Tου Μυρσινέλ.... στον Ταξιάρχη Μανταμάδου φορτωμένη με ένα δοχείο λάδι
<<Εις μνημόσυνον αιωνίον>>
Ποιος δεν την γνώριζε;
Ποιος δεν είχε δει την γλυκιά της μορφή;
Ποιος δεν άκουσε την γεμάτη χαρά καλημέρα της;
Ποιος δεν την συναντησε στο μαναλι της Μεγαλόχαρης Παναγιας στην Αγιασο να βράζει μαζί με τα κεριά μπροστά στην εικόνα της εξυπηρετοντας τους προσκυνητές.
Ποιος δεν περπατησε μαζί της το δρόμο προς το Ταξιάρχη στο Μανταμαδο φορτωμένη με τα άδολα δώρα της στο Ταξιάρχη.
Είναι η Μελισσηνη η άλλοιως <<του Μυρσινελ>> σύμβολο αγνής πίστης προς το θεό και σήμα κατατεθέν της Αγιασου.
Έζησε την φτωχια και τις δύσκολιες της ζωής μέσα από την κούνια της.
Οταν είχε έτρωγε όταν δεν είχε δεν έτρωγε.
Υπερήφανος άνθρωπος δεν ζητούσε πότε και τίποτα από κανέναν.
Εβραζε με το ζουμί της.
Αυτα όμως δεν την εμπόδισαν να είναι ένας καλοσυνατος άνθρωπος με τέτοια απλότητα και πίστη που θα την θαύμαζε και ο Χριστος σήμερα αν την συναντουσε στις ημέρες του.
Όχι αγιουσα με μεγάλους στάυρους και μετάνοιες ψεύτικες αλλά απλη και αδολη και απονειρευτη.
Με μια θεολογία που θα έβαζε τα γυαλια σε πολλούς από τους σύγχρονους σήμερα θεολόγους που δεν ξέρουν ούτε πόσα είναι τα βιβλία της Αγίας γραφής και πόλλοι από αυτούς την μιλούσαν με ειρωνεία και την χαρακτήριζαν σαν τρελή και αμυαλη.
Ο Μακαριστός δεσπότης Ιάκωβος την θαύμαζε όλο το 15 Αύγουστο όρθια στο μαναλι της παναγιας να αναβοσβήνει τα κεριά και μια μέρα όταν τελείωσε η ακολουθία της παράκλησης την ρώτησε <<Μύρσινουλα σε βλεπω συνέχεια στην Παναγία και σε θαυμάζω >>.
<<Δησπουτελιμ απαντησε η Μελλησινη ειναι πονεμενη μάνα η Παναγία μας σταυρωσαν του μουρελιτς και κάθομαι και την κάνω συντροφιά και την παρήγορω>>
Αποσβολοθηκε ο Ιάκωβος.
Μάλλον εσυ κάνεις τις παρακλήσεις και όχι εγώ της απάντησε.
Η αλλη μεγάλη της αγάπη ηταν ο Ταξιάρχης στο Μανταμαδο δεν τον αγαπούσε τον λάτρευε.
Του ετρεφε αδυναμία και καθώς έλεγε πολλές φορες μιλούσε μαζί του.
Ηταν ο αράπης όπως έλεγε.
Κάθε χρόνο μόλις έμπαινε η μεγάλη σαρρακοστη ζητιανεύε από τις χωριανες της λάδι να γεμισει ένα δοχείο 17 κιλά και όπως όλοι γνωρίζετε το σήκωνε από την Αγιασο με τα πόδια να το πάει στην χάρη του.
Μία χρονιά και εγώ και συναντησα λιγο πριν το χωριό κρατώντας ένα ραβδί στο αριστερό χέρι και στο δεξί το ντενεκε γεμάτο να φθάνει για να συναντήσει και να παραδώσει στην αγάπη της τον Αράπη της όπως έλεγε το τάμα της.
Την ρώτησα Μύρσινουλα κοριτσι μου κουράστηκες τόσο δρόμο και μου είπε χαμόγελαστη καμία κούραση.
Δεν το σηκώνω εγώ το τενεκε ο Αράπης το σηκώνει.
Μία άλλη χρονιά αφού πήγε το λάδι νωρίς γύρισε στο χώριο φορτώθηκε ξύλα στην πλατη της όσα μπορούσε να σηκώσει και όταν την ρώτησαν που τα πάει τους είπε στον Αραπη για να γίνει το φαγητο.
Την τελευταία χρόνια με πολλά προβλήματα υγειας φθάνοντας πάλι με το τενεκε στο χέρι λόγο πριν φθάσει στην χάρη του βαρυκοη όπως ειταν πήγε να διασχίσει το δρόμο έπεσε πάνω σε ένα αυτοκίνητο και φτερουγισε στον ουρανό.
Οι επίτροποι με συγκίνηση περελαβαν το δοχείο και ο αράπης της παρέλαβε στην αγκαλια του την αγιασμενη ψυχή της για να την ξεκούρασει από τους κόπους και τους μοχθους των 70 χρόνων της.
Αγαπημένη μου Μελλισηνη σου υποσχομαι ότι όσο καιρό θα είμαι στην ζωή θα ζητιανευω για λογαριασμό σου θα γεμίζω το τενεκε και θα το παραδινω στον αγαπημένο Αραπη σου.
Κλεινοντας Μελλισηνη μου σε παρακαλώ εκεί ψηλα στον ουρανό τον Αραπη σαν τα μάτια σου.
Υποκλινομαι για πάντα μπροστά σου.
----
Το κείμενο γράφτηκε από τον αείμνηστο π. Κομνηνό Βράνη το 2021 για την μνήμη της Μυρσινούλας