Άρθρα - Γνώμες

29/04/2014 - 18:55

Στην άλλη μεριά της λεπτής γραμμής!

style="text-align: justify;"> 
Του Αλέξη Γκάτση
 
Ο ήλιος παραμένει κρυμμένος πίσω από τα σύννεφα και η υγρασία φτάνει μέχρι το κόκκαλο. Περπατάμε με δυο ζεστούς καφέδες μηχανής στα χέρια, ενώ αφήνουμε πίσω μας το νοσοκομείο ΑΧΕΠΑ όπου βρεθήκαμε και μιλάμε. Δυο άνθρωποι διαφορετικά ντυμένοι μεταξύ χιλιάδων άλλων διαφορετικών ανθρώπων, δυο διαφορετικές πραγματικότητες μεταξύ χιλιάδων άλλων πραγματικοτήτων. Πηγαίνουμε δυτικά κατά μήκος της Εγνατίας. Προορισμός μας ο ναός των Αγίων Πάντων. Εγώ προσπαθώ να καταλάβω, να δικαιολογήσω, να κατηγορήσω, να διώξω ενοχές. Ο διπλανός μου θέλει άπλα να ικανοποιήσει την πείνα του. Πολλές φορές κατά μήκος του δρόμου ένιωσα κουραστικός ενώ έψαχνα να βρω τις κατάλληλες λέξεις που δε θα προσβάλουν, δε θα κάνουν το διπλανό μου να αισθανθεί άσχημα. Όμως αρκετά με τα δικά μου συναισθήματα και λόγια...
 
«Όλα ξεκίνησαν όταν απολύθηκα από μια αντιπροσωπεία αυτοκινήτων όπου δούλευα πριν δυόμιση χρόνια. Η κρίση χτύπησε πρώτα τον κλάδο των αυτοκινήτων κι έτσι βρέθηκα άνεργος στα 38 μου. Δεν είμαι από Θεσσαλονίκη. Ήρθα εδώ μετά το στρατό από μια πόλη κατά πολύ μικρότερη από τη δική σας. Βρήκα σχετικά εύκολα δουλειά, νοίκιασα σπίτι και άρχισα να χτίζω τη ζωή μου. Αν με ρωτήσετε σήμερα, θα σας πω ότι τα όνειρα που είχα γι’ αυτή τη ζωή ήταν παράλογα μεγάλα για τα κυβικά μου, αλλά και ανούσια. Κοινώς ήθελα να βγάζω λεφτά, αδιαφορώντας για χιλιάδες άλλα πράγματα που μόνο όταν τα έχασα εκτίμησα. 
 
Η απόλυση μου, ήταν ένα σοκ για μένα, όχι τόσο οικονομικό εκείνη τη στιγμή, όσο ψυχολογικό. Ένιωσα απροστάτευτος, με κυρίευαν ανασφάλειες. Κατάλαβα ότι όλα αυτά για τα οποία καμάρωνα μέχρι τότε, ολόκληρος ο τρόπος ζωής μου, ήταν τόσο ψεύτικος που μπορούσε από τη μια στιγμή στην άλλη να διαλυθεί. Μη νομίζεις ότι πριν ένα χρόνο θα μπορούσα να σου μιλήσω έτσι. Ζώντας στο δρόμο έχω πολύ ελεύθερο χρόνο και πλέον νομίζω ότι μπορώ να καταλάβω και να εκφράσω τα συναισθήματα μου. Άσε που ο περσινός χειμώνας ήταν τόσο κρύος που μόνο στη βιβλιοθήκη του γαλλικού ινστιτούτου έβρισκες ζέστη.
 
Το πρώτο διάστημα μετά την απόλυση μου ήμουν σχετικά καλά από οικονομικής απόψεως. Είχα λεφτά στην άκρη, συνέχιζα να νοικιάζω το σπίτι που είχα και που και που έκανα περιστασιακές δουλειές. Όμως όσο περνούσε ο καιρός ο φόβος μου μεγάλωνε. Ξεκίνησα το ποτό, το "κινο", λίγο το στοίχημα και άλλα που δε θέλω να σου πω. Κακή κίνηση. Έχασα λεφτά, τη φίλη μου και πάνω απ’ όλα την ηρεμία μου. Μέχρι εκείνη τη στιγμή έκραζα τους άλλους για όλα όσα μου συνέβαιναν. Από εκείνη τη στιγμή όμως μαζί με όλα τα άλλα άρχισα να νιώθω και ενοχές για όλα όσα είχαν συμβεί. Έφυγα γύρισα στη μάνα μου. Χάρηκε προς στιγμήν μιας και είναι μόνη εδώ και χρόνια. Ο πατέρας μου έχει πεθάνει και η αδερφή μου μένει στην Αθήνα. Μετά όμως εκτός από τα λεφτά της, αρχίσαμε να μοιραζόμαστε και την κατάθλιψη μου. Όσο το έβλεπα αυτό τόσο χειρότερα γινόμουν. Της είπα ψέματα ότι βρήκα δουλειά εδώ στη Θεσσαλονίκη και επέστρεψα. Ήμουν σίγουρος ότι κάνω το σωστό και ότι θα βρω δουλειά στα καπάκια. Όμως φίλε αντί για δουλειά, πέρασα τη λεπτή γραμμή που χωρίζει τη πραγματικότητα στην οποία ζουν οι περισσότεροι με αυτή που ζω τώρα. Να ξέρεις ότι όταν την περάσεις αυτή τη γραμμή δεν το καταλαβαίνεις. Νομίζεις ότι ανά πάσα στιγμή μόλις σου δοθεί η ευκαιρία θα επιστρέψεις και δε θα τρέχει τίποτα. Μπούρδες! Όσο μπορείς να ελέγξεις την ηρωίνη άλλο τόσο μπορείς να γυρίσεις από το περιθώριο της κοινωνίας όποτε το επιλέξεις. 
 
Τώρα πλέον είμαι στο δρόμο. Το χειμώνα μένω σε δημόσιους χώρους. Το καλοκαίρι σε εγκαταλειμμένα κτίρια. Καθημερινά προσπαθώ να πείσω την αστυνομία ότι δεν έχω κλέψει, δεν είμαι ξένος, δεν είμαι “junkie”. Ο κάθε αστυνομικός όταν με αντικρίζει βλέπει μπροστά του αυτό που αντιπαθεί περισσότερο. Μόνο τσιγγάνο δε με λένε λόγω παρουσιαστικού. Ευτυχώς δεν έχω πρόβλημα με το φαγητό. Από τις πρώτες μέρες είχα μάθει για το συσσίτιο στην εκκλησία των Αγίων Πάντων. Δεν ντρέπομαι να παίρνω φαγητό από την εκκλησία. Από αλλού δεν θέλω, ούτε στη ζητιανιά έχω βγει γιατί να σου πω την αλήθεια ποτέ δεν έδωσα ελεημοσύνη σε κανέναν. Αισθάνομαι άσχημα να ζητώ από τους άλλους να κάνουν αυτό που δεν έκανα ποτέ εγώ. 
 
Το εικοσιτετράωρο περνάει δύσκολα βαριέμαι πολλές φορές μέσα στη μέρα, τη νύχτα τη συνήθισα και πλέον δε φοβάμαι. Σκλήρυνα! Πιστεύω ότι άμα με αφήσεις σε ένα δάσος γεμάτο λύκους ούτε καν θα με πλησιάσουν. Ένα πράγμα συνεχίζω να φοβάμαι, αλλά αυτό το φοβόμουν και πριν φτάσω σε αυτή τη κατάσταση… Τη μοναξιά!»
 
 
Πηγή exostispress.gr
 

Μοιράσου το άρθρο!