβασμού του Διεθνούς Δικαίου.
Δεύτερον, στην Συνθήκη των Παρισίων του 1947, η οποία αφορά το καθεστώς της παραχώρησης των Δωδεκανήσων στην Ελλάδα.
Συγκεκριμένα, το καθεστώς της τελικής παραχώρησης των Δωδεκανήσων στην Ελλάδα διέπεται από τις διατάξεις της Συνθήκης Ειρήνης των Παρισίων (Απρίλιος του 1947) μεταξύ των Συμμάχων, νικητών του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου, και της Ιταλίας. Ιδιαίτερη σημασία, εντός αυτού του θεσμικού πλαισίου, έχουν οι διατάξεις του άρθρου 14 της ως άνω Συνθήκης, σύμφωνα με τις οποίες: «1. Η Ιταλία εκχωρεί εις την Ελλάδα εν πλήρει κυριαρχία τας νήσους της Δωδεκανήσου τας κατωτέρω απαριθμουμένας, ήτοι: Αστυπάλαιαν, Ρόδον, Χάλκην, Κάρπαθον, Κάσον, Τήλον, Νίσυρον, Κάλυμνον, Λέρον, Πάτμον, Λιψόν, Σύμην, Κω και Καστελλόριζον ως και τας παρακειμένας νησίδας. 2. Αι ανωτέρω νήσοι θα αποστρατιωτικοποιηθώσι και θα παραμείνουν αποστρατιωτικοποιημέναι». Είναι προφανές, λοιπόν, ότι η διατύπωση της παραγράφου 1 του άρθρου 14 της Συνθήκης Ειρήνης των Παρισίων είναι τόσο σαφής, ώστε να μην αφήνει οιοδήποτε περιθώριο ως προς την ουσία και την έκταση της κυριαρχίας της Ελλάδος και της Ευρωπαϊκής Ένωσης επί των Δωδεκανήσων. Ειδικότερα:
Η κυριαρχία αυτή είναι «πλήρης», πράγμα το οποίο σημαίνει ότι ουδέναν περιορισμό επιδέχεται κατά την άσκησή της. Το δε περιεχόμενο της «πλήρους» κυριαρχίας προσδιορίζεται, ως προς τα Δωδεκάνησα, με βάση τους κανόνες του ισχύοντος Ελληνικού Συντάγματος περί κυριαρχίας, καθώς και με βάση τις περί κυριαρχίας των κρατών-μελών διατάξεις ιδίως του άρθρου 4 παρ. 2 της Συνθήκης της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣυνθΕΕ), δοθέντος ότι η Ελλάδα είναι κράτος-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οιαδήποτε αμφισβήτηση της ερμηνείας των διατάξεων της παραγράφου 1 του άρθρου 14 της Συνθήκης Ειρήνης των Παρισίων συνιστά, αυτοθρόως, παραβίαση του Διεθνούς και του Ευρωπαϊκού Δικαίου.
Η κυριαρχία της Ελλάδος, με την ως άνω έννοια, εκτείνεται όχι μόνον εφ’ όλων των νήσων που αναφέρονται ρητώς στην παράγραφο 1 του άρθρου 14 της Συνθήκης Ειρήνης των Παρισίων αλλά, σύμφωνα με την κατηγορηματική διατύπωση της κατά τ’ ανωτέρω παραγράφου, και επί των «παρακειμένων νησίδων» στο σύνολό τους. Επειδή δε οι διατάξεις αυτές ουδεμία διάκριση κάνουν εν προκειμένω, η διατύπωσή τους καταλαμβάνει τις κάθε είδους «παρακείμενες νησίδες», ανεξαρτήτως μεγέθους τους ή άλλου χαρακτηριστικού τους (π.χ. κατοικημένες ή μη). Υπό το πρίσμα αυτό είναι προφανές, όπως ήδη επισήμανα, πως και στην περιοχή της Δωδεκανήσου δεν είναι νοητές, από πλευράς Διεθνούς Δικαίου, «γκρίζες ζώνες», αναφορικά με την έκταση και το περιεχόμενο της Ελληνικής και Ευρωπαϊκής κυριαρχίας επ’ αυτής.
Επιπροσθέτως, υπενθυμίζουμε και το αυτονόητο δικαίωμα της Ελλάδας, κατά τις διατάξεις του άρθρου 51 του Καταστατικού Χάρτη του ΟΗΕ περί προληπτικής νόμιμης άμυνας, να τα θωρακίζει αμυντικά εναντίον κάθε επιβουλής, με όλα τα διαθέσιμα μέσα, όταν και εφόσον το κρίνει σκόπιμο.
Τρίτον, στην Συνθήκη του Montego Bay του 1982, δια της οποίας κωδικοποιήθηκε το Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας σε νέο συμβατικό κείμενο, υπό την αιγίδα του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών. Και ναι μεν η Τουρκία δεν έχει προσχωρήσει στην Σύμβαση του Montego Bay, πλην όμως -και πάντα κατά τη νομολογία του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης- επειδή η Σύμβαση αυτή έχει υιοθετηθεί από πολύ μεγάλο αριθμό κρατών, παράγει γενικώς παραδεδεγμένους κανόνες του Διεθνούς Δικαίου, οι οποίοι είναι δεσμευτικοί για κάθε κράτος, άρα και για την Τουρκία.
Αντίστοιχη, όμως, προστασία των συνόρων και του εδάφους της Χώρας μας προσφέρει και το Ευρωπαϊκό Δίκαιο, το οποίο αποτελεί τμήμα του Διεθνούς Δικαίου. Συγκεκριμένα:
Τα σύνορα και το έδαφος της Ελλάδας είναι σύνορα και έδαφος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κατά κύριο λόγο σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 4 παρ. 2 και 3 και 21 παρ. 2 περ. α) και γ) της Συνθήκης της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΕΕ), των άρθρων 67 παρ. 2 και 77 παρ. 2 περ. δ) και παρ. 4 της Συνθήκης Λειτουργίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ) και της παρ. ΙΙΙ του Ευρωπαϊκού Συμφώνου για την Μετανάστευση και το Άσυλο του 2008, όπως όλες οι διατάξεις αυτές έχουν ερμηνευθεί και εφαρμοσθεί από τη νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ).
Τις προαναφερόμενες ρυθμίσεις ως προς τα σύνορα και το έδαφος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έρχεται να ενισχύσει η Ευρωπαϊκή νομοθεσία για το «Δίκτυο NATURA 2000», που αφορά τον επακριβή καθορισμό των εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης περιοχών με προστατευόμενα οικοσυστήματα. Τα στοιχεία ως προς τις περιοχές που περιλαμβάνονται στο «Δίκτυο NATURA 2000» αποδεικνύουν ότι οι περιοχές αυτές -συμπεριλαμβανομένων των κάθε είδους νησίδων και βραχονησίδων, δίχως να έχει οιαδήποτε νομική σημασία το ποια είναι η έκτασή τους και, a fortiori, το αν κατοικούνται ή όχι -βρίσκονται εντός των συνόρων της Ελλάδας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Με τις σκέψεις αυτές σας ευχαριστώ, εκ νέου για την θερμή φιλοξενία σας. Και σας διαβεβαιώνω ότι κάθε φορά που βρίσκομαι μαζί σας εδώ, στην Λέσβο, παίρνω δύναμη και εμπνέομαι από την Ιστορία της αλλά και από το δικό σας παράδειγμα υπεράσπισης της Πατρίδας μας και του Πολιτισμού μας κατά την επιτέλεση των δικών μου καθηκόντων.
Δείτε αποσπάσματα από την ομιλία: