Skip to main content
|

Ένας άγνωστος Ύμνος για τα γενέθλια του Ν. Λαπαθιώτη

SHARE

ΜΟΙΡΑΣΟΥ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟ

Χρόνος ανάγνωσης :
5'

Γράφει ο Νίκος Σαραντάκος

Σαν σημερα πριν από 123 χρόνια γεννήθηκε ο Ναπολέων Λαπαθιώτης και κάθε χρόνο στις 31 Οκτωβρίου ή εκεί κοντά συνηθίζω να ανεβάζω ένα άρθρο γι’ αυτόν, συνήθως με κάποιο δικό του σχετικά άγνωστο έργο. Να πούμε εδωπέρα ότι όσο ζούσε, με εξαίρεση το πρωτόλειο θεατρικό έργο Νέρων ο τύραννος, που το έγραψε σε ηλικία 12 χρονών και το τύπωσε ο πατέρας του για δώρο, ο Λαπαθιώτης εξέδωσε ένα μόνο βιβλίο, μια «πρώτη επιλογή» με 50 ποιήματά του, το 1939, και κατά συνέπεια το υπόλοιπο έργο του βρισκόταν σκορπισμένο σε περιοδικά και εφημερίδες· το 1964 ο Άρης Δικταίος συγκέντρωσε και εξέδωσε τα περισσότερα ποιήματα, αλλά όχι όλα. Η έκδοση του Δικταίου είχε διάφορες δικαστικές περιπέτειες που δεν είναι της παρούσης να διηγηθούμε, και είναι εξαιρετικά δυσεύρετη σήμερα, αλλά το περιεχόμενό της έχει ανατυπωθεί, στο μονοτονικό αλλά με πάμπολλα λάθη, από τον Ζήτρο, και αυτό το βιβλίο μπορείτε να το βρείτε στο εμπόριο.

Υπάρχουν πολλά ποιήματα του Λαπαθιώτη που δεν τα περιλαμβάνει η έκδοση του Δικταίου/Ζήτρου κι ένα από αυτά θα παρουσιάσω σήμερα. Είναι αρκετά σπάνιο, αφού δεν περιλαμβάνεται ούτε σε πρόσφατες εργασίες όπως της Μ. Φωτίου που κατέγραψε «άπαντα τα ευρεθέντα» λαπαθιωτικά ποιήματα (και μαζί μ’ αυτά μερικά που είχαν ξεφύγει από τον Δικταίο). Ωστόσο, δεν είναι εντελώς άγνωστο: το έχει καταγράψει, σε μια εργογραφία του Λαπαθιώτη, ο Γ. Παναγιώτου, που το βρήκε δημοσιευμένο σε ένα περιοδικό το 1945. (Υπάρχουν και άλλα ποιήματα του Λαπαθιώτη εντελώς άγνωστα, δηλαδή που δεν έχουν καταγραφεί πουθενά μετά την πρώτη δημοσίευσή τους).

Το ποίημα είναι το εξής:

Ύμνος!

Σα μιαν ωραία φωτιά που όλο κι απλώνει
Σα φοινικιά που φούντωσε όλο κλώνοι
– Έτσι πλαταίν’ η πύρινη Κραυγή!
Και σα λιοπύρια, και σαν καλοκαίρια
Ολούθε σκάζ’ η ελπίδα μας, ακέρια,
Και πάλλεται -γλαυκή, μέσ’ την Αυγή!

…Δν είναι καιρός πια, βαριά θαμμένη,
η βούλησή μας άβουλη να μένει,
γιατί, κρυφά, το θένε μερικοί!
Πάμε μπροστά! Στις Δόξες, στους Θανάτους,
μακρυά απ’ τα πλάνα τα όρια τα στενά τους,
όπου μας κράζει τ’ Όνειρον, εκεί!

Είναι βαρύ, -το ξέρω- στα έρμα ξένα
να πνίγεις τα γλυκά της γης, ωιμένα,
Κι η μαύρη νοσταλγία να σε βαρεί;
Μα να λυγάς, γιατί το θένε κάποιοι,
μικροί, νεκροί, -κι ανήκουστοι, και σάπιοι
Απ’ όλ’ ΑΥΤΟ -δεν είναι πιο βαρύ;

…Γύρα και πέρα, πάνου, κάτου -στ’ άστρα,
άστραψε μια φωνή, πλατιά και πλάστρα!
Και τώρα εγώ, που ο νους μου όλος πονεί,
εγώ, που ως χτες, κυλούσα πράα -σα λίμνη,
στα χείλια μου ξεσπάν αντάρες, ύμνοι,
και πάω, κι εγώ, στην άφραστη Φωνή!…

Ασφαλώς πρόκειται για εγερτήριο σάλπισμα, αλλά πότε γράφτηκε και προς ποιους απευθύνεται; Στη δημοσίευση του 1945 υπάρχει η μνεία «Ανέκδοτο», που υποβάλλει την ιδέα ότι βρέθηκε στα χαρτιά του Λαπαθιώτη μετά τον θάνατό του. Πιθανόν να βρέθηκε εκεί, αλλά ανέκδοτο δεν είναι: τέτοια ποιήματα, εξωστρεφή, δεν γράφονται για να μένουν στο συρτάρι.

Στο άρθρο που είχα γράψει πέρυσι τέτοιον καιρό είχα παρουσιάσει δυο άλλα «στρατευμένα» ποιήματα του Λαπαθιώτη, το ένα από τα οποία ήταν η περίφημη Κραυγή!, ένα απροκάλυπτα γαλλόφιλο σονέτο γραμμένο το 1916, που είχε σκοπό να παρακινήσει την ουδέτερη Ελλάδα να περάσει στον πόλεμο με το μέρος της Αντάντ. Στην αυτοβιογραφία του ο Λαπαθιώτης λέει ότι είχε γράψει κι άλλα τέτοια ποιήματα, όμως στον Δικταίο δεν θα βρείτε κανένα. Ο Ύμνος θα ταίριαζε να έχει γραφτεί στην περίοδο εκείνη, αλλά ως πρόσφατα δεν υπήρχε κανένα απτό στοιχείο, μόνο έμμεσες νύξεις π.χ. η λέξη Κραυγή που χρησιμοποιείται και στον Ύμνο.

Πριν από λίγο καιρό, ξεφύλλιζα το σώμα της πρώτης χρονιάς της μυτιληναϊκής εφημερίδας Ελεύθερος Λόγος -στην πραγματικότητα ηλεξεφύλλιζα, αφού το είχα βρει σε ηλεκτρονική μορφή (με εκείνο το απαίσιο υδατόγραμμα) ανάμεσα στα ψηφιοποιημένα έργα της Δημόσιας Βιβλιοθήκης Μυτιλήνης

Ο Ελεύθερος Λόγος πρωτοβγήκε το 1916, από την αρχή σαν όργανο των φιλελεύθερων, εκφράζοντας όμως ριζοσπαστικά αντιβασιλικά στοιχεία. Εκδότες του ήταν ο Μανώλης Βάλλης και ο Γ. Καλδής. Ο Βάλλης παλιότερα εξέδιδε το εξαιρετικό λογοτεχνικό περιοδικόΧαραυγή, όπου είχαν δημοσιευτεί, ανάμεσα στ’ άλλα, τα τελευταία διηγήματα του Παπαδιαμάντη. Στον Ελεύθερο Λόγο βρίσκει κανείς αρκετή λογοτεχνική ύλη, κυρίως χρονογραφήματα του Μυριβήλη.

Και μέσα σ’ αυτά, βρήκα και τον Ύμνο του Λαπαθιώτη, να δημοσιεύεται στο φύλλο της 24.9.1916 (παλιό ημερολόγιο), με τον επίτιτλο «Διαλεχτοί στίχοι». Πράγματι, ταιριάζει να είναι γραμμένο τον Σεπτέμβριο του 1916, όταν δηλαδή οι Λαπαθιώτηδες, πατέρας και γιος, είχαν φύγει για τη Θεσσαλονίκη προσχωρώντας στο κίνημα της Εθνικής Άμυνας. Έτσι το ποίημα διαβάζεται χωρίς κανένα ερμηνευτικό πρόβλημα: οι «μικροί, νεκροί, ανήκουστοι και σάπιοι», ας πούμε, είναι σαφής αιχμή για τους βασιλόφρονες οπαδούς της ουδετερότητας (βέβαια, με την ουδετερότητα ήταν και οι λιγοστοί σοσιαλιστές).

Το ποίημα είναι πολύ καλό δείγμα της στιχουργικής του Λαπαθιώτη, αρτιότατο τεχνικά, ενώ βρίσκουμε αρκετές λέξεις τυπικά λαπαθιωτικές σαν την «άφραστη» φωνή, επίθετο που το είχε χρησιμοποιήσει πολύ στα νεανικά του διηγήματα ο Λαπαθιώτης (αν και δεν έπαψε να το χρησιμοποιεί και σε επόμενα έργα του). Φυσικά, η (με κεφαλαίο) Κραυγή και το σχετικά σπάνιο επίρρημα «πράα» υπάρχουν επίσης στο ποίημα Κραυγή.

Όμως, σε όλα τα επόμενα φύλλα του Ελεύθερου Λόγου, τουλάχιστον ως το 1918, δεν υπάρχει καμιά άλλη συνεργασία του Λαπαθιώτη, πράγμα που με κάνει να πιστεύω ότι δεν πρόκειται για απευθείας συνεργασία του ποιητή με τη μυτιληνιά εφημερίδα, αλλά για αναδημοσίευση, προφανώς από κάποιαν εφημερίδα της Θεσσαλονίκης (όπου βρισκόταν τότε ο Λαπαθιώτης), ίσως από τον Ριζοσπάστη, που τον εξέδιδε τότε εκεί ο Γιάννης Πετσόπουλος, που τότε ήταν αριστερός βενιζελικός κι αυτή ήταν και η γραμμή της εφημερίδας του. Δυστυχώς, δεν έχω μπορέσει να βρω σώματα του θεσσαλονικιού Ριζοσπάστη για να επιβεβαιώσω την υποψία μου, και εδώ που τα λέμε η απευθείας συνεργασία του Λαπαθιώτη δεν μπορεί να αποκλειστεί, εφόσον γνωρίζονταν με τον Βάλλη (ο Λ. είχε συνεργαστεί με τηΧαραυγή το 1911), αλλά η πεποίθησή μου είναι ότι πρόκειται για αναδημοσίευση. Άλλωστε, ο Ελεύθερος Λόγος δημοσίευε και άλλα κείμενα από τον θεσσαλονικιό Ριζοσπάστη εκείνη την περίοδο.

Αν έχω δίκιο για την εικασία της αναδημοσίευσης, έχουμε μια «συνάντηση» τριών λογίων, του Γιάννη Πετσόπουλου, του Μανώλη Βάλλη και του Ναπ. Λαπαθιώτη, που σε εκείνη τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή, τον Σεπτέμβριο του 1916, μάχονταν κι οι τρεις τον ίδιον αγώνα, κόντρα στον βασιλιά και τους Γερμανούς, με τον Βενιζέλο, με την Αντάντ και με τον πόλεμο.

Ύστερα, όλοι τράβηξαν το δρόμο τους -αλλά έμελλε να συναντηθούν κατά κάποιον τρόπο ξανά, αφού όταν απογοητεύτηκαν από τους Φιλελεύθερους στράφηκαν κι οι τρεις τους προς τ’ αριστερά: πρώτος ο Πετσόπουλος, που γίνεται μέλος του ΣΕΚΕ από το 1919, και κατόπιν του ΚΚΕ, και παραχωρεί το 1921 την εφημερίδα του στο κόμμα. Ο Βάλλης εκλέγεται βουλευτής με τους Φιλελευθέρους στις ίσως μοιραίες εκλογές του 1920 (οι Φιλελεύθεροι κατατροπώθηκαν στην παλιά Ελλάδα αλλά θριάμβευσαν στη Λέσβο, τη Χίο και μερικά ακόμα μέρη της νέας Ελλάδας), αλλά αργότερα απογοητεύεται από τους βενιζελικούς, προσχωρεί στο ΚΚΕ και ιδρύει την εφημερίδα Εμπρός, την οποία το 1933 παραχωρεί -κι αυτός- στο ΚΚΕ (και η οποία εξακολουθεί να βγαίνει στη Μυτιλήνη, το ΚΚΕ βγάζει το Νέο Εμπρός). Κι ο Λαπαθιώτης, χωρίς ποτέ να ενταχθεί στο ΣΕΚΕ ή το ΚΚΕ, έγινε, και έμεινε ίσως ως το τέλος, οπαδός του κομμουνισμού.

SHARE

ΜΟΙΡΑΣΟΥ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟ

Διαβάστε επίσης
Άρθρα απο την ίδια κατηγορία
Όλες οι προσεχείς εκδηλώσεις