Skip to main content
|

Η εκπαίδευση στα χρόνια του μνημονίου …ή πως το ρετσινόλαδο βαφτίζεται λικεράκι!

SHARE

ΜΟΙΡΑΣΟΥ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟ

Χρόνος ανάγνωσης :
6'
19/02/2011 ώρα 12:30

Άρθρο στα Νέα της Λέσβου (Παρασκευή 18/02/2011)

Αριστείδης Ν. Σγατζός Δάσκαλος, Δρ. Κοινωνικής Ανθρωπολογίας μέλος της Ριζοσπαστικής Παρέμβασης εκπαιδευτικών Λέσβου

“Αυτοί που παίρνουν το ψωμί από το τραπέζι /Μας διδάσκουν να ευχαριστιόμαστε με τα λίγα/Εκείνοι που γι αυτούς προορίζεται η πλούσια διανομή ζητούν θυσίες Εκείνοι που τρώνε μέχρι σκασμού μιλούν στους πεινασμένους /για τους ωραίους καιρούς που θα έρθουν. Εκείνοι που οδηγούν τη χώρα στην στην άβυσσο /λένε πως η διακυβέρνηση μιας χώρας /είναι πολύ δύσκολη για τους κοινούς ανθρώπους. (...) Αυτοί που σας πήραν το βιβλίο από το χέρι /σας κατηγορούν γιατί μείνατε αδιάβαστοι!” Μπ. Μπρεχτ

Η επιλογή της κυβέρνησης και του Υπουργείου για συγχωνεύσεις – καταργήσεις σχολείων βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη. Με συνοπτικές διαδικασίες προσπαθεί να εξαφανίσει από το νέο Καλλικρατικό χάρτη της εκπαίδευσης δεκάδες σχολεία, τόσο στην επαρχία, όσο και στα αστικά κέντρα. Η εκπαίδευση αλλάζει. Γι’ αυτό άλλωστε, οι εκτεταμένες συγχωνεύσεις και καταργήσεις συνοδεύονται από μια μεγάλη τομή στη διοικητική δομή της εκπαίδευσης ώστε να μπορεί να προωθηθεί το σχολείο της αγοράς. Το σχολείο που χρηματοδοτείται από τον κρατικό προϋπολογισμό θέλουν να γίνει μια μακρινή ανάμνηση. Τη θέση του να πάρει το σχολείο που αναζητά και εξασφαλίζει το ίδιο τη χρηματοδότησή του είτε από τους γονείς είτε από τους χορηγούς είτε και από τους δύο. Το σχολείο της γειτονιάς όπου σ’ αυτό πήγαιναν οι μαθητές των περιοχών που βρίσκονταν στα όρια του, θέλουν να απαλειφθεί. Τώρα τα όρια των σχολείων θέλουν να γίνουν πιο «ευρύχωρα». Να είναι εύκολες και νόμιμες οι μετακινήσεις του μαθητικού πληθυσμού από το ένα σχολείο στο άλλο ώστε να ευνοούνται οι συγχωνεύσεις και οι συμπτύξεις. Άλλωστε, δεν είναι μακριά από τις κυβερνητικές προθέσεις το κουπόνι του μαθητή όπου το σχολείο θα χρηματοδοτείται ανάλογα με τον αριθμό των μαθητών που θα έχει και ο μαθητής θα μπορεί να διαλέγει το σχολείο. Δημιουργείται μια τεραστίων διαστάσεων συγκεντροποίηση και ασφυκτικός έλεγχος ώστε τίποτα απολύτως να μην μπορεί να ξεφύγει από τις βασικές κρατικές επιταγές. Η ηλεκτρονική κάρτα των σχολείων που καταγράφει τα πάντα, οι υπερεξουσίες στο διευθυντή και η ελαχιστοποίηση των δικαιωμάτων του συλλόγου διδασκόντων, η αξιολόγηση και η χρηματοδότηση των σχολείων με βάση αυτή, η κατάργηση των οργανισμού εκδόσεων σχολικών βιβλίων και η κατάργηση του δωρεάν βιβλίου, το κουπόνι του μαθητή, οι συνεχείς μειώσεις στην επιχορήγηση των σχολικών επιτροπών και τελικά ο Καλλικράτης της εκπαίδευσης, όλα συνηγορούν στη δημιουργία ενός σχολείου εμπορικού κέντρου, με μαθητές πελάτες και εκπαιδευτικούς πωλητές, με αργυρώνητους μέντορες – χαφιέδες για τους ανυπότακτους! Ένα σχολείο που θα πρέπει να προσαρμόζεται στις απαιτήσεις και στις ανάγκες της αγοράς για να υπάρξει. Οι στόχοι των συγχωνεύσεων – καταργήσεων: Λιγότερα σχολεία, λιγότερα «έξοδα- βλέπε δαπάνες», μεγαλύτερα τμήματα μαθητών - περισσότερα μαθησιακά ελλείμματα, εξαφανισμένοι αντισταθμιστικοί – υποστηρικτικοί θεσμοί, λιγότεροι εκπαιδευτικοί, εκπαιδευτικοί σε διαρκή ομηρία και περιπλάνηση αφού θα μειωθούν δραστικά οι οργανικές θέσεις άρα και η δυνατότητα για μεταθέσεις-αποσπάσεις. Πως προωθείται αυτό το σχέδιο: Στην επαρχία με μαζικές καταργήσεις σχολείων που ήδη είδαν το φως της δημοσιότητας. Το να κλείσει ένα σχολείο δεν είναι δείγμα προόδου αλλά οπισθοδρόμησης. Οι σχολικές μονάδες και ιδιαίτερα οι σχολικές μονάδες στις μικρές κοινωνίες δεν είναι μόνο κτίρια και συγκεκριμένοι αριθμοί εκπαιδευτικών και μαθητών. Αποτελούν – ή με άλλες πολιτικές θα μπορούσαν να είναι - ζωντανά κύτταρα πολιτισμού. Από αυτή την άποψη, το μαζικό κλείσιμο των σχολικών μονάδων με τη λογική του «ψεκάστε – σκουπίστε τελειώσατε» αποτελεί το πιο ακραίο παράδειγμα εγκατάλειψης συγκεκριμένων περιοχών και διεύρυνσης των ενδοπεριφερειακών ανισοτήτων, απαξίωσης, εγκατάλειψης και εν τέλει ολοσχερούς αφανισμού της δημόσιας υποδομής για την οποία οι κάτοικοι και οι εκπαιδευτικοί προσδοκούσαν κάποια στιγμή να αναβαθμιστεί (στέγη για τον εκπαιδευτικό, επαρκής συγκοινωνία κτλ). Κι εδώ έρχομαι να απαντήσω ειδικότερα στο άρθρο της Διευθύντριας Π.Ε. Λέσβου κ. Αναστασίας Τσολερίδου που δημοσιεύθηκε την Τετάρτη 16.02.2010 στα Νέα της Λέσβου. Η Προϊσταμένη προσπαθώντας να πείσει την κοινωνία της Λέσβου για τις συγχωνεύσεις των σχολικών μονάδων διαλέγει τον πιο εύκολο αντίπαλο. Την ρομαντική ηθικοπλαστική οπτική για το παλιό καλό σχολείο του χωριού και ξιφουλκεί εναντίον της για να την στήσει με σχετική ευκολία στον τοίχο. Με την χαρακτηριστική ευκολία που χρόνια τώρα το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο της χώρας μας προχωρεί σε διακηρύξεις, η κ. Διευθύντρια επιλέγει κάποιες απ’ αυτές και τις χρησιμοποιεί ως κοινώς αποδεκτές παραδοχές. Το άρθρο της βρίθει τέτοιων «αξιωματικών» παραδοχών όπως για παράδειγμα «Στόχος του σημερινού σχολείου είναι η ισόρροπη ανάπτυξη του γνωστικού και ψυχοκινητικού τομέα των μαθητών…» Εξαιρετική η στοχοθεσία, και κοινότοπη ταυτόχρονα. Μόνο που το ίδιο το Υπουργείο έχει παραδεχθεί ότι έχει αποτύχει πλήρως. Γι αυτό και αλλάζει τα αναλυτικά προγράμματα που η προηγούμενη κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ ψήφισε και η κυβέρνηση της ΝΔ εφάρμοσε. Η κ. Τσολερίδου υποστηρίζει πως «…(στόχος είναι για το μαθητή) η ικανότητα να μαθαίνει πώς να μαθαίνει σε ένα οικονομικό και κοινωνικό περιβάλλον ευμετάβλητο, όπου η διαχείριση της γνώσης και της πληροφορίας καθίσταται δεξιότητα κεφαλαιώδους σημασίας». Δε θα σχολιάσω το ευμετάβλητο περιβάλλον (μέρες μνημονίου, που με ευθύνη της κυβέρνησης σύγχρονων Κουίσλιγκ δε ξέρουμε τι μας ξημερώνει, είναι σαν να μιλάμε στο σπίτι του κρεμασμένου για σχοινί). Ως δάσκαλος νιώθω σφοδρά ενοχλημένος όταν υποβιβάζομαι από παιδαγωγός σε εκπαιδευτή, όταν η παιδεία μετατρέπεται σε διαδικασία απόκτησης δεξιοτήτων, όταν η απόκτηση και δημιουργία γνώσης μετατρέπεται σε διαχείριση γνώσης και πληροφορίας. Στη συνέχεια του άρθρου της η κ. Τσολερίδου συνεχίζει τον εύκολο δρόμο. Χρησιμοποιεί ως επιχείρημα των συγχωνεύσεων τον απαρχαιωμένο τρόπο λειτουργίας των ολιγοθέσιων σχολείων. Μόνο που απέναντι στην εκπαίδευση που στηριζόταν στον εκπαιδευτικό πατριωτισμό των δασκάλων στα χωριά, αντιπαραθέτει την ντυμένη με τα παχιά λόγια του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου εκπαιδευτική δυστοπία του σχολείου της αγοράς. Κι είναι φυσικό αυτό όταν είσαι τοπικό στέλεχος μιας κυβέρνησης της οποίας ο αντιπρόεδρος βγάζει την αναλογία εκπαιδευτικών μαθητών κάνοντας μια απλή διαίρεση, ξεχνώντας τι σημαίνει νησιωτικότητα, ξεχνώντας τι σημαίνει ύπαιθρος. Είναι δε και αναγκαία προϋπόθεση, για να συνεχίζεις να υπηρετείς μια κυβέρνηση που φυλακίζει παιδιά στα υπόγεια του 1ου Δημοτικού μέχρι τις 2 παρά τέταρτο, στα πλαίσια του αναμορφωμένου προγράμματος, που κάνει πως δεν βλέπει μια ολόκληρη γενιά παιδιών στο 5ο Δημοτικό που κάνουν μάθημα μέσα στα κουτιά που αποκαλούνται προκάτ κτίρια, κι ούτε λόγος να γίνεται φυσικά για τα νήπια που στοιβάζονται στα ακριβοπληρωμένα γκαράζ και τα μπακάλικα. Κυρία Τσολερίδου: Το πρόγραμμα της κυβέρνησής σας για την παιδεία δεν είναι μονόδρομος. Δεν είναι επιστημονικό επιχείρημα το ότι «…δεν μπορούν να υλοποιηθούν τα νέα εκπαιδευτικά προγράμματα». Επιστημονικό είναι να σχεδιάσεις εκπαιδευτικά προγράμματα που να ανταποκρίνονται στις ανάγκες των ανθρώπων στη πόλη και το χωριό, των εργαζομένων και των αγροτών. Τι λέει το επιχείρημά σας: Εμείς σχεδιάσαμε νέα εκπαιδευτικά προγράμματα αλλά επειδή δεν μπορούν να εφαρμοστούν σε κάποια σχολεία …καταργούμε τα σχολεία. Δεν πέρασε από κανενός το νου… να φτιαχτούν νέα εκπαιδευτικά προγράμματα προσαρμοσμένα στους ανθρώπους που επιμένουν να ζουν στη Βατούσα, την Πελόπη, το Λισβόρι… τα Κουφονήσια: Και ξέρετε γιατί δεν πέρασε από το μυαλό να φτιαχτούν τέτοια προγράμματα; Γιατί κοστίζουν. Γιατί υπηρετούν άλλους κοινωνικούς στόχους. Γιατί ο μονόδρομος του μνημονίου, της Ε.Ε., του Ευρώ, της κερδοφορίας των εργολάβων, των τραπεζών του κεφαλαίου συνολικά έχει επιβληθεί σαν οδοστρωτήρας. Η Διευθύντρια της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης αυτή την πολιτική υπηρετεί με τις αποφάσεις της, αυτή την πολιτική δικαιολογεί με το άρθρο της.

Υ.Γ Το άρθρο αυτό γράφηκε τις μέρες προετοιμασίας της πανεκπαιδευτικής απεργίας στις 22-23 Φεβρουαρίου και για αυτό άφησα κατά μέρος ειδικότερες επιστημονικού ή μεθοδολογικού τύπου ενστάσεις μου όπως π.χ. αυτή που αφορά την απαξιωτική αναφορά της κ. Τσολερίδου στις έρευνες που αφορούν μελέτες περίπτωσης, δηλαδή τον κύριο όγκο των ποιοτικών ερευνών που αντιπροσωπεύουν ότι πιο σύγχρονο στις κοινωνικές επιστήμες. Εκτός αν κάποιοι προτιμάνε το Γιάννης κερνά, Γιάννης πίνει των χρηματοδοτούμενων ερευνών (πριν από το ΕΠΕΑΕΚ τώρα από το ΕΣΠΑ), με διακινούμενα ανεξέλεγκτα, ερωτηματολόγια που η μοναδική τους εγχώρια (γιατί για διεθνή ούτε κουβέντα) επιστημονική καταξίωση είναι να αποτελούν βιβλιογραφία για τα βοηθήματα των εξετάσεων του ΑΣΕΠ.

SHARE

ΜΟΙΡΑΣΟΥ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟ

Διαβάστε επίσης
Άρθρα απο την ίδια κατηγορία