Άρθρα - Γνώμες

26/07/2019 - 19:53

Πρώτες σκέψεις στις προγραμματικές δηλώσεις της Υπουργού Παιδείας κ. Κεραμέως

Γράφει ο Κώστας Ράπτης *

Παρακολούθησα προχθές με μεγάλο ενδιαφέρον τις προγραμματικές δηλώσεις της υπουργού παιδείας και θρησκευμάτων κ. Νίκης Κεραμέως, και επί τη ευκαιρία θα ήθελα να μοιραστώ κάποιες πρώτες σκέψεις σε αυτό το σημείωμα.

Ευθύς εξαρχής στην ομιλία της η κ. Κεραμέως αναφέρεται στους έξι βασικούς στόχους που διατρέχουν οριζόντια το πρόγραμμα της κυβέρνησης για την εκπαίδευση.

Ξεχωρίζω τον τρίτο εξ αυτών: ίσες ευκαιρίες για όλους.

Επεξηγηματικά η υπουργός αναφέρει ότι η παιδεία αποτελεί τον πλέον αποτελεσματικό μηχανισμό κοινωνικής κινητικότητας και κύριο μέλημα της κυβέρνησης είναι να εξασφαλίσει ισότιμη πρόσβαση σε ποιοτικότερη εκπαίδευση για όλους. Αφενός, η αναφορά στην κοινωνική κινητικότητα στοχεύει στο μαλακό υπογάστριο της ελλαδικής κοινωνίας. Η βαθιά ριζωμένη ελπίδα της κοινωνικής ανόδου στο θεμελιώδες κύτταρο του κοινωνικού μας βίου, την ελληνική οικογένεια, είναι μακραίωνη και έχει χρησιμοποιηθεί πολιτικά ακόμη και πριν την ίδρυση του νεοελληνικού κράτους, προκειμένου να επηρεάσει τις συμπεριφορές όσων θίγονταν και να μετριάσει την αγανάκτησή τους (Γ. Β. Δερτιλής, Ιστορία του Ελληνικού κράτους 1830 - 1920). Αφετέρου, η πρόταξη της εξασφάλισης ισότιμης πρόσβασης στην εκπαίδευση για όλους, δίνει το στίγμα μιας πολιτικής απαλλαγμένης από την ευνοιοκρατία και την αναξιοκρατία. Εκ πρώτης όψεως οι δύο λειτουργίες φαίνονται αντιθετικές. Από τη μία η κοινωνική κινητικότητα καταχωρείται ιστορικά στον ελλαδικό χώρο σχεδόν αποκλειστικά στο πεδίο των ευκαιριακών παροχών ή του νεποτισμού, από την άλλη το σταθερό αίτημα των εξελιγμένων κρατικών σχηματισμών, η ισότιμη πρόσβαση σε κοινωνικά αγαθά, είναι βασική προϋπόθεση μιας - σχεδόν εκλιπούσας στην περίπτωσή μας - κοινωνικής δικαιοσύνης.

Αυτό που ευαγγελίζεται λοιπόν η κ. Κεραμέως δεν είναι η επιστροφή σε μία κανονικότητα που δεν υπήρξε ποτέ, αλλά η κατασκευή μίας κανονικότητας. Γι’ αυτό στην κατακλείδα της ομιλίας της η υπουργός τονίζει ότι οι περισσότερες παρεμβάσεις της κυβέρνησης δεν απαιτούν χρήματα για να υλοποιηθούν, αλλά πολιτική βούληση και αλλαγή νοοτροπίας. Μιας νοοτροπίας που παραμένει αγκυλωμένη στις σχέσεις πατρονίας που διαμόρφωσαν τις συνθήκες του πολιτικού σχετισμού μας, όπως γλαφυρά περιγράφει ο Παναγιώτης Κονδύλης.

 

Εισέτι, το προπύργιο της κανονικότητας στο χώρο της εκπαίδευσης είναι οι Πανελλαδικές εξετάσεις. Σε αυτές, η κοινωνική θέση και το όνομα του κάθε υποψηφίου είναι αδιάφορα, ο σχετισμός του με το δάσκαλο (συνήθως) δε δύναται να χρησιμοποιηθεί προς επίτευξη ενός κάποιου καλύτερου αποτελέσματος και το στοίχημα της κοινωνικής κινητικότητας δεν μπορεί παρά να κερδηθεί με μοναδικά όπλα την προσωπική αξία, την προσπάθεια και την επιμονή στο στόχο. Η προηγούμενη κυβέρνηση έβαλε πολλάκις ενάντια στο θεσμό χαρακτηρίζοντάς τον αδιάβλητο αλλά αναξιόπιστο, μιας που η πλειονότητα των μαθητών δεν καταφέρνει τελικά να σπουδάσει ό,τι επιθυμεί, λες και η επιθυμία δύναται να αποτελέσει επαρκή προϋπόθεση της εισαγωγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Μια τέτοια αξιολογική κρίση όμως, είναι ανέντιμη και για έναν άλλο λόγο, γιατί λειτουργεί στον ψυχολογικό χώρο της επιθυμίας και όχι του ορθολογισμού.

Ποιος δε θα ήθελε να σπουδάσει ό,τι επιθυμεί, και γιατί να μην το δικαιούται εξάλλου; Αυτή η ισοπεδωτική λογική μεταποιεί την ανάγκη για προαπαιτούμενα γνωστικά εφόδια κάθε επίδοξου φοιτητή σε μια αδιάφορη γραφικότητα, το δικαίωμα στον έρωτα και το ποτό του Σαββατόβραδου σε κυβερνητική πολιτική, ενώ καθιστά την προσπάθεια θύμα στο βωμό της πολιτικής σκοπιμότητας. Η νυν υπουργός αντίθετα, διακηρύττει διαπρυσίως ότι η αριστεία δεν είναι ρετσινιά, ότι είναι στάση ζωής, ότι είναι η καθημερινή επιδίωξη να γίνεσαι καλύτερος. Ομολογώ πως το στίγμα που εκπέμπει με ανακουφίζει· όμως οι κενολογίες του πολιτικού προσωπικού της χώρας έχουν τόσο κηλιδώσει τη φύση του πολιτικού διαλόγου, που δεν μπορώ παρά να είμαι δύσπιστος. Αν η υπουργός διατείνεται λοιπόν τις ίσες ευκαιρίες προς όλους, πέραν μιας, οιονεί, μεταφυσικής επίκλησης στην αλλαγή της νοοτροπίας, οφείλει να θεσπίσει συγκεκριμένα μέτρα, ικανά να διασφαλίσουν αυτήν την ισονομία. Για να περάσουμε από ένα φαύλο κύκλο σε έναν ενάρετο κύκλο διακυβέρνησης, συνήθως απαιτείται ένα σημείο καμπής στην ιστορική εξέλιξη, όπως ισχυρίζονται οι Acemoglu και Robinson. Τελούμε εν ανάγκη ακριβώς αυτού του σημείου καμπής.

 

Σταχυολογώντας παλαιότερες δηλώσεις της κ. Κεραμέως, αλλά και συνυπολογίζοντας τα όσα εξήγγειλε στη βουλή, συνάγω το συμπέρασμα πως ο προφορικός βαθμός των τριών τάξεων του λυκείου θα συνυπολογίζεται, σε κάποιο ποσοστό, στην εισαγωγή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Εδώ ακριβώς εντοπίζω το διακύβευμα της σοβαρότητας του εγχειρήματος του υπουργείου. Προκειμένου να μην καταντήσουν όλα αυτά ένα σύνολο αδολεσχιών, το υπουργείο οφείλει να πατάξει την πελατειακή σχέση μαθητών και καθηγητών του δημόσιου σχολείου. Γιατί αν τα παράνομα, μαύρα ιδιαίτερα μαθήματα των εκπαιδευτικών του σχολείου καταστεί δυνατό να εξασφαλίσουν μία θέση στο Πανεπιστήμιο, ο βαθμός θα καταντήσει ένα ευπώλητο εμπόρευμα, μια μερίδα ιταμών δασκάλων θα διαλαλούν την πραμάτεια τους στην τάξη και η τελευταία θα μετατραπεί σ’ ένα ευτελές παζάρι. Προκειμένου το υπουργείο να διασφαλίσει ότι το πλέγμα των διαπροσωπικών-εμπορικών σχέσεων στο σχολείο δε θα υπονομεύσει την αξιοκρατική εισαγωγή στα πανεπιστήμια της χώρας, οφείλει άμεσα να εκριζώσει το φαινόμενο των ιδιαιτέρων μαθημάτων. Εάν αποτύχει να ενεργήσει κατ’ αυτόν τον τρόπο, τότε είναι σίγουρο ότι οι επίορκοι καθηγητές του δημόσιου σχολείου θα ανοίξουν την κερκόπορτα της εμπορικής διάθεσης του βαθμού και κάτι τέτοιο είναι βέβαιο ότι θα δυσαρεστήσει μια μεγάλη μερίδα μαθητών και γονέων, οι οποίοι δε θα τύχουν της προνομιακής διαχείρισης των δασκάλων τους. Κάπως έτσι θα γυρίσουμε πάλι στις διορθωτικές υπέρ αναξιοπαθούντων παροχές, διατρέχοντας άλλη μία φορά το φαύλο κύκλο της κακής διακυβέρνησης.

 

* Κώστας Ράπτης , μαθηματικός

Φροντιστής στο "Πράξη" / Μυτιλήνη, μαθηματικός

 

Μοιράσου το άρθρο!