Επαναλειτουργεί ανακαινισμένο το Μουσείο Θεοφίλου στη Μυτιλήνη
Χρόνος ανάγνωσης :
3'Ένα χρόνο μετά το προσωρινό του λουκέτο για εργασίες που περιλάμβαναν την επισκευή και την αντικατάσταση της στέγης, την εγκατάσταση θέρμανσης και κατάλληλου φωτισμού, καθώς και της κατασκευής των ηλεκτρολογικών και μηχανολογικών εγκαταστάσεων του κτιρίου (κλιματισμός, κλειστό κύκλωμα τηλεόρασης, αποστράγγιση, πυρόσβεση), το Μουσείο Θεοφίλου στη Μυτιλήνη ξανανοίγει σήμερα Δευτέρα 15 Ιουλίου στις 8.μμ. τις πόρτες του στο κοινό, έτοιμο να το «υποδεχτεί» ως ένας χώρος αντάξιος της πολιτιστικής κληρονομιάς που φιλοξενεί.
Το έργο κόστισε 171.000 ευρώ και χρηματοδοτήθηκε όλο από πιστώσεις του Ευρωπαϊκού Ταμείου Περιφερειακής Ανάπτυξης- Επιχειρησιακό Πρόγραμμα Κρήτης και Νήσων Αιγαίου 2007- 2013.
Παράλληλα είχε δρομολογηθεί η αποστολή των πινάκων του Θεόφιλου στην Αθήνα για να συντηρηθούν καταλλήλως τα έργα, με ευθύνη και δαπάνες του υπουργείου Πολιτισμού.
Το μουσείο είχε γίνει πραγματικότητα με πρωτοβουλία του τεχνοκριτικού, εκδότη καλλιτεχνικών εντύπων και συλλέκτη έργων τέχνης ο Λέσβιος Στρατή Ελευθεριάδη (Μυτιλήνη 1897–Παρίσι, 1983), γνωστού επίσης και με το γαλλικό καλλιτεχνικό όνομα Tériade. Εκείνη την εποχή της δεκαετίας του ‘ 50 και του ‘ 60 αυτός και ένας ακόμα σημαντικός Μυτιληνιός, ο ψυχίατρος Άγγελος Κατακουζηνός με τις άοκνες προσπάθειές τους, πιστοποίησαν με τον καλύτερο τρόπο ότι αυτοί που θαύμαζαν του έργο του Θεόφιλου πλήθαιναν και δημιουργούσαν πρόσφορο έδαφος για την ίδρυση Μουσείου στη Λέσβο.
Ύστερα και από την προτροπή παράκληση του Τeriade που εξουσιοδοτούσε τον Άγγελο Κατακουζηνό να σχηματίσει μια τιμητική επιτροπή για τα εγκαίνια του Μουσείου, προέβη στις απαραίτητες ενέργειες, ενώ τη διαμόρφωση του Μουσείου ανέλαβε ο Γιάννης Τσαρούχης. Τα εγκαίνια έγιναν στις 29 Αυγούστου 1965, παρουσία σημαντικών εκπροσώπων της «γενιάς του ́30» ( Βενέζης, Σεφέρης, Χατζηκυριάκος-Γκίκας) και εκατοντάδων κατοίκων του νησιού, οι οποίοι ήθελαν να εκφράσουν την ευγνωμοσύνη τους για τη δημιουργία του.
Καιρός είναι να θυμηθεί ο κόσμος της Λέσβου αυτές τα πρόσωπα που στήριξαν όσο τίποτα άλλο τη δημιουργία του μουσείου και με μια νέα επανεκκίνηση με τα τωρινά εγκαίνια να τιμήσει αυτούς που ανιδιοτελώς έκαναν πραγματικότητα κάτι ακατόρθωτο για την εποχή και γιατί όχι, μη κατανοητό ως αναγκαίο για τους περισσότερους του τότε...
Ο Θεόφιλος Χατζημιχαήλ
Ο Θεόφιλος ως αυτοδίδακτος ζωγράφος, αποτελεί τον κυριότερο εκπρόσωπο της Ελληνικής λαϊκής ζωγραφικής του περασμένου αιώνα (20ου). Γεννήθηκε (1868-1934) και έζησε τα παιδικά του χρόνια στην γραφική περιοχή της Βαρειάς, τόπο που αγάπησε με βάθος και συναίσθημα που το μετέδωσε απλόχερα στο ζωγραφικό του έργο. Περιηγήθηκε, ανήσυχος και ονειροπαρμένος όπως ήταν, απ’ την Σμύρνη ως το Πήλιο και την Λάρισα, όπου δημιουργεί τις δυο πρώτες περιόδους της ζωγραφικής του. Μετά την απελευθέρωση της Λέσβου ( 1912 ) επιστρέφει στην Μυτιλήνη για να ολοκληρώσει την τρίτη και τελευταία περίοδο της ζωγραφικής του. Εκεί τον συναντά ο καταξιωμένος τεχνοκρίτης και εκδότης Τeriade, στον οποίο κυρίως οφείλεται η αναγνώριση της αξίας του ζωγραφικού του έργου και η προβολή του στο διεθνή χώρο.
Η τέχνη του Θεόφιλου αντιπροσωπεύεται από ένα καταπληκτικό σε ποσότητα ζωγραφικό έργο, και τοιχογραφικό - διάσπαρτο σε οικήματα ( σπίτια και μαγαζιά ) της Λέσβου και του Πηλίου. Τα θέματά του - κατά προτίμηση ιστορικά και αισθηματικά - εκφράζουν τα δυο βασικά στοιχεία της ψυχοσύνθεσής του: έναν συγκινητικό πατριωτισμό και μια τρυφερή ροπή προς τον ρομαντισμό. Η ιστορία της Ελληνικής φυλής - από την αρχαιότητα ως το 1821, έτος έναρξης της Ελληνικής Επανάστασης - του «προμηθεύει» τους αγαπημένους του ήρωες: τον Μέγα Αλέξανδρο, τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο, τον Κολοκοτρώνη, τον Μάρκο Μπότσαρη κ.α. Από την αισθηματική μυθιστοριογραφία και τις κάθε είδους καρτ-ποστάλ, αντλεί τις φιγούρες της αισθηματικής του εικονογραφίας: την Αρετούσα και τον Ερωτόκριτο, τον Ρωμαίο και την Ιουλιέττα, καθώς κι όλες τις γυναικείες μορφές της ζωγραφικής του. Στις δυο αυτές πηγές έμπνευσης του Θεόφιλου, θα πρέπει να προσθέσουμε και το φυσικό περιβάλλον . Το ελληνικό τοπίο και οι ειδυλλιακές σκηνές του χαρακτηρίζουν τα περισσότερα έργα του.
Η τέχνη του έχει όλα τα χαρακτηριστικά της γνήσιας λαϊκής ζωγραφικής : ζωηρά χρώματα (συνήθως κατασκευασμένα από τον ίδιο κι από φυσικά υλικά), γνησιότητα, αυθορμητισμό και ειλικρίνεια, στοιχεία που αντισταθμίζουν, πολλές φορές, τις ιστορικές ανακρίβειες και την τεχνική αδεξιότητα που απαντούν στα έργα του.
Τα συγκεκριμένα έργα που εκτίθενται στο Μουσείο ανήκουν στην ώριμη περίοδο της ζωγραφικής του καλλιτέχνη και διακρίνονται για την ιδιότυπη χρωματική τους αρμονία, την ρεαλιστική αυθεντικότητα των απεικονιζόμενων προσώπων, την ζωντάνια και τον πηγαίο αυθορμητισμό του λαϊκού ζωγράφου. Το Μουσείο καταφέρνει να δώσει μια πολύ αντιπροσωπευτική εικόνα του έργου του μεγάλου καλλιτέχνη. Σύντομα στην πόλη της Μυτιλήνης θα μπορεί κανείς να επισκεφτεί και το σπίτι στο οποίο έζησε αρκετά χρόνια της ζωής του ο Θεόφιλος και που πρόκειται να μετατραπεί σε μουσείο.
Νεκτάριος Βακάλης