Τουρισμός

05/09/2014 - 07:27

«Ύμνοι» για την Αγιάσο από την Τουρκία !

yle="text-align: justify;">Eκτενές αφιέρωμα στη Hurriyet Daily News από τον Ολλανδό δημοσιογράφο Wilco Van Herpen που ζει και εργάζεται στην Τουρκία από το 1999
To  χωριό Αγιάσος στη Λέσβο έκρυβε πολλές ευχάριστες εκπλήξεις και απέραντη ομορφιά για τον Ολλανδό δημοσιογράφο Wilco Van Herpen, που ζει και εργάζεται στην Τουρκία από το 1999.

 

Με τον τίτλο «VIP περιήγηση στην Αγιάσο της Λέσβου» ο Ολλανδός φωτογράφος  Wilco Van Herpen, που εργάζεται στο τουρκικό τηλεοπτικό δίκτυο παραγωγής ντοκιμαντέρ (ΙΖ), έγραψε για την τουρκική εφημερίδα Χουριέτ και την αγγλική έκδοση της ιστοσελίδας της για την ομορφιά τις και τις «κρυμμένες» εκπλήξεις, που επιφυλάσσει στους επισκέπτες της η Αγιάσος.
 
VIP περιήγηση στην Αγιάσο της Λέσβου
 
Οι άνθρωποι που εργαζόμαστε για τα μέσα μαζικής ενημέρωσης θεωρούμαστε τυχεροί. Πολλές είναι οι πόρτες που θα ανοίξουν αποκλειστικά για εμάς, ενώ για τους «απλούς» ανθρώπους, θα παραμείνουν κλειστές. Όταν επισκέφθηκα τη Λέσβο, ταξίδεψα ως απλός τουρίστας, αλλά επισκεπτόμενος την Αγιάσο είδα κάτι που δεν είχα δει ποτέ πριν.
 
 
Ταξίδευα μαζί με μια μικρή παρέα και ήταν ο Άρης Λάζαρης, εκείνος που μας άνοιξε τις πόρτες, που σε διαφορετική περίπτωση θα είχαν μείνει κλειστές. Το μόνο που θεώρησα αρνητικό ήταν ότι δεν μου επετράπη να τραβήξω φωτογραφίες. Μπήκα στον πειρασμό να τραβήξω κρυφά μερικές, όμως δεν ήθελα να φέρω τον Άρη σε δύσκολη θέση, Έτσι, δυστυχώς, δεν υπάρχουν εικόνες από τους θησαυρούς για τους οποίους θα γράψω.
 
Ήταν νωρίς το πρωί και ήδη η ζέστη ήταν έντονη. Μαζί με άλλα τέσσερα άτομα, αφήσαμε τη Μυτιλήνη και κατευθυνθήκαμε προς την Αγιάσο. Οδηγώντας μέσα από το δάσος, κάθε τόσο, ρίχναμε μια ματιά στο τοπίο που αφήναμε πίσω μας. Μετά από περίπου 30 λεπτά οδήγησης αρχίσαμε να βλέπουμε την Αγιάσο στην κορυφή ενός βουνού. Φαινόταν μικρή και, πράγματι, μόλις φτάσαμε είδαμε ότι επρόκειτο για ένα μικρό χωριό, αλλά με μεγάλη ιστορική σημασία. Όσο μικρή, όμως, κι αν είναι η Αγιάσος είναι ένα χωριό με μεγάλη δυναμική. Και, αν και ορισμένα μέρη είναι διάσημα για ένα μόνο πράγμα, η Αγιάσος έχει τουλάχιστον πέντε διαφορετικά και πολύ ενδιαφέροντα πράγματα που θα εκπλήξουν τον επισκέπτη.
 
Ας ξεκινήσουμε με τη μουσική. Ο Άρης μας οδήγησε σε μια βιβλιοθήκη. Ένα καθ’ όλα συνηθισμένο κτίριο, αλλά που έκρυβε ένα μυστικό σε ένα δωμάτιο πέρα από το χώρο της βιβλιοθήκης. Εκεί, είδαμε έναν ηλικιωμένο άνδρα που δίδασκε σε ένα νεαρό αγόρι πώς να παίζει σαντούρι, ένα όμορφο και παλαιό έγχορδο όργανο. Πίσω του υπήρχαν εκατοντάδες, ίσως και χιλιάδες, παλαιών βιβλίων. Όταν μπήκαμε, ο άνθρωπος σταμάτησε να παίζει μουσική και μας κοίταξε. Ήταν αδύνατο να επικοινωνήσουμε μαζί του, διότι η μόνη γλώσσα που ήξερε ήταν τα ελληνικά, αλλά ο ίδιος άρχισε να επικοινωνεί μαζί μας μέσω της μουσικής του. Πρώτα έπαιξε δύο κομμάτια κλασσικών Ελλήνων συνθετών και στο τέλος ένα γνωστό τουρκικό τραγούδι που λέγεται Σκούταρι.
 
 
 
Η Ορθόδοξη εκκλησία
 
Περπατώντας στο πλακόστρωτο βρεθήκαμε στο κέντρο του χωριού και η επόμενη στάση μας ήταν σε μια εκκλησία. Φυσικά, δεν μου είναι άγνωστες οι  ορθόδοξες εκκλησίες, αφού έχω δει αρκετές στην Τουρκία, αλλά ήμουν περίεργος να δω αν υπάρχουν διαφορές μεταξύ των Ορθοδόξων εκκλησιών στην Ελλάδα και την Τουρκία. Με μια πρώτη ματιά, όλα φαινόταν ίδια, αλλά συνειδητοποίησα ότι οι εκκλησίες εδώ ήταν πλουσιότερες από εκείνες στην Τουρκία. Η βασικότερη διαφορά είναι ότι οι εκκλησίες στην Ελλάδα είναι ζωντανές. Οι Έλληνες συχνά και, για διαφορετικούς λόγους, τις επισκέπτονται σε τακτική βάση. Στην Τουρκία όμως, ο αριθμός των ανθρώπων που επισκέπτονται Ελληνικές Ορθόδοξες Εκκλησίες έχει ελαχιστοποιηθεί και αυτό αντικατοπτρίζεται στις ίδιες τις εκκλησίες. Είναι λιγότερο ζωντανές.
 
Παρατήρησα όλες τις αυθεντικές εικόνες και ήταν όλες παλιές. Πολύ παλιές. Στο κέντρο της εκκλησίας υπήρχε ένας όμορφος πολυέλαιος φτιαγμένος από ξύλο. Η Αγιάσος είναι γνωστή για τα ξυλόγλυπτά της και αυτός ο πολυέλαιος δικαιολογούσε απόλυτα τη φήμη της. Ήταν ένα γιγαντιαίο έργο τέχνης που ήταν απλά τέλειο. Σε όλο το χωριό υπάρχουν μικρά εργαστήρια όπου μπορεί κανείς να δει δείγματα της δουλειάς όσων ασχολούνται με την ξυλογλυπτική. Πολυέλαιοι, μπαούλα, κηροπήγια, καρέκλες, τραπέζια. Ο,τιδήποτε μπορεί να φτιαχτεί από ξύλο, αυτοί οι τεχνίτες το φτιάχνουν. Η δουλειά τους δεν είναι φθηνή, αλλά αν σκεφτεί κανείς ότι χρησιμοποιούν ξύλο καρυδιάς ή ελιάς, νομίζω πως τα έργα τους αξίζουν ότι το υψηλό αντίτιμο.
 
Ο Άρης πρότεινε να έρθει μαζί μας, καθώς υπήρχαν ακόμα αρκετά πράγματα να κάνουμε και να δούμε. «Θα πάμε σε ένα από τα ωραιότερα μέρη του νησιού», είπε. «Αυτό που θα δείτε είναι μοναδικό. Είμαι ο μόνος που, μερικές φορές, έχω την άδεια να δείξω τέτοια μέρη». Βγαίνοντας από την εκκλησία, ο Άρης μας άφησε να τον περιμένουμε και επέστρεψε μετά από 20 λεπτά με ένα περίεργο χαμόγελο στο πρόσωπο. Κατευθυνθήκαμε σε μία πόρτα. Μία απλή πόρτα… Μία συνηθισμένη βαρετή πόρτα! Μέσα ήταν σκοτεινά, αλλά μόλις ο Άρης άναψε το φως έμεινα άφωνος. Το δωμάτιο ήταν γεμάτο, από το πάτωμα ως το ταβάνι, με αφιερώματα.
 
Το πρώτο πράγμα που τράβηξε την προσοχή μου ήταν το μοντέλο ενός όμορφου κτιρίου. Ένας Ιταλός είχε αφιερώσει αυτή την όμορφη και πολύ λεπτομερή μακέτα το 1450. Ο Ιταλός είχε επισκεφθεί την Αγιάσο δύο χρόνια νωρίτερα, το 1448, για να προσευχηθεί για την υγεία του. Η προσευχή εισακούστηκε, ο άνθρωπος θεραπεύτηκε και έδωσε, ως προσφορά, αυτό το εντυπωσιακό έργο. Λέγεται ότι για τη μακέτα αυτή εργάστηκαν από κοινού ο Λεονάρντο ντα Βίντσι και ο Μιχαήλ Άγγελος.
 
Εκτός από όλα τα χρυσά, τα όμορφα ρούχα (επίσης διακοσμημένα με χρυσό), τα ρολόγια κλπ, υπήρχαν δύο πιο εντυπωσιακά αφιερώματα. Το πρώτο ήταν κάποιες μικρογραφίες που απεικόνιζαν σκηνές από τη Βίβλο. Οι εικόνες ήταν πολύ μικρές, παρ’ όλα αυτά κάθε λεπτομέρεια ήταν ευδιάκριτη. Το δεύτερο που με εντυπωσίασε ήταν χειρόγραφα ευαγγελίων των αποστόλων Ματθαίου, Λουκά και Ιωάννη. Πρόκειται για μοναδικά χειρόγραφα στον κόσμο, που τα δώρισε το 1714 μία γυναίκα η οποία ζούσε στη Θεσσαλονίκη. Τα χειρόγραφα υπολογίζεται ότι είναι ηλικίας τουλάχιστον 1.500 ετών, και είναι ντυμένα και διακοσμημένα με χρυσό 24 καρατίων.
 
Κοντά στην εκκλησία υπάρχουν μικρά όμορφα καφενεία, όπου μπορείς να απολαύσεις καφέ, λεμονάδα ή ούζο. Ένα καφενείο όμως προσφέρει κάτι ξεχωριστό. Είναι ένα ποτό που λέγεται Σερέζ… Αυτό φτιάχνεται από κεράσια και είναι ένα είδος λικέρ με πολλά αρωματικά βότανα. Η γεύση είναι φανταστική και έδινε την εντύπωση ότι θα ήταν καλό να το έχει κανείς στο σπίτι ακόμα και σαν φάρμακο για το κρυολόγημα.
 
Πληρώνοντας με τουρκικές λίρες
 
Η Αγιάσος είναι ένα όμορφο και χαριτωμένο χωριό. Τα λίγα και μικρά δρομάκια της οδηγούν όλα στο κέντρο του χωριού. Παντού υπάρχουν λουλούδια, εργαστήρια ξυλογλυπτικής και κεραμικής και μαγαζιά που μπορεί να αγοράσει κανείς σουβενίρ. Εκεί ακριβώς είδα την ωραιότερη είσοδο σε δημόσιες τουαλέτες. Ήταν ένα στενό δρομάκι με λουλούδια και πράσινο παντού. Ήταν πραγματικά διασκεδαστικό να πηγαίνει κάποιος στην τουαλέτα εκεί. Ο αριθμός των Τούρκων τουριστών ήταν εξαιρετικά μεγάλος. Είναι τόσοι πολλοί οι Τούρκοι που επισκέπτονται την Αγιάσο, ώστε μπορούν να πληρώσουν ακόμα και σε τουρκικές λίρες.
 
Φεύγοντας από το χωριό είδα ένα μικρό εργαστήριο αγγειοπλαστικής. Ένας ηλικιωμένος άνδρας ζωγράφιζε ένα τοπίο πάνω σε ένα αγγείο με όμορφα παστέλ χρώματα. Φυσικά το γνωστό «ελληνικό μπλε» χρώμα έδινε δυναμικό παρόν στη ζωγραφιά. Ο άνδρας, συνηθισμένος στο να μπαίνουν εκατοντάδες τουρίστες καθημερινά στο εργαστήριό του, δεν γύρισε να με κοιτάξει όταν μπήκα. Αντίθετα, μία γυναίκα πλησίασε προς το μέρος μου και είπε πως αν επιθυμούσα κάτι μπορούσα να τη φωνάξω και αποχώρησε πηγαίνοντας προς το μέρος του ηλικιωμένου άνδρα. Τράβηξα μερικές φωτογραφίες, τους ευχήθηκα καλημέρα και έφυγα.
 
Ο επόμενος σταθμός ήταν ένα ωραίο εστιατόριο κοντά στη θάλασσα που ήξερε ο Άρης. Ίσως γνωρίζετε ότι η Λέσβος έχει μία τεράστια συνδεδεμένη εσωτερική θάλασσα. Πριν από χρόνια, στο μέρος εκείνο υπήρχαν πολλά βυρσοδεψεία. Εκεί παρασκεύαζαν δέρματα για κάθε χρήση και όλο τα βρώμικο νερό πετιόταν στη θάλασσα, η οποία ήταν τόσο μολυσμένη ώστε δεν φιλοξενούσε κανενός είδους ζωή. Κάποια μέρα τα βυρσοδεψεία αυτά έκλεισαν και από τότε αργά αλλά σταθερά αυτή η εσωτερική θάλασσα κατόρθωσε να καθαριστεί από μόνη της. Σήμερα, η ποιότητα του νερού είναι τέλεια και έχουν κάνει την εμφάνισή τους και πάλι ψάρια, ο αριθμός των οποίων διαρκώς αυξάνεται.
 
Στο στενότερο σημείο αυτής της εσωτερικής θάλασσας, μας περίμενε ένα σκάφος που μας μετέφερε στην απέναντι πλευρά στο χωριό Παναγιούδα. Εκεί βρισκόταν το εστιατόριο όπου καταλήξαμε να απολαύσουμε το μεσημεριανό φαγητό μας, με μεγάλη καθυστέρηση. Το εστιατόριο «Ευκάλυπτος» βρισκόταν σχεδόν μέσα στη θάλασσα. Πρόκειται μάλλον για το πιο δημοφιλές εστιατόριο στην πόλη, που όμως ήταν σχεδόν άδειο όταν φτάσαμε, γιατί οι Έλληνες τρώνε αργά, πολύ αργά. Σε γενικές γραμμές, δεν θα δείτε Έλληνες να τρώνε πριν από τις 9 το βράδυ και εμείς φθάσαμε μόλις στις 4 το απόγευμα. Το ψυγείο ήταν γεμάτο με όλα τα διαφορετικά είδη ορεκτικών και κάθε ένα έμοιαζε πιο νόστιμο από το άλλο. Ήταν τόσο δύσκολο να επιλέξω, ώστε είπα στην σερβιτόρα να μας εκπλήξει επιλέγοντας μόνη της κάποια ορεκτικά. Τυρί φέτα σαγανάκι, φρέσκα πράσινα φασόλια, τηγανητοί κολοκυθανθοί, νόστιμο γιαούρτι, καλαμάρι και χταπόδι ήρθαν στο τραπέζι. Το φαγητό ήταν φρέσκο, νόστιμο ​​και καλαίσθητο. Ήμουν ευτυχής γιατί δεν ζήτησα κυρίως πιάτο. Ό,τι έφαγα ήταν τόσο ικανοποιητικό, ώστε αν είχα συνεχίσει δεν θα ήταν δυνατόν να εκτιμήσω τα υπόλοιπα πιάτα.
 

Μοιράσου το άρθρο!