Άρθρα - Γνώμες

19/08/2024 - 22:51

You better run!

γράφει η Τζώρτζια Ρασβίτσου

Ψάχνοντας στον υπολογιστή να βρω ένα παλιό μισθωτήριο, έπεσα πάνω σε τούτες τις λέξεις.  19-4-2017. Ένα προσχέδιο για το ντοκυμαντέρ που ετοίμαζε τότε ο Γιώργος. «Λέσβος. Ανάμεσα σε δυο ηπείρους». Μάζευε υλικό, χρόνο με τον χρόνο, καταγράφοντας γεγονότα, που ξεπερνούσαν τα γλυκόπικρα κείμενα. Δουλειά προσεγμένη και ευφυής. (Ζουμ στα κοράκια που πετούσαν πάνω από την αντιπροσφυγική διαδήλωση του Μουτζούρη...)    Έψαξα τα τρέιλερ. 14-2-2020. Ο Γιώργος Αρπατζόγλου, μου λείπει. Τέλειωσε τη δουλειά και ανοίχτηκε στο πέλαγος. Εμείς είμαστε ακόμα εδώ και τσαλαβουτάμε στα σκατόνερα.  Το ντοκυμαντέρ αυτό δεν πρέπει να χαθεί. Καταγράφει ιστορία,  και θέλω να το ξαναδώ!

Το κομμάτι είναι όπως στάλθηκε τότε, χωρίς καμία παρέμβαση- Μόνο τα γράμματα πλάγιασαν:

χ

---------------

Λέσβος η εβδόμη...  (θα σου πω )

Ένα κομμάτι αιολικής γης, που ξέκοψε από τη μάνα του κι αρμενίζει μόνο του στο βορειοανατολικό Αιγαίο.

Καράβι ο τόπος. Ταξίδι ένα νησί. Στα δάση, στους ελαιώνες, στα κάστρα, στα σβησμένα ηφαίστεια, στα γραφικά χωριά, και σε μια πόλη ανεπιτήδευτα αριστοκρατική, μα συνάμα άναρχη και βαθιά ερωτική, τη Μυτιλήνη.

Η μεγαλύτερη εμπειρία σου είναι το ταξίδι στα χρώματα. Το βαθύ μπλε που άφησε άφωνο τον Σαγκάλ. Γιατί εδώ ο ήλιος χαίρεται να βάφει. Γίνεται παιδί. Στέκει και χαζεύει με τις ώρες. Τσαλαβουτά στα πράσινα νερά, κάνοντάς τα πότε μωβ, πότε ροζ, πότε πορτοκαλιά. Κρύβεται στις φυλλωσιές των λιόδεντρων ασημώνοντας τα φιλάργυρα μάτια σου. Και πριν σου πει καληνύχτα, σου πετάει το ροδόζουμο που έστυβε όλη μέρα και σου λέει: «κολύμπα τώρα». Όχι στη θάλασσα. Στον ουρανό. Νιώσε τον έρωτα του Δάφνη και της Χλόης, τα σκιρτήματα του Θεόφιλου και πάρε το απόφαση: δεν έχεις άλλη επιλογή. Θα υποκύψεις. Κι εσύ. Όπως και οι άλλοι, γνωστοί ποιητές και λογοτέχνες και άγνωστοι μα εξίσου αγαπημένοι. (θες να βάλω ονόματα;εγώ λέω όχι)

 

Άνθρωποι που αγαπούν την κουβέντα, την καλή παρέα, το ούζο, μα συνάμα άνθρωποι κλειστοί.

Πρώτα θ’ανοίξουν την καρδιά τους και μετά το σπίτι τους. Αυτός είναι κι ο λόγος που το νησί σε σχέση με το μέγεθός του είναι γεμάτο ταβέρνες, καφενεία, καφετέριες. Για να συναντιούνται. (Ε; Ισχύει! Μην κοιτάς το ταβάνι.)

Εδώ δεν θα βρεις τη δουλική φιλοξενία των τουριστικών νησιών, μα λόγια κοφτά. Σταράτα. Θέλουν προσοχή τούτοι εδώ, δεν συγχωρούν τα φάλτσα. Καχύποπτοι, δεν εμπιστεύονται εύκολα ή μάλλον εμπιστεύονται μονάχα ό,τι αγαπούν. Κι όταν αγαπούν, δεν κρύβονται. Το δείχνουν.

Μικρασιάτες, Αιγυπτιώτες, ντόπιοι και πρόσφυγες συνέθεσαν τούτη την κοινωνία στις αρχές του προηγούμενου αιώνα, ανακατεύοντας τις συνήθειες, τις ιδέες και τους θεούς τους. Έτσι έμαθαν να σέβονται το διαφορετικό και ν’αγαπάνε το νέο. (Περήφανοι που πρωτοστάτησαν στον αγώνα υπέρ του δημοτικισμού και για την άνευ όρων «παράδοση» στα γράμματα και τις τέχνες- (λίγο άσχετο αυτό;).

Κάπως έτσι;

-------------------------

Το κείμενο μου είναι πια ξεπερασμένο, η πόλη έχει περάσει σε άλλη φάση (αποκρουστική): Πλήθος από σαλιγκάρια γλείφει την προκυμαία, και τα ανθρώπινα αγάλματα της Κουμιδιάς κουδουνίζουν κούφια καρδιές από στραγάλι. Οι άνθρωποι που φεύγουν χωρίς γυρισμό, μας λείπουν. Οι περισσότεροι αφήνουν πίσω τους τούβλα. Ελάχιστοι αφήνουν πίσω τους την ψυχή τους ζωντανή.

You better run!

Μοιράσου το άρθρο!