Αφιερώματα

23/02/2013 - 23:45

Ρηνιώ Παπανικόλα

Ρηνιώ Παπανικόλα

12 χρόνια συμπληρώνονται από την ημέρα  (24/02/2001)  που έφυγε η Ρηνιώ Παπανικόλα...

Το Lesvosnews.net  θυμάται τη Ρηνιώ Παπανικόλα

Η βραχνή, υποβλητική φωνή της, που έκανε την ποίηση να ακούγεται οικείος, καθημερινός λόγος και τα τραγούδια να ηχούν σαν ποίηση....  Η Ρηνιώ Παπανικόλα, η παραγωγός μουσικών ραδιοφωνικών εκπομπών που έκανε τα πιο «αταίριαστα» είδη μουσικής να αγκαλιάζονται αρμονικά στις εκπομπές της και στις ψυχές των ακροατών της...

Η Ρηνιώ Παπανικόλα γεννήθηκε, το 1936, και μεγάλωσε στη Μυτιλήνη, κόρη του Μυτιληνιού λόγιου και δημοσιογράφου Στρατή Παπανικόλα, εκδότη της λαογραφικής και σατιρικής εφημερίδας «Τρίβολος» και πρωτεργάτη της γνωστής λογοτεχνικής «Λεσβιακής Ανοιξης». Τέλειωσε το Γυμνάσιο στην Αθήνα και εισήχθη στη Φιλοσοφική Σχολή, αλλά προτίμησε τη δραματική σχολή του Θεάτρου Τέχνης του Kουν.

Ταυτόχρονα, έπιασε δουλειά στον «Ικαρο», το βιβλιοπωλείο-δισκοπωλείο της οδού Βουλής, όπου ήρθε σε επαφή με τον κόσμο της δισκογραφίας. Τα επόμενα χρόνια, άφησε εποχή το πέρασμά της από τα καταστήματα δίσκων που έφτιαξε η ίδια στο κέντρο της Αθήνας (Kύκλος, Blow up κ.ά.). Την ίδια εποχή άρχισε και η σχέση της με το ραδιόφωνο που έμελλε όμως να αναπτυχθεί, με προσωπικές εκπομπές, αργότερα.

Kατά τη δικτατορία συνελήφθη, κρατήθηκε επί μήνες και παραπέμφθηκε σε δίκη, επειδή έκρυψε στο σπίτι της τον Μίκη Θεοδωράκη. Με τη μεταπολίτευση άρχισε η συνεργασία της με το ραδιόφωνο -πρώτα με το Α', Β' και Γ' Πρόγραμμα (επί Χατζιδάκι) της ΕΡΤ, και κατόπιν με τον 902 Αριστερά και τον Μελωδία. Ηταν η πρώτη που συνέδεσε στις εκπομπές της («Τα τραγούδια της γης», «Γλυκό του κουταλιού κ.ά.) ποικίλα είδη μουσικής. Η συνύπαρξη λόγου, ιδίως ποίησης, και μουσικής, χαρακτήριζε μέχρι τέλους τις εκπομπές της.

Η Ρηνιώ Παπανικόλα είχε επίσης διακριθεί στη μουσική επένδυση πλήθους θεατρικών παραστάσεων και κινηματογραφικών ταινιών. Το '96, εξέδωσε την ποιητική συλλογή «Μπλε», ενώ πέρυσι δημοσίευσε στο περιοδικό «Μελωδία» αυτοβιογραφικά κείμενα υπό τον τίτλο «Ιστορίες από τη ζωή των δίσκων».

 

 

Δημήτρης Λέκκας, συνθέτης
«Η φωνή της ερχόταν από το υπέδαφος και το υπερπέραν μαζί»
«Ήταν λίγο αφού είχα γυρίσει από τις σπουδές μου. Βρισκόμουν ήδη στο Τρίτο Πρόγραμμα. Ο Λαζάνης είχε ανεβάσει στο υπόγειο του Κουν μια Κομέντια ντελ Άρτε και είχα πάει να δω την παράσταση. Κάποια στιγμή μπαίνει στη σκηνή ο Αρμένης, παίζοντας έναν παμπόνηρο λαϊκό τύπο. Ξαφνικά, δεν πιστεύω στ’ αυτιά μου: Την είσοδό του συνοδεύει ένα μπουζουκοτσιφτετέλι. Ανοίγω βιαστικά το πρόγραμμα στο σκοτάδι. Μουσική επιμέλεια: Ρηνιώ Παπανικόλα. Λέω μέσα μου: Αυτή, όποια κι αν είναι, το έχει πάει πολύ πέρα… Τότε συνειδητοποίησα πως ήταν η Ρηνιώ, που άκουγα φανατικά στο Πρώτο Πρόγραμμα, γιατί έβαζε φοβερά ασυνήθιστες μουσικές σε μυστικές αλληλουχίες, μιλώντας με μια φωνή που ερχόταν από το υπέδαφος και από το υπερπέραν μαζί».
Μιχάλης Γρηγορίου, συνθέτης
«Κάπνιζε πέντε πακέτα Sante την ημέρα»
«Η Ρηνιώ ήταν ένας χαριτωμένος αλλά και βασανισμένος άνθρωπος, από πλευράς οικονομικών προβλημάτων – μέχρι τελευταία στιγμή ήταν επί ξύλου κρεμάμενη – αλλά και ερωτικών απογοητεύσεων, με τη γνωστή βραχνή φωνή της, φωνή που οφειλόταν σε χρόνια φαρυγγίτιδα και στην αγάπη της για το τσιγάρο. Ακόμη και στο νοσοκομείο η Ρηνιώ κάπνιζε. Κάπνιζε πέντε πακέτα Sante την ημέρα. Βλέποντας τα ποιήματά της απέκτησα ερωτική σχέση, μου έδωσαν το έναυσμα για να τα κάνω τραγούδια».
Λίνα Νικολακοπούλου, Στιχουργός
«Έμοιαζε με μια κεραία γεμάτη δίψα και ανιδιοτέλεια»
«Κατ’ αρχήν, η Ρηνιώ, αν ζούσε σήμερα, θα ένιωθε μεγάλη οδύνη. Ήδη δύο χρόνια πριν φύγει από τις συναντήσεις μας, καταλάβαινα ότι δυσφορούσε αρκετά, γιατί ο άνθρωπος που κουβαλούσε μέσα της, ο οποίος τα προηγούμενα χρόνια στην Ελλάδα ήταν αναγνωρίσιμος, με το τελείωμα της χιλιετίας ένιωθε πως γινόταν ολοένα πιο μακρινός και δυσανάγνωστος, πως απαξιώνεται. Έμοιαζε με μια κεραία γεμάτη δίψα και ανιδιοτέλεια, που ήθελε να συλλάβει αυτό που προσπαθεί να πει ο δημιουργός, να το κατανοήσει, να το αποκωδικοποιήσει και να το μεταδώσει στο κοινό. Θυμάμαι πάντα το βλέμμα της, τα υγρά της μάτια, τις μακριές της φούστες…».
Άννα Θέμελη, κόρη της, δημοσιογράφος
«Πώς να βάλω τη Ρηνιώ σε λέξεις: Ακούω το αγαπημένο της Δεύτερο Κονσέρτο του Ραχάνινοφ και στο μυαλό μου ταξιδεύουν η Τζοκόντα, ο Leonard Cohen, του Αιγαίου τα νερά, οι Dead Can Dance, τα πολυφωνικά μοιρολόγια η Δόμνα, ο Ξαρχάκος με τον Ξυλούρη, οι Χειμερινοί Κολυμβητές και το βιολί του Βlaine, το «Φύσα θάλασσα πλατιά». ».

 

Η φωνή της Ρηνιώς

Του Βασίλη Αγγελικόπουλου

Εχουμε ακόμα ένα δισκάκι 45 στροφών, extended play, με το «Απόψε αυτοσχεδιάζουμε» του Μάνου Χατζιδάκι, που πάνω στο κάλυμμά του έχει την ετικέτα «Kύκλος». Το κατάστημα από το οποίο το είχαμε αγοράσει, κάπου στις αρχές του '60, οδός Kαραγεώργη Σερβίας, Σύνταγμα: Είχαμε συγκρατήσει τη ζεστασιά της κοπέλας που μας είχε μιλήσει με... κάθετο τρόπο γι' αυτό, την έντονη μορφή και τη φωνή της.

Την ίδια φωνή, αρκετά πιο μπάσα, ακούσαμε στο ραδιόφωνο λίγο μετά τη μεταπολίτευση, σε μια εκπομπή για την οποία μιλούσε ήδη όλη η πόλη και η οποία μας έκανε να ανοίγουμε ραδιόφωνο αμέσως μόλις σηκωνόμαστε το πρωί - αν όχι και να ξυπνάμε και λίγο πιο νωρίς, για να μη χάσουμε «Τα τραγούδια της γης».

Η «φωνή» λεγόταν Ρηνιώ Παπανικόλα και πετούσε από τον Μότσαρτ στον Μπαγιαντέρα και από τον Λένον στον Χατζιδάκι με γοητευτική άνεση: η Ρηνιώ δεν ήταν από αυτούς που μόνο στα λόγια πιστεύουν ότι «η μουσική είναι μία». Το αποδείκνυε μαγευτικά.

Από τότε την παρακολουθούσαμε ενελλιπώς: Από το Τρίτο του Χατζιδάκι, τον 902 Αριστερά, τον Μελωδία FM100 τα τελευταία χρόνια...

Το πέρασμα της Ρηνιώς Παπανικόλα από τον κόσμο τούτο ήτανε μοιραία συνδεδεμένο με το ελληνικό τραγούδι. Δεν μπορούσε να γίνει αλλιώς. Επειδή το τραγούδι για το οποίο μας μιλούσε η Ρηνιώ από το ραδιόφωνο μέχρι χθες ακόμα ήταν φτιαγμένο από μουσική και ποίηση - τις δύο μεγάλες αγάπες της. Το θέλανε οι καταβολές της αυτό, η ζωή της η ίδια ήταν έτσι.

Από την κούνια είχε αγαπήσει την ποίηση - κόρη του Μυτιληνιού λόγιου και εκδότη Στρατή Παπανικόλα, ψυχή της λεγόμενης «Λεσβιακής άνοιξης» στη λογοτεχνία μας.

Νεαρή, παράλληλα με τη σπουδή της δίπλα στον Kάρολο Kουν, στο Θέατρο Τέχνης, μπήκε στο άντρο της ποίησης και του νέου τραγουδιού της εποχής - πωλήτρια στον «Ικαρο» του Kαρύδη και του Πατσιφά. Συναναστράφηκε εκεί Ελύτηδες και Γκάτσους, Χατζιδάκι και Μίκη και Σεφέρη... Ηταν πια «σημαδεμένη» διά βίου.

Εκανε μαγαζιά για δίσκους, πριν και μετά τη δικτατορία, που καθένα υπήρξε «στέκι» και σημείο αναφοράς για την εποχή του.

Εκανε φιλίες που τίμησε παίζοντας το κεφάλι της, όπως τα γνωστά με το κρύψιμο του κυνηγημένου Θεοδωράκη στο σπίτι της, πράγμα για το οποίο η χούντα της επιφύλαξε αρκετές «περιποιήσεις».

Εκανε εκπομπές που «εμφάνιζαν» τους καιρούς τους, όσο κι αν η βαθιά φωνή μιλούσε για τραγούδια και ποίηση. Η φωνή της Ρηνιώς αποτύπωσε μοναδικά μια ολόκληρη εποχή - που έχει τελειώσει πλέον για πάντα. Γι' αυτό ίσως και, λαβωμένη, ασθμαίνουσα πλέον, θεώρησε πως ήταν ώρα να διακόψει τη μετάδοση...

-----------------

Μάτια ολοκαυτώματα

Δε θέλω τώρα να ξυπνάω
τα φλογερά πουλιά της τρυφερότητας.
Δε θέλω τις συνηθισμένες μικρές σιωπές
και τις κουβέντες τις μεγάλες,
κουβέντες που δεν λένε τίποτα

Δε θέλω τρίμματα
θέλω δυο μάτια ολοκαυτώματα
και μια συνηθισμένη καλημέρα.

Θέλω κοντά μου τη σιωπή των ήχων
που σαν γυρνάνε απ’ το ταξίδι τους
διαλέγουν να κουρνιάσουν δίπλα μου.

Κι οι μέρες γύρω μου να πλέκουν
να πλέκουν το πουλόβερ των αφρών τους.

Κύκλος τραγουδιών σε ποίηση Ρηνιώς Παπανικόλα, έργο 75. Η σύνθεση των τραγουδιών αυτού του κύκλου ανήκει στον Μιχάλη Γρηγορίου. Τραγουδούν : Μαρία Φαραντούρη, Σαβίνα Γιαννάτου και Τάσης Χριστογιαννόπουλος

 

-----------------

Η Πέμη Ζούνη απαγγέλλει στίχους της Ρηνιώς Παπανικόλα αφιέρωμα του "Mελωδία FM" (Οδυσσέας Ιωάννου - Δημήτρης Χατζόπουλος).

 

 

Σε προσέχω σαν δάκρυ μη χάσει το σχήμα του, 
τι νομίζεις μας έχει απομείνει καρδιά μου, 
μια φούχτα τσαγανόφλουδες.
 
Σε προσέχω σαν δάκρυ μη χάσει το σχήμα του.
Ξέρεις; Ναι, ξέρεις.
Εγώ δεν ξέρω.
 
Κι οι ψαλμωδίες δεν τολμάνε ν’ αγγίξουν
τον θόλο τους και χάνεται ο απόηχος.
Αλάτισέ μου το σκήπτρο σου κι αυτή
τη γεύση την έχασα.
 
Τι νομίζεις μας έχει απομείνει καρδιά μου, 
μια αντάρα μες στη θάλασσα.
Ημέρωσέ μου τα κίτρινα, υποφέρω.
Φέρε τη γνώμη σου κοντά μου, εξαφανίζονται.
 
Τα τζιτζίκια όπως πάντα ξετρελαίνουν τον κόσμο, 
ήχος πυκνός και αδιάσπαστος, ήχος παρηγορητικός, 
ήχος καθησυχαστικός, ήχος που δε μας αφορά πια.
Σε προσέχω σαν δάκρυ μη χάσει το σχήμα του.
 

Μοιράσου το άρθρο!